Δέν εἶχε τίποτε τό ἰδιαίτερο ἐξωτερικά ἡ παρθένος Μαρία, ὅταν τήν εὐαγγελίστηκε ὁ Οὐρανός. Ἦταν μιά ἁπλή κόρη τῆς Ναζαρέτ σέ ὥρα γάμου. Ἦταν μάλιστα ἤδη ἀρραβωνιασμένη. Καταγινόταν προφανῶς, ὅπως ὅλα τά κορίτσια τῆς ἐποχῆς της, μέ τό νοικοκυριό καί προετοιμαζόταν ἔτσι κατάλληλα γιά τή δική της οἰκογένεια πού δέν θ᾽ ἀργοῦσε.
Αὐτά βέβαια γιά ὅσους δέν τή γνώριζαν παρά μόνον ἀπό μακριά. Διότι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου ἦταν ὄντως πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα. Ὁ ἄγγελος Γαβριήλ δέν τήν ἀποκάλεσε χωρίς λόγο «κεχαριτωμένη» καί «εὐλογημένη ἐν γυναιξί» (Λκ 1,28), καί ἀσφαλῶς δέν τήν ἐπέλεξε ὁ Θεός γιά τό ὕψιστο ἔργο πού τῆς ἀνέθεσε, χωρίς νά διαθέτει τίς ἀνάλογες προϋποθέσεις. Οἱ ἀρετές, πού διέκριναν τή Μαριάμ καί τήν ἀξίωσαν νά ἀναδειχθεῖ ζωντανή κιβωτός τῆς καινῆς διαθήκης, ἦταν πράγματι ἀξιοθαύμαστες. Ἀπό τόν χαιρετισμό ἀκριβῶς τοῦ ἀγγέλου ἀλλά καί ἀπ᾽ ὅσα μᾶς παραδίδει γενικά ἡ Βίβλος γιά τή ζωή της καταλαβαίνουμε ὅτι διακρινόταν ἰδίως γιά τήν πίστη, τήν ἀφοσίωση στή μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν ἁγνότητα, τήν ταπείνωση καί τήν ὑπομονή της.
Ὅμως στούς καιρούς μας πού δεσπόζει ὁ θόρυβος, πού ὅλοι μιλοῦν γιά ὅλα φλύαρα καί μέ κύρια ἐπιδίωξη νά ἐντυπωσιάσουν, πού ὁ λόγος προσφέρεται τόσο εὔκολα, πληθωρικά καί φτηνά, ἀξίζει νομίζω νά σπουδάσουμε μέ ζῆλο καί κάτι ἄλλο στό σεπτό πρόσωπό της: τή μοναδική, βαθειά σιωπή της. Ἄν καί μητέρα τοῦ Θεοῦ, «πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν» καί «κυρία τῶν ἀγγέλων», ἡ Παρθένος εἶναι ἕνα ἀπό τά κύρια πρόσωπα στήν ἱστορία τοῦ υἱοῦ της πού ὅμως δέν λέει τίποτε. Ἐλάχιστοι εἶναι οἱ λόγοι της πού γνωρίζουμε: Ὅ,τι εἶπε στόν Γαβριήλ κατά τόν εὐαγγελισμό της, ἡ ὠδή της ὅταν συνάντησε τή συγγενῆ της Ἐλισάβετ, ὁ λόγος της στόν δωδεκαετῆ Ἰησοῦ στόν Ναό, καί ὅσα, λίγα, ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἐξιστορώντας τό σημεῖο τοῦ γάμου στήν Κανά τῆς Γαλιλαίας. Ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου εἶναι στή Βίβλο μιά παρουσία πού συγκινεῖ μέν τόν καθένα, ἀλλά μέ ἄλλον τρόπο, ὄχι μέ τά λόγια καί τίς ἐκφράσεις της.
