«Ἕνα μεσημέρι τοῦ Σεπτέμβρη 1922, ἔμπαινε ὁ Ἀρχηγός ἐπικεφαλῆς ἐπαναστατημένων στρατιωτικῶν τμημάτων.
Μαῦρος, σκονισμένος, σκοτεινός, παλιοντυμένος, ἀδύνατος, ἄγριος, μέ σφιγμένα τά δόντια, καί μάτια πού μέσα τους ἔβλεπες τήν ἀπελπισία. Σέ κείνους πού ἔκαναν νά τόν ζητωκραυγάσουν, φώναξε θυμωμένος:
-Τί ζητωκραυγάζετε; Ἐπιστρέφουμε νικημένοι, κατεστραμμένοι.
Τόν εἶδα πού πέρασε τή λεωφόρο Κηφισίας, μπαρουτοκαπνισμένο, τά μαῦρα του φρύδια ἄσπρα ἀπό τή σκόνη, τό πρόσωπό του ἀδύνατο σά ρέγκα, καπνισμένο, ἀγέλαστο, αὐστηρό», γράφει ἡ Πηνελόπη Δέλτα.
Ποιός εἶναι; Ὁ ξακουστός ἀξιωματικός Νικόλαος Πλαστήρας ἀπό τό Μορφοβούνι Καρδίτσας. Τί νά πρωτοπεῖ κανείς γι’ αὐτόν τόν ἱκανότατο στρατιωτικό, ἔντιμο πολιτικό καί ὑπόδειγμα ἀνθρώπου;
Μέ ἐπικεφαλῆς τόν διάδοχο Κωνσταντῖνο οἱ ἑλληνικές δυνάμεις, 5 Ὀκτωβρίου 1912, ξεκινοῦν τόν Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Τήν ἐπίθεση ἐναντίον τῶν Τούρκων ἀναλαμβάνει ἡ πρώτη Μεραρχία Θεσσαλῶν καί τό 5ο Σύνταγμα στό ὁποῖο ἀνήκει ὁ καρδιτσιώτης ἀνθυπολοχαγός. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα εἶναι «πῦρ καί κίνηση». Μέ δύο διμοιρίες πιάνει αἰχμαλώτους καί ἄφθονο πολεμικό ὑλικό. Ὁ ἐχθρός ὀπισθοχωρεῖ στό Σαραντάπορο κι ὁ ἑλληνικός στρατός κυριεύει τήν Ἐλασσόνα. Στή μάχη τῶν Γιαννιτσῶν πολεμάει γιά πρώτη φορά πάνω σέ ἄλογο, γιά νά ἔχει καλύτερη εἰκόνα τοῦ πεδίου τῆς μάχης. Ἡ μονάδα του διαπρέπει.
Μέ τήν ἔκρηξη τοῦ Β΄ Βαλκανικοῦ Πολέμου, Ἰούνιο τοῦ 1913, βρίσκεται ξανά στήν πρώτη γραμμή, παίρνοντας μέρος στή μάχη τοῦ Κιλκίς-Λαχανᾶ. Κινεῖται ἀστραπιαῖα, καταδρομικά κι ἀνατρέπει τόν βούλγαρο ἀντίπαλο. Μετά τή νίκη τοῦ Λαχανᾶ, οἱ συμπολεμιστές του πιότερο τόν ἀγαποῦν· τοῦ δίνουν τό παρατσούκλι «Μαῦρος Καβαλάρης», πού θά τόν συνοδεύει γιά πάντα.
Στόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο, στή μάχη τοῦ Σκρᾶ Κιλκίς, Μάιο τοῦ 1918, ὁ Πλαστήρας ἐφαρμόζει πάλι καταδρομική ἐπίθεση. Μέ τή μονάδα του σπάζει ὅλες τίς γραμμές ἄμυνας τοῦ ἐχθροῦ καί συλλαμβάνει 150 Bούλγαρους. Ἡ νίκη τῶν Ἑλλήνων προκαλεῖ μεγάλη ἔκπληξη στούς συμμάχους τῆς Ἀντάντ. Ὁ ἀρχιστράτηγος τῶν συμμαχικῶν δυνάμεων, ὁ γάλλος στρατηγός Γκιγιομά, χαρακτηρίζει τό ἑλληνικό πεζικό «ἀπαράμιλλης ἀνδρείας καί ἔξοχης ὁρμητικότητας». Μετά τή νικηφόρα μάχη ὁ πρωθυπουργός Ἐλευθέριος Βενιζέλος ἐπισκέπτεται τό Σκρᾶ. Ρωτᾶ τόν Πλαστήρα: «Ἐσύ εἶσαι αὐτός γιά τόν ὁποῖο μιλοῦν οἱ Γάλλοι;».
Μία ἀπό τίς ἰσχυρές μονάδες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἦταν τά εὐζωνικά συντάγματα, ὅπως τό 5/42. Μέ τήν προαγωγή του σέ συνταγματάρχη ὁ Πλαστήρας μεταφέρεται, τό 1919, στή Μικρά Ἀσία καί γίνεται ὁ ἡγέτης τοῦ 5/42. Οἱ τσολιάδες τόν θαυμάζουν. Ἕδρα τοῦ συντάγματός του εἶναι ἡ Μαγνησία. Παίρνει ὑπό τήν προστασία του ὀρφανά Ἑλληνόπουλα καί ξεκινᾶ τήν προσπάθεια γιά ἵδρυση ὀρφανοτροφείου.
