Στιγμή ὁριακή γιά τήν ἱστορία τοῦ κόσμου ἐκείνη ἡ στιγμή κατά τήν ὁποία ὁ ἄγγελος Γαβριήλ χαιρετίζει τήν Παρθένο. Τῆς φέρνει τό μήνυμα τοῦ οὐρανίου Πατρός καί περιμένει τή δική της συγκατάθεση, γιά νά τήν ἐπισκιάσει ἡ δύναμη τοῦ παναγίου Πνεύματος, ὥστε νά κυοφορήσει στά σπλάχνα της τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Τή λιτή εὐαγγελική διήγηση ἀποδίδουν περίτεχνα οἱ ἐκκλησιαστικοί μας ὕμνοι καί μάλιστα ὁ Κανόνας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ποίημα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ.
Στή θαυμάσια ἑρμηνεία τοῦ Κανόνα αὐτοῦ ὁ ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης, στηριζόμενος στήν πατερική θεολογία, ἀκούει τόν ἄγγελο νά ἐξηγεῖ στήν Παρθένο τήν «ἄσπορον σύλληψιν». Ἐγώ, λέει ὁ Γαβριήλ, σοῦ εὐαγγελίζομαι μία σύλληψη ὄχι σάν τίς συλλήψεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, πού γίνονται μέ συνουσία ἀνδρός καί μέ ἐμπαθῆ ἡδονή, ἀλλά σοῦ εὐαγγελίζομαι μία σύλληψη χωρίς σπορά∙ διότι τέτοια πρέπει νά εἶναι τοῦ Θεοῦ Λόγου ἡ σύλληψη, ἀνώτερη ἀπό κάθε ἐμπαθῆ ἡδονή.
Καί γιατί ἡ σύλληψη τῆς Παρθένου ἔγινε ἄσπορη καί ἀνήδονη; Γιά δύο λόγους: Πρῶτον, γιά νά ἀναλάβει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στή δική του ὑπόσταση καθαρή καί καινούργια τή φύση τοῦ Ἀδάμ, ὅπως ἦταν πρίν ἀπό τήν παράβαση, καθόσον ἡ ἐμπαθής ἡδονή, διά τῆς ὁποίας συλλαμβάνονται οἱ ἄνθρωποι, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παραβάσεως τοῦ Ἀδάμ.
Ἄν ἡ σύλληψη τοῦ Χριστοῦ γινόταν ἀπό σπέρμα, δέν θά ἦταν καινούργιος ἄνθρωπος οὔτε ἀρχηγός καί χορηγός τῆς ζωῆς πού δέν παλιώνει. Ὄντας ἀπό ἐκεῖνο τό παλιό φύραμα καί κληρονόμος ἐκείνου τοῦ πταίσματος, δέν θά μποροῦσε νά φέρει στόν ἑαυτό του τό πλήρωμα τῆς ἀθάνατης θεότητας καί νά κάνει τή σάρκα ἀνεξάντλητη πηγή τοῦ ἁγιασμοῦ, ὥστε μέ περίσσια δύναμη καί τόν μολυσμό τῶν προπατόρων νά ἀποπλύνει καί στό ἑξῆς νά μπορεῖ νά ἁγιάζει τούς πάντες.
Δεύτερον, ἡ σύλληψη τοῦ Θεοῦ Λόγου ἦταν ἀνώτερη ἀπό τήν ἡδονή, ὥστε καθώς συνελήφθη χωρίς σπορά καί ἡδονή, ἔτσι καί νά γεννηθεῖ χωρίς φθορά καί ὠδίνες∙ αὐτά τά δύο εἶναι ἀλληλλένδετα μεταξύ τους. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ θεῖος Γρηγόριος Νύσσης: «... Ὅπου δέν προηγήθηκε ἡδονή τοῦ τόκου, οὔτε πόνος ἐπακολούθησε». Καί ὁ θεοφόρος Μάξιμος σημειώνει: «Ὁ Ἀδάμ, ἐπειδή παράκουσε, δίδαξε νά ἀρχίζει μέ τήν ἡδονή ἡ γέννηση τῆς φύσεως∙ ὁ Κύριος βγάζοντας ἀπό τή φύση τήν ἡδονή, δέν δέχθηκε σύλληψη μέ σπορά». Καί ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς πανηγυρίζοντας στή γιορτή λέγει: «Στήν Εὔα κυριαρχοῦσαν οἱ λύπες τῆς ὀδύνης, ἐδῶ ὅμως ἡ χαρά ἔγινε ὁ μαιευτήρας∙ διότι ἀποβλήθηκε ἀπό τήν Παρθένο ἡ ὠδίνη». Αὐτό προανήγγειλε καί ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα: «Πρίν ἔλθει ὁ πόνος τῶν ὠδίνων, ξέφυγε καί γέννησε ἀρσενικό».
Ἁγ. Νικοδήμου, Ἑορτοδρόμιον
1,388-390.