Ἡ ἁγία Ἀγριππίνα

agripinaΣτήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας ἡ Ρώμη, πρωτεύουσα αὐτοκρατορίας. Στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ὅμως, ἡ Ρώμη μιά γῆ ματοβαμμένη, ποτισμένη σπιθαμή-σπιθαμή ἀπό μαρτύρων αἷ­μα. Καί κάτω ἀπό τούτη τή γῆ, στίς κατακόμβες, τό Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου ἀρ­δεύει ψυχές!... Ὁ λόγος του τίς πυρ­πολεῖ καί μέσα τους πυροδοτεῖ τόν πόθο νά γίνουν φῶς, γιά νά φωτίσουν τῆς εἰ­δωλολατρίας τό σκοτάδι, νά γίνουν ζύ­μη, γιά νά ἀναπλάσουν τή σαπισμένη κοινωνία.
Δυόμισι αἰῶνες τώρα ἀναστατώνουν τήν οἰ­κουμένη (βλ. Πρξ 17,6) ψυχές πού τάχθηκαν τά ἄνω νά φρονοῦν! Ἀνάμεσά τους μιά ψυ­χή ἀν­δρεία, ἀγαπῶσα τόν Θεόν... Γεν­νήθηκε ἡ Ἀ­γριπ­πίνα στή Ρώ­μη τῶν κα­τακομβῶν. Τό φρό­νημά της ζυμωμένο μέ τήν ὁμολογία τῶν μαρτύ­ρων. Κι ἡ νε­ανική της καρδιά, «καιομένη διὰ Χρι­στόν», διαλέγει τόν δρόμο τῆς ἀφιε­ρώσεως σέ Ἐκεῖνον... Γύρω δι­ωγ­μός καί μαρ­τύρια, μά ἐκείνη παρα­δί­δε­ται στόν Ἐσταυρω­μένο καί καθιστᾶ τήν ὕπαρξή της μιά μαρτυρία. Ἀψηφᾶ τό κό­στος καί τολμᾶ νά διοχε­τεύσει τήν ἀγά­πη της στούς ἐλαχίστους τοῦ Κυ­ρί­ου ἀδελ­φούς. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ὁ­ρίζει τό χρέος της: «...ἐπεί­νασα γάρ, καὶ ἐδώ­κατέ μοι φα­γεῖν,... ἠ­σθένησα, καὶ ἐπε­σκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλ­­θε­τε πρός με» (Μθ 25,35-36). Ἀ­να­κου­φίζει τούς φτωχούς, περιθάλπει τούς ἀρ­ρώστους, φροντίζει τούς φυλα­κι­σμέ­νους χριστιανούς, τούς ὑποψή­φι­ους μάρ­τυ­ρες... Τό δόσιμο, ὅ­ταν εἶναι καρ­διακό, δέν περιο­ρί­ζεται στίς γήινες ἀνά­γκες. Ἡ καρδιά πού γεύτηκε οὐρανό ἐ­πείγεται νά εὐαγγελι­στεῖ τόν Χριστό. Ἐφαρμοσμένο εὐαγ­γέλιο ἡ ζωή τῆς Ἀ­γριππίνας, μοσχοβολᾶ ἁγιότητα καί ἑλ­κύει κοντά της κι ἄλλες ψυχές πού δι­­ψοῦν γιά Θεό. Μέσα σέ ἕναν κόσμο ὅ­μως πού δέν ἀντέχει τήν ἀλήθεια, μιά τέτοια δράση φιλαν­θρω­πίας καί ἱερα­πο­στολῆς ἀποτελεῖ κα­κούργημα καί αἰτία θανάτου. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς δι­ώ­ξουσιν» (Ἰω 15,20), εἶπε ὁ Κύριος γιά τούς δι­κούς του.
Ἦταν τό 262 μ.Χ., ὅταν κατηγορή­θη­κε ἡ Ἀγριππίνα ὅτι καταφρονεῖ τούς νό­μους καί δέν σέ­βεται τούς ἄρ­χο­ντες καί ὅτι παραπλανᾶ τά νέα κορίτσια καί πε­ριφρονώντας τούς θεούς τά ὁδηγεῖ στόν Χριστό. Συλλαμβάνεται, λοιπόν, καί ἀνα­κρίνεται. Μπροστά στόν ἀνα­κρι­τή στα­θερά, γαλήνια, ἀδιαπρα­γμάτευτα, ἔχο­ντας βεβαιότητα γιά τόν θησαυρό της, καί τήν ἰδιότητά της ὡς Χριστιανῆς ὁ­μολογεῖ καί δέν ἀπο­κρύ­πτει τή δια­κο­νία της. Εἶναι ὥρα νά σφραγίσει τή μαρ­τυ­ρία τῆς ζωῆς μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵ­μα­­τος, νά βαδίσει στά ἴχνη τῶν μαρ­τύ­ρων πού ὑπηρέτησε καί θαύμασε.
Ἔρχονται στιγμές στήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πού ζυγίζουν τόν ἀγώνα ὅ­λης τῆς ζωῆς... Οἱ γρηγοροῦντες καί ἕτοιμοι ἐξέρχονται νικητές! Μέ ἀναμ­μένη τήν παρθενική της λαμπάδα ἡ Ἀγριππίνα πορεύεται στό μαρτύριο πού ἐγγυᾶται τή νίκη!
Τήν ξεγυμνώνουν καί ἀρχίζουν νά τή μαστιγώνουν ἀλύπητα, ξεσχίζοντας τίς σάρκες της. Τή βασανίζουν στή στρέ­βλη, σπᾶνε τά κόκκαλά της, παρα­μορ­φώνουν τό σῶμα της... Ὑπομένει ἡ μάρ­τυς μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί παρα­δίδει τήν ἁγία ψυχή της στά χέρια Του...
Τρεῖς μαθήτριές της, ἡ Βάσσα, ἡ Παύλα καί ἡ Ἀγαθονίκη, περισυλλέγουν τό μαρτυρικό της σῶμα καί ἐγκαταλείπουν τή Ρώμη. Ἐπιβιβάζονται σ᾽ ἕνα πλοῖο πού τίς φέρνει στή Σικελία. Ἐδῶ ἐνταφιάζουν τό ἱερό λείψανο.
Στή γῆ διωγμός... Στόν οὐρανό πα­νηγύρι... Ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία ὑ­πο­δέχεται στή χορεία τῶν μαρτύρων μιά ψυχή πού δόθηκε ὁλόκληρη στόν Θεό, ἀπό τά πρῶτα της χρόνια ὥς τήν τε­λευ­ταία της πνοή. Τιμοῦμε τή μνήμη της στίς 23 Ἰουνίου καί παρακαλοῦμε: «Ἁγία μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἀγριππίνα, ἱκέτευε τόν Κύριο νά κραταιώνει τήν πίστη μας, νά θερμαίνει τήν ἀγάπη μας, νά ζωντα­νεύει τήν ἐλπίδα μας, γιά νά τόν εὐα­ρε­στοῦμε ἀγωνιζόμενοι καί νά ἀξιωθοῦμε νά ἀπολαύσουμε αἰώνια τρυφή στή θέα τοῦ προσώπου του!».

Γρηγόριος