Τά Φῶτα εἶναι ἀπό τίς παλαιότερες γιορτές τῆς Ἐκκλησίας. Κατ’ αὐτήν πανηγυρίζεται ἡ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία ἀκολούθησε ὁ τριετής δημόσιος βίος του, ἡ διδασκαλία, τό πάθος καί ἡ ἀνάστασή του. Τά Θεοφάνια ἤ Ἐπιφάνια, γιά τούς χριστιανούς τῆς Δύσης, σηματοδοτοῦν τόν φωτισμό τῆς ἀνθρωπότητας μέ τήν εἴσοδο τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. «Ὁ ἐπιφανεῖς, Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι» εἶναι ἡ φράση κατάληξης τοῦ ἀπολυτικίου τῆς γιορτῆς. Καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἔδωσε στή γιορτή τό ὄνομα Φῶτα, ἐπειδή μέ τήν ἐπιφάνειά του ὁ Χριστός φώτισε τόν κόσμο. Σέ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος τῆς βάπτισης ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε τήν ἀκολουθία ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων, ὁ ὁποῖος λαμβάνει ἐπί αἰῶνες πανηγυρικό χαρακτήρα σέ τόπους κοντά σέ θάλασσα, λίμνη ἤ ποταμό. Τήν παράδοση αὐτή σεβάστηκαν καί οἱ κατακτητές μας, ἀκόμη καί ἀλλόθρησκοι. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ φρόντιζε νά φέρει στόν ναό σκεῦος, γιά τήν παραλαβή τοῦ ἁγιασμένου ὕδατος. Τό χρησιμοποιοῦσε αὐτό γιά τόν ἁγιασμό ὄχι μόνο τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας, ἀλλά καί τῶν ζωντανῶν καί τῶν χωρῶν, τῶν οἰκημάτων ὥς καί τοῦ βρωμεροῦ στάβλου, γιά νά ἔχουν τά πάντα τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Καί διατηροῦσε, μέ τήν προσθήκη νεροῦ, ἀπόθεμα πρός χρήση καθ᾽ ὅλο τό ἔτος. Καί δέν ἔκρυβε τήν ἱκανοποίησή του, πού ὁ ἁγιασμός παρέμενε χωρίς ἀλλοίωση, ἔνδειξη ὅτι ἡ πίστη μας εἶναι ζωντανή, σέ ἀντίθεση μέ ἄλλες, ἀκόμη καί χριστιανικές.
Κύλισαν αἰῶνες. Ἡ Δύση ἀποσπάστηκε ἀπό τό σῶμα τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πίστη ἀλλοιώθηκε, ἡ εἰκόνα τοῦ προσώπου παραμορφώθηκε. Ἡ ἀσκητική θεώρηση τοῦ βίου καί οἱ παραδόσεις ὑποτιμήθηκαν στό ἔπακρο. Ἡ νοησιαρχία ὑπό τήν ἐπιρροή τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ οἰκοδόμησε οἴκημα μέ θεμέλιο ὄχι τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ συνέπειες ὑπῆρξαν ὀδυνηρές. Ἡ ἐν Χριστῷ ἐλευθερία ὑποκαταστάθηκε ἀπό τό καθεστώς τῆς φεουδαρχίας καί τήν «ἱερή ἐξέταση»· ὁ φωτισμός τοῦ Χριστοῦ ἀπό τόν, κατά γενική παραδοχή, σκοταδισμό τοῦ Μεσαίωνα.
Καί ὅταν ἡ αὐθαιρεσία ἔφθασε σέ ἀκραῖες ἐκδηλώσεις προκάλεσε τήν ἀντίδραση, ἡ ὁποία ἐκδηλώθηκε μέ τή λεγόμενη θρησκευτική μεταρρύθμιση. Γνώρισμα αὐτῆς δέν ἦταν ἡ ἀναζήτηση τῆς χαμένης στόν χῶρο τοῦ δεσποτικοῦ παπισμοῦ ἀλήθειας, ἀλλά ἡ αὐθαίρετη πορεία μέ βάση ὄχι τήν παράδοση τῆς ἀγνοημένης στή Δύση ἀρχέγονης Ἐκκλησίας, ἀλλά τίς προσωπικές πεποιθήσεις καί ἀντιλήψεις τῶν μεταρρυθμιστῶν. Καί ἡ νέα πλάνη ἀποδείχθηκε χειρότερη ἀπό τήν πρώτη, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ πολυδιάσπαση στόν χῶρο τῶν μεταρρυθμιστῶν καί ὁ ἀκατάσχετος πολλαπλασιασμός τῶν «ἐκκλησιῶν» στόν χῶρο τους! Καυχήθηκαν ὅτι στόν «ὀρθολογισμό» οἰκοδόμησαν τήν «ἀληθινή» πίστη στόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί στάθηκαν ἰδιαίτερα ἐχθρικοί καί πολέμιοι τῶν λαϊκῶν παραδόσεων, τίς ὁποῖες συλλήβδην ἀπέρριψαν ὡς δεισιδαιμονίες τοῦ «σκοτεινοῦ» παρελθόντος!