Ὡς διοικητής τοῦ 5/42 Συντάγματος Εὐζώνων ὁ «Μαῦρος Καβαλάρης» δρέπει νέες δάφνες. Στή Μικρασιατική Ἐκστρατεία παίρνει μέρος στίς σκληρότερες μάχες. Οἱ περισσότερες εἶναι νικηφόρες μέ λίγες ἀπώλειες. Προκαλεῖ τέτοιο πανικό στούς Τούρκους, πού τόν ἀποκαλοῦν γιά τό μελαψό του πρόσωπο «Καρά-Πιπέρ», «μαῦρο πιπέρι», ἐνῶ τούς τσολιάδες του «Σεϊτάν Ἀσκέρ», «στρατό τοῦ διαβόλου». Κατά τήν προέλαση φθάνει πέρα ἀπό τό Σαγγάριο. Γιά νά ξεκουράσει τό σύνταγμά του, τίς νύχτες κρατοῦσε σκοπιά μόνος του καί κοιμόταν ἔφιππος στή διάρκεια τῆς πορείας τήν ἑπόμενη μέρα.
Κατά τήν κατάρρευση τοῦ Μετώπου, τόν Αὔγουστο τοῦ 1922, δίνει μάχες ὑποχωρώντας συντεταγμένα καί μαζεύοντας στρατιῶτες ἀπό διαλυμένες μονάδες. «Κουράγιο, παιδιά μου, κουράγιο! Δέν χάθηκαν ἀκόμα ὅλα. "Ὁ Μαῦρος Καβαλάρης" πολεμάει. Αὐτός θά μᾶς σώσει», λέει ἕνας γηραλέος Σμυρνιός. Πραγματικά, στήν ὀπισθοχώρηση τῶν ἑλληνικῶν στρατευμάτων συγκρατεῖ τήν ὁρμή τῶν ἀτάκτων τοῦ Κεμάλ καί ἔτσι προσφέρει στόν στρατό μας τή δυνατότητα ἀσφαλοῦς ἐπιβίβασης στά πλοῖα. Συγχρόνως δίνει τήν εὐκαιρία καί σέ χιλιάδες πρόσφυγες νά σωθοῦν ἀπό τή μανία, τήν ἀτίμωση, τή σφαγή τῶν Τούρκων καί νά διαφύγουν στή Χίο. Γιά τήν πράξη του αὐτή ἀγαπήθηκε πολύ ἀπό τούς Μικρασιάτες, σέ σημεῖο νά βαπτίζουν τά παιδιά τους μέ τό ὄνομα Πλαστήρας.
Ἀπό τούς τελευταίους ἐγκαταλείπει τή Μικρά Ἀσία. Μέ τ’ ἀπομεινάρια τοῦ ἔνδοξου 5/42 Συντάγματος εὐζώνων καταφέρνει νά φθάσει στή Χίο καί στή Μυτιλήνη.
Γιά τήν ἀπροσμέτρητη προσφορά του στήν πατρίδα προάγεται στόν βαθμό τοῦ ἀντιστρατήγου, πρίν ἀπό τήν ἀποστράτευσή του. Ἡ 4η Ἐθνοσυνέλευση τοῦ ἀπονέμει τόν τίτλο «Ἄξιος τῆς Πατρίδος». Σημειώνει στή συνέχεια ἔντονη πολιτική δράση καί κυβερνᾶ ὡς πρωθυ- πουργός τήν Ἑλλάδα τρεῖς φορές.
Ὅταν ἦταν ἄρρωστος μέ φυματίωση, οἱ δικοί του σκέφτηκαν νά τοποθετήσουν δίπλα στό κρεβάτι του ἕνα τηλέφωνο. Εἰσπράττουν τήν ἄρνησή του: «Μά τί λέτε; Ἡ Ἑλλάδα πένεται κι ἐμένα θά μοῦ βάλετε τηλέφωνο;».
Ἕνα χρόνο πρίν τήν ἀποδημία του τόν ἐπισκέπτεται στό φτωχικό ἐνοικιαζόμενο διαμέρισμά του ἡ βασίλισσα Φρειδερίκη. Ἀντικρίζει τόν ἄρρωστο στρατηγό ξαπλωμένο σ’ ἕνα ράντζο κι ἀπορημένη τόν ρωτᾶ:
- Νίκο, γιατί τό κάνεις αὐτό;
- Συνήθισα, Μεγαλειοτάτη, τό ράντζο ἀπ’ τόν στρατό καί δέν μπορῶ νά τό ἀποχωριστῶ.
Σύσσωμος ὁ ἑλληνικός λαός, 26 Ἰουλίου 1953, ἀποχαιρετᾶ μέ ὀδύνη βαθειά τόν δικό του ἄνθρωπο, ἕναν ἀπό τούς πιό τίμιους, πάμφτωχους πολιτικούς καί στρατιωτικούς πού πέρασαν ἀπό τό προσκήνιο τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ἀφήνει κληρονομιά 216 δραχμές, 10 δολάρια καί μιά προφορική διαθήκη: «Ὅλα γιά τήν Ἑλλάδα!». 27 σπαθιές καί 9 σημάδια ἀπό βλήματα στό κορμί τοῦ «Μαύρου Καβαλάρη» ἀποτελοῦν τά διαδήματά του.
Ἡ προσφορά τοῦ μισθοῦ του σέ ὀρφανά καί σέ ἀπόρους, ἡ ἄρνησή του νά χρησιμοποιεῖ τήν ἰδιότητά του πρός ὄφελος τῶν συγγενῶν του, ὁ ἀλτρουϊσμός πρός τόν συνάνθρωπο εἶναι τά ἀστραφτερά του παράσημα.
Ἑλληνίς
"Ἀπολύτρωσις", Ἰούν.-Ἰούλ. 2022