Οἱ ᾿Ιουδαῖοι πού ὁδηγήθηκαν αἰχμάλωτοι στή Βαβυλώνα ἀλλά καί ὅσοι παρέμειναν στήν Παλαιστίνη εἶχαν τήν ἐντύπωση ὅτι ἡ κατάληψη τῆς ᾿Ιερουσαλήμ καί ἡ ἐξορία ἑνός μεγάλου ἀριθμοῦ τῶν κατοίκων της ὀφείλονταν στίς ἁμαρτίες τῶν προγόνων τους, ἐνῶ οἱ ἴδιοι αἰσθάνονταν ἀθῶοι καί ἀνεύθυνοι. Πίστευαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄδικος καί ἀδύναμος· ἐπιβάλλει τώρα τήν τιμωρία πού εἶχε προαναγγείλει στούς προγόνους τους, διότι δέν ἔχει τή δυνατότητα νά τήν ἀνακαλέσει. ῾Η λανθασμένη αὐτή ἀντίληψη τούς ὁδηγοῦσε στήν ἀμετανοησία καί στήν ἀπελπισία.
῾Ο προφήτης Ἰεζεκιήλ μέ τρόπο σαφῆ καί κατηγορηματικό τονίζει τήν ἀγάπη καί τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἰσχυρισμός τῶν ᾿Ιουδαίων ὅτι τιμωροῦνται γιά τίς ἀσέβειες καί τίς ἁμαρτίες τῶν προγόνων τους εἶναι ἐσφαλμένος. ῾Η παροιμία πού συχνά ἐπαναλαμβάνουν -«οἱ πατέρες ἔφαγον ὄμφακα (=ἄγουρο σταφύλι) καὶ οἱ ὀδόντες τῶν τέκνων ἐγομφίασαν (=μούδιασαν)» (18,2) δέν ἰσχύει. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὑπεύθυνος γιά τίς δικές του ἁμαρτίες. Ὁ Θεός δέν ἐπιθυμεῖ νά τιμωρεῖ καί νά καταδικάζει. ᾿Αναμένει τή μετάνοια, γιά νά συγχωρήσει καί νά χαρίσει τή σωτηρία.
Στό 18ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου του ὁ Ἰεζεκιήλ ἀναφέρει πέντε περιπτώσεις εὐσεβῶν ἤ ἀσεβῶν πού σώζονται ἤ τιμωροῦνται ἀντίστοιχα, ὁ καθένας ἀνάλογα μέ τά ἔργα του:
α) ῞Ενας εὐσεβής, δίκαιος καί φιλάνθρωπος θά ζήσει εὐτυχισμένος, μέ μακροημέρευση καί εὐλογία ἀπό τόν Θεό.
β) ῞Ενας εὐσεβής καί δίκαιος ἀποκτᾶ γιό πονηρό, ὁ ὁποῖος πολιτεύεται ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπό τόν πατέρα του. ῾Ο ἀσεβής γιός θά τιμωρηθεῖ. ῾Η ἐνάρετη ζωή καί ἡ καλή διαγωγή τοῦ πατέρα του δέν τόν ὠφελεῖ καθόλου.
γ) ῾Ο γιός ἑνός ἀσεβοῦς πατέρα εἶναι δίκαιος. Εὐλογεῖται ἀπό τόν Θεό, δέν τοῦ καταλογίζονται τά λάθη τοῦ πατέρα του.
δ) ῞Ενας ἁμαρτωλός μετανοεῖ εἰλικρινά καί ἀλλάζει ζωή. Αὐτός δέν πρόκειται νά τιμωρηθεῖ ἀπό τόν Θεό.
ε) Ἕνας δίκαιος ἐγκαταλείπει τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Θά τιμωρηθεῖ, διότι δέν θά τοῦ λογαριαστοῦν οἱ προηγούμενες δικαιοσύνες του.
῾Ο προφήτης Ἰεζεκιήλ βεβαιώνει τόν λαό γιά τήν ἀγάπη καί τή μακροθυμία τοῦ Θεοῦ. Τονίζει μέ ἔμφαση ὅτι ὁ Θεός δέχεται κοντά του καθέναν πού μετανοεῖ. Προβάλλοντας τό ἔλεος καί τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μᾶς ἐνθαρρύνει στή μετάνοια κηρύττοντας: «᾿Εάν θέλουμε νά ἀποκηρύξουμε τά ἁμαρτωλά ἔργα τοῦ παρελθόντος καί νά σταματήσουμε ἕως ἐδῶ αὐτά πού προκάλεσε ἡ ραθυμία μας, μποροῦμε πολύ γρήγορα νά ἐπανέλθουμε στήν προηγούμενη εὐάρεστη κατάστασή μας. Τέτοιος πράγματι εἶναι ὁ δικός μας Δεσπότης, τόσο πολύ φιλότιμος καί μεγαλόδωρος!».
ΙΕΖΕΚΙΗΛ 18,30-32
Κείμενο
30. ῞Εκαστον κατὰ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ κρινῶ ὑμᾶς, οἶκος ᾿Ισραήλ, λέγει Κύριος. ᾿Επιστράφητε καὶ ἀποστρέψατε ἐκ πασῶν τῶν ἀσεβειῶν ὑμῶν, καὶ οὐκ ἔσονται ὑμῖν εἰς κόλασιν ἀδικίας.