Ἡ στάση της αὐτή ἦταν ἔλλογη, συνειδητή, καί ὑποδηλώνει δύο κυρίως ἀλήθειες πού πρέπει νά προσέξουμε. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι ὑπαγορεύτηκε κυρίως ἀπό τόν βαθύ συγκλονισμό τῆς Μαρίας μπροστά στό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο μάλιστα ἀξιώθηκε νά ὑπηρετήσει ὅσο κανείς ἄλλος. Μπροστά στόν Κύριο τοῦ παντός σιωπᾶ ἀκόμη καί ἡ ἁγιότερη ὕπαρξη, τό ἀμαράντινο καί πιό ὑπέροχο ἄνθος τῆς ἀνθρωπότητας, ὁ καρπός τῆς παλαιᾶς διαθήκης, δηλαδή τοῦ σχεδίου τοῦ Γιαχβέ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ἡ πάναγνη Κόρη πού διόρθωσε τό σφάλμα τῆς Εὔας. Καί ἔχοντας αὐτό ὡς κριτήριο εἶναι πραγματικά ἀναίδεια νά μιλᾶς γιά τόν Θεό, «κατενώπιον τοῦ Θεοῦ» (Β΄ Κο 2,17), μέ ἔπαρση, ἀλαζονεία καί μέ τή νοοτροπία ὅτι τά ξέρεις ὅλα, ἐσύ, ὁ πάμφτωχος. Κι ὅμως! Πόσες φορές ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Χριστιανοί, πέφτουμε σ᾽ αὐτή τήν παγίδα! Καί πόσες φορές ἐκπίπτουμε αὐτόχρημα στήν ἀργολογία, στόν αὐτοέπαινο καί στήν κατάκριση!...
Ἡ δεύτερη ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ Μαριάμ ἔδωσε στήν Ἐκκλησία μέ τή συμπεριφορά της αὐτή τόν τύπο τῆς ἀληθινῆς χριστιανῆς γυναίκας. Τόσο ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅσο καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὑπογραμμίζουν ὅτι ἡ χριστιανή γυναίκα, πού θέλει νά εἶναι ἀντάξια τοῦ ἱεροῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, καταξιώνεται ὄχι στό προσκήνιο, στή δημοσιότητα καί στήν ἔπαλξη τοῦ ἡγέτη, ἀλλά στήν ἀφάνεια καί στή σιωπηλή, σεμνή διακονία της εἴτε στήν οἰκογένειά της εἴτε μεταξύ τῶν ἀδελφῶν (βλ. Α΄ Τι 2,9-15∙ 3,11∙ 5,10∙ Ττ 2,3-5· Α΄ Πέ 3,1-6). Καί ἀσφαλῶς γι᾽ αὐτή τή διδαχή τους εἶχαν ὑπ᾽ ὄψιν κατ᾽ ἀρχήν, καί οἱ δύο, τό παράδειγμα τῆς Θεοτόκου. Σήμερα βέβαια αὐτές οἱ θέσεις θεωροῦνται ἀπό τούς περισσότερους ἀναχρονιστικές καί ρατσιστικές, καί προκαλοῦν τήν ὀργή ἰδίως τῶν φεμινιστριῶν, ὅμως δέν παύουν νά εἶναι θεόπνευστες, διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Καί ποιός θά μποροῦσε νά πεῖ ὅτι ὁ Κύριος, ἡ Ἀγάπη, εἶναι ρατσιστής; Ἀποτελεῖ βλασφημία ἀκόμη καί νά τό σκεφτεῖ κανείς!... Ἀντίθετα, ρατσιστής γιά τή χριστιανική πίστη εἶναι ὁ σύγχρονος κόσμος πού δέν διακρίνει ρόλους στά δύο φύλα, ὅπως ὁ Θεός, ἀλλά ἐξυψώνει τόν ἄνδρα καί μειώνει τή γυναίκα σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά ὠθεῖ τή δεύτερη νά μοιάσει ἀπεγνωσμένα στόν πρῶτο! Ἀκόμη καί στήν ἱεροσύνη τή σπρώχνει, κάτι βέβαια τό ἀνήκουστο καί ἀπαράδεκτο γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ! Ἡ «ἱεροσύνη» τῆς γυναίκας στόν Χριστιανισμό εἶναι καί θά εἶναι πάντοτε, κατ᾽ ἀναλογίαν, ἡ «ἱεροσύνη» τῆς Παναγίας, δηλαδή ἡ φυσική καί πνευματική μητρότητα.
Πρότυπο σιωπῆς, λοιπόν, ἡ παρθένος Μαρία. Πρότυπο γιά τίς γυναῖκες πού θέλουν νά εἶναι θεοσεβεῖς, ἀλλά καί γιά τούς ἄνδρες, ὥστε νά μήν ἐκτρέπονται στήν ὑπερβολή, στήν κενοδοξία καί στήν ἐγωιστική νοοτροπία. Ἡ Θεοτόκος ὑπογραμμίζει τελικά γιά ὅλους μας μέ τόν πιό ζωντανό τρόπο, μέ τήν ἴδια τή βιοτή της, τή σημασία τοῦ ἀκατάλυτου λόγου τοῦ Θεοῦ: «Ὅποιος δέν σφάλλει μέ τή γλώσσα, αὐτός εἶναι τέλειος ἄνθρωπος» (Ἰα 3,2).
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Δρ Θεολογίας, Φιλόλογος
"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2022