Στό ἱερό εἰκονοστάσι τῆς Ἐκκλησίας προβάλλουν ἀπό τά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας τά ματωμένα ράσα ἐκλεκτῶν κληρικῶν ἀλλά καί τά λευκά κρίνα σεμνῶν παρθένων, ἀναδύονται μορφές σεβάσμιων ἀνδρῶν ἀλλά καί μικρῶν παιδιῶν. Ἀνάμεσά τους στέκει κι ἕνας δεκατετράχρονος ἔφηβος, τόν ὁποῖο εὐλαβικά τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας στίς 20 Δεκεμβρίου.
Γεννήθηκε ὁ Ἰωάννης στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα, τότε πού ἡ χιλιοβασανισμένη πατρίδα μας στέναζε κάτω ἀπό τόν βαρύ ζυγό τῆς τουρκικῆς δουλείας. Πατρίδα του τό γραφικό χωριό Μαρίαις (σήμερα Μαριές) τῆς Θάσου, ὅπου ἀνατράφηκε μέσα σέ μία οἰκογένεια θεμελιωμένη ἀσάλευτα στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Στά ἄγουρα χρόνια τῆς ἐφηβείας φθάνει στήν Κωνσταντινούπολη μέ τή βοήθεια κάποιων συμπατριωτῶν του γιά νά μάθει μία τέχνη. Δίπλα σ᾽ ἕναν χριστιανό ράφτη, πού ἔχει τό ἐργαστήριό του στόν Γαλατά, δουλεύει μέ φιλότιμο, ἐργατικότητα καί ἐπιμέλεια.
Μιά χειμωνιάτικη μέρα ἀψηφᾶ τό τσουχτερό κρύο καί τρέχει πρόθυμα νά ἐξυπηρετήσει τό ἀφεντικό του καί νά ἀγοράσει κλωστές ἀπό ἕνα μεγάλο κατάστημα. Ἐκεῖ ὁ ἑβραῖος ἔμπορος ἐπιχειρεῖ νά τόν ξεγελάσει, ἀποσπώντας του περισσότερα χρήματα καί ὄχι μόνο τό ἀντίτιμο γιά τά ὑλικά πού ἀγόρασε. Ὁ Ἰωάννης μέ τό καθαρό μυαλό του ἀντιλαμβάνεται τήν ἀδικία καί ἀντιδρᾶ. Ὁ πονηρός Ἑβραῖος ὀργίζεται μέ τό παιδί πού κατάφερε νά ξεσκεπάσει τήν πονηριά καί τήν ἀτιμία του. Τότε, γιά νά τό ἐκδικηθεῖ, βρίσκει εὐκαιρία τήν ὥρα πού ὁ Χότζας βρισκόταν στόν μιναρέ καί κατηγορεῖ μέ δυνατή φωνή τόν Ἰωάννη ὅτι βρίζει τήν πίστη τῶν μουσουλμάνων. Ἀγριεμένοι οἱ Τοῦρκοι πού τό ἀκοῦν, ἁρπάζουν τόν νεαρό Ἰωάννη καί χτυπώντας τον ἀλύπητα τόν ὁδηγοῦν στόν Βεζίρη μέ τήν κατηγορία ὅτι ἐξυβρίζει τήν πίστη τους. Τό ἁγνό παιδί φωνