Παραμονή τῆς Κοίμησης τῆς Παναγίας μας κοιμήθηκε ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ Κωνσταντῖνος Κασίδης, γιά νά γιορτάσει τό Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσε, στή θριαμβεύουσα ἐκκλησία μαζί μέ τήν Παναγία μητέρα μας καί ὅλους τούς ἁγίους.
Γεννημένος στά χρόνια τῆς γερμανικῆς Κατοχῆς, ὁ ἀδελφός Κώστας ρίχτηκε ἀπό μικρός στή βιοπάλη καί νωρίς ἔκανε τή δική του οἰκογένεια. Τόν εὐλόγησε ὁ Θεός μαζί μέ τή σύζυγό του Μαρία νά γίνουν γονεῖς πέντε παιδιῶν, πού μέ στοργή καί ἀφοσίωση ἀνέθρεψαν κι ἀνέδειξαν τίμια μέλη τῆς κοινωνίας.
Ἡ ζωή τους πῆρε νόημα πνευματικό, ὅταν γνώρισαν τή ζηλώτρια κυκλάρχισσα Ἀγγελική Σαμολαδᾶ. Ἐκείνη συνέδεσε τόν Κώστα μέ τήν Ἀδελφότητα τῆς «Ἀπολυτρώσεως», μέ τόν μακαριστό διδάσκαλο Στέργιο Σάκκο καί τούς τομεάρχες Παναγιώτη Παναγιωτίδη καί Ἀριστείδη Ἀνδρεάδη. Ἔτσι ξεκίνησε μία συνειδητή πνευματική ζωή. Μετά ἀπό μία ἐκ βαθέων ἐξομολόγηση στόν ἔμπειρο πνευματικό τῆς Θεσσαλονίκης, τόν π. Ἀθανάσιο Μπελαντώνα, ρίχτηκε στόν ἀγώνα γιά μία ζωντανή σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, τά ἱερά μυστήρια, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Μέ ζῆλο παρακολουθοῦσε τήν ἁγιογραφική μελέτη στό Ἀνατολικό Παράρτημα, στήν κεντρική αἴθουσα τῆς «Ἀπολυτρώσεως», ὅπου μποροῦσε. Μέ πολλή προσοχή καί ἐπιμέλεια αὐτός ὁ ὀλιγογράμματος μελετοῦσε τήν ἁγία Γραφή καί σημείωνε χωρία της. Μέ χαρά καί ἐνθουσιασμό διέθετε τό αὐτοκίνητο καί τόν χρόνο του, γιά νά μεταφέρει τόν διδάσκαλο ἤ τόν ἀδελφό Παναγιώτη σέ κάποια αἴθουσα ἐντός ἤ ἐκτός Θεσσαλονίκης, ὅπου ἐκεῖνοι κήρυτταν. Ἔτσι καλλιεργήθηκε καί καταρτίστηκε, ὥστε ἔγινε καί ὁ ἴδιος ἱεροκήρυκας καί κυκλάρχης. Διακόνησε τό θεῖο κήρυγμα ὄχι μόνο στήν αἴθουσα τοῦ Ἀνατολικοῦ Παραρτήματος, τοῦ ὁποίου ἦταν ἐνεργό μέλος, ἀλλά καί σέ φιλικούς κύκλους μελέτης ἁγίας Γραφῆς, σέ ἀντιαιρετικές-ἀντιχιλιαστικές συζητήσεις καί σέ διάφορους ναούς.
Χαρακτηριστικό τῆς ζηλωτικῆς ἀγάπης του γιά τό κήρυγμα, ἀλλά καί τῆς ἐκτίμησης πού ἐνέπνεε σέ ὅσους τόν γνώριζαν, εἶναι τό ἑξῆς περιστατικό, πού μέ εὐχαρίστηση διηγιόταν: Εἶχε τό ψαράδικό του στήν ὁδό Κασσάνδρου, λίγο πιό πάνω ἀπό τήν αἴθουσα τῆς «Ἀπολυτρώσεως». Κάποια φορά, γιά νά παρακολουθήσει τήν ὁμιλία τῆς Τρίτης πού θά τήν ἔκανε ὁ μακαριστός Νικόλαος Σωτηρόπουλος, ἄφησε τό μαγαζί ἀνοιχτό μέ τή γραπτή παραγγελία: «Ὅποιος πελάτης θέλει νά ἀγοράσει ψάρια, μπορεῖ νά τά πάρει μόνος του, ἀφήνοντας τό ἀντίτιμο στό κουτάκι ἐπάνω στό τραπέζι». Ὅταν ἐπέστρεψε, βρῆκε ὅλα τά ψάρια πουλημένα καί τά χρήματα στό τραπέζι!
Ἀπό τή στιγμή πού ἄλλαξαν ζωή μέ τή σύζυγό του, συμφώνησαν νά διαθέσουν τό σπίτι τους γιά νά γίνεται ἐκεῖ κύκλος μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς. Καί λειτούργησε αὐτός ὁ κύκλος ἀνελλιπῶς ἐπί 45 καί πλέον ἔτη, ἀκόμη καί μετά τήν ἐκδημία τῆς συζύγου του, μέχρι τή δική του ἀναχώρηση γιά τόν οὐρανό, ὅπου ἀδιάκοπα πλέον θά ἀπολαμβάνει τό πρόσωπο τοῦ ἀγαπημένου Κυρίου του, τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του!