31. ᾿Απορρίψατε ἀφ᾿ ἑαυτῶν πάσας τὰς ἀσεβείας ὑμῶν, ἃς ἠσεβήσατε εἰς ἐμὲ καὶ ποιήσατε ἑαυτοῖς καρδίαν καινὴν καὶ πνεῦμα καινόν· καὶ ἱνατί ἀποθνήσκετε, οἶκος ᾿Ισραήλ;
32. Διότι οὐ θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἀποθνήσκοντος, λέγει Κύριος.
Μετάφραση
30. Θά σᾶς κρίνω τόν καθένα σύμφωνα μέ τόν δρόμο του, ἰσραηλιτικέ λαέ, λέγει ὁ Κύριος. Μετανοῆστε καί ἐγκαταλεῖψτε ὅλες τίς ἀσέβειές σας· καί δέν θά τιμωρηθεῖτε γιά τήν ἀδικία.
31. Πετάξτε ἀπό πάνω σας ὅλες τίς ἀσέβειές σας, μέ τίς ὁποῖες ἀσεβήσατε σέ μένα, καί κάντε τήν καρδιά σας καινούργια καί τό πνεῦμα σας καινούργιο. Γιατί θέλετε νά πεθάνετε, ἰσραηλιτικέ λαέ;
32. Ἐγώ, τουλάχιστον, δέν θέλω τόν θάνατο ἐκείνου πού πεθαίνει, λέγει ὁ Κύριος.
Μέ πόνο ρωτᾶ ὁ Θεός τούς ταλαιπωρημένους σκλάβους: «καὶ ἱνατί ἀποθνήσκετε, οἶκος ᾿Ισραήλ;». Γιατί σᾶς βρῆκαν τόσες συμφορές καί πολλοί ἀπό τούς συμπατριῶτες σας ἤδη ἔχουν πεθάνει; Δέν εἶμαι ἐγώ ἡ αἰτία τῶν συμφορῶν σας, ὅπως μέ κατηγορεῖτε. Διότι «οὐ θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἀποθνήσκοντος». ῾Η ἀπομάκρυνσή σας ἀπό κοντά μου, οἱ ἄνομες φιλίες σας μέ τούς εἰδωλολατρικούς θεούς καί ἡ διαφθορά σας σᾶς ὁδήγησαν σέ αὐτή τήν ἀθλιότητα. ῞Οπως, λοιπόν, μέ τήν ἀσέβειά σας ἀπομακρυνθήκατε ἀπό κοντά μου καί γευθήκατε τόν θάνατο, τώρα «ἀπορρίψατε ἀφ᾿ ἑαυτῶν πάσας τὰς ἀσεβείας ὑμῶν», πετάξτε μακριά τόν ἁμαρτωλό τρόπο τῆς ζωῆς σας, «καὶ ποιήσατε ἑαυτοῖς καρδίαν καινὴν καὶ πνεῦμα καινόν», κάντε καινούργια τήν καρδιά, καινούργιο καί τό πνεῦμα σας.
῾Ο ᾿Ιεζεκιήλ ἐπισημαίνει τήν ἀνάγκη τῆς βαθειᾶς ἐσωτερικῆς ἀνακαίνισης τοῦ λαοῦ του. ῾Ως προϋπόθεση τῆς ἐπιστροφῆς θεωρεῖ τήν «καινὴν καρδίαν». Στή θέση τῆς σκληρῆς, ἀναίσθητης καί λίθινης καρδιᾶς τους εἶναι ἀνάγκη νά βάλουν ἄλλη καρδιά (βλ. 11,19), εὐαίσθητη, τρυφερή, εὐγνώμονη, ἡ ὁποία διαρκῶς θά ἐπιθυμεῖ νά ἀνταποδίδει στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τή δική της ἀγάπη καί τήν ἀσίγαστη δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός του. Αὐτή θά εἶναι ἀνοικτή σέ ὅλα τά προστάγματα καί τά θελήματα τοῦ Θεοῦ.
῾Η ἀλλαγή τῆς καρδιᾶς δέν εἶναι κάτι πού ἔχει τή δυνατότητα νά πετύχει μόνος του ὁ ἄνθρωπος, διότι ἡ ἁμαρτία ἔχει εἰσχωρήσει μέσα στό εἶναι του. ῾Ο προφήτης ζητᾶ ἀπό τόν λαό νά συνειδητοποιήσει ἀρχικά τήν ἀνάγκη γιά βαθειά ἐσωτερική ἀλλαγή τῆς καρδιᾶς καί τοῦ νοῦ του. ῎Αν αὐτό τό ἐπιθυμήσει, θά κραυγάσει ὅπως ὁ Δαβίδ στόν ψαλμό τῆς μετανοίας: «καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (50,12).
Ἕνα μέρος τῶν ᾿Ισραηλιτῶν δέχθηκε τό μήνυμα τοῦ προφήτη Ἰεζεκιήλ καί γεύθηκε τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. ῾Η μεταμόσχευση καρδιᾶς ὅμως θά συντελεσθεῖ ἀργότερα, μετά τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία, μέσα στήν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Στ. Ν. Σάκκος