Ἡ τραγικότητα τοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ ἔγκειται στή θεμελίωσή του στή νοησιαρχία καί τόν «ὀρθολογισμό», μέ τά ὁποία πίστεψαν ὅτι θά μποροῦσαν νά πείσουν τους μή χριστιανούς νά ἀποδεχθοῦν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, στήν οὐσία τή δική τους πίστη. Ἔτσι τό οἰκοδόμημά τους, χωρίς θεμέλιο τόν Χριστό, σαρώθηκε καί ἔπεσε μέ πάταγο κατά τήν ἐποχή τοῦ λεγόμενου «διαφωτισμοῦ». Εἶχε προηγηθεῖ, κατά τή λεγόμενη «ἀναγέννηση», ἡ ἀμφισβήτηση τῆς αὐθεντίας τοῦ ἐπί γῆς «ἀντιπροσώπου» τοῦ Θεοῦ. Ἀκολούθησε ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὡς Θεοῦ τῆς ἱστορίας. Ἀπωθήθηκε ἀρχικά στούς «οὐρανούς», ὡς Θεός ἀδιάφορος γιά τά πλάσματά του, γιά νά ὁδηγηθεῖ στήν ἀνυπαρξία, πού διακήρυξε κατά τρόπο τραγικό ὁ Νίτσε μέ τήν κραυγή «ὁ Θεός πέθανε»! Οἱ «θεοκτόνοι» ἄνθρωποι καταστάθηκαν οἱ ἴδιοι θεοί καί ἀνέλαβαν νά φωτίσουν τόν κόσμο μέ τά δικά τους «φῶτα», τά τοῦ «διαφωτισμοῦ»! Καί ὁ κόσμος πορεύεται ἔκτοτε μέ τήν ἀλαζονεία καί τήν ἔπαρση τῶν διαχειριστῶν τοῦ ἀνθρωποκτόνου πειράματος. Καθησυχάζουν αὐτοί τούς λαούς ὅτι ὅλα βαίνουν καλῶς καί ὅτι δέν ὑπάρχει κίνδυνος ἀνησυχίας, καθώς αὐτοί γνωρίζουν νά διαχειρίζονται τίς κρίσεις, πού οἱ ἴδιοι προκαλοῦν! Ὁ ἐγωισμός δέν ἐπιτρέπει νά ἀναφωνήσουν τό τοῦ Γκαῖτε: «Ἄχ! σπούδασα φιλοσοφία καί νομική καί ἰατρική καί, ἀλίμονο, θεολογία μέ κόπο καί μ’ ἐπιμονή· καί νά ᾽μαι ᾽δῶ μέ τόσα φῶτα, ἐγώ μωρός, ὅσο καί πρῶτα!» (ἀπό τόν μονόλογο τοῦ «Φάουστ»).
Ἀπό τά φῶτα τῆς Δύσης θαμπωθήκαμε καί μεῖς, ὅταν, μετά ἀπό αἱματηρές θυσίες, ξαναγευτήκαμε ψευδαίσθηση ἐθνικῆς ἐλευθερίας. Οἱ δυτικόπληκτοι ὁμογενεῖς μας, στήν ὑπηρεσία τῶν ξένων «προστατῶν» μας, μετέφεραν τά «φῶτα» τῆς Ἑσπερίας καί στή χώρα μας, νά μᾶς ξεστραβώσουν, κατά τόν Μακρυγιάννη. Ὁ λαός μας ἀντιστάθηκε στήν ἀλλοτρίωσή του μέ ὅσες δυνάμεις διατήρησε ὑπό καθεστώς δουλείας. Τελικά φαίνεται νά ὑποκύπτει ἀποδεχόμενος ὡς μοιραῖο τό «ἀνήκομεν εἰς τήν Δύσιν» καί ὅση ἀλλοτρίωση αὐτό φέρνει ξωπίσω του. Ἡ δουλόφρονη στάση μας σέ ὅ,τι ξενόφερτο ἀποκαλύπτει τήν ἀπαξίωση τῆς παράδοσής μας. Μάλιστα μέ ἀφροσύνη καυχώμαστε: «Μποροῦμε νά κάνουμε καί χωρίς τόν Χριστό! Ὁ πλανήτης μας ἔχει πλημμυρίσει ἀπό φῶτα! Εἶναι πλέον καιρός νά πορευθοῦμε καί ἐμεῖς στόν δρόμο τῆς “προόδου” πού ἄνοιξαν οἱ λαοί τῆς Δύσης, οἱ “διαφωτισμένοι”! Πότε θά συναισθανθοῦμε τό πνευματικό μας σκοτάδι;
Ἀπ. Παπαδημητρίου
"Ἀπολύτρωσις", Ἰαν. 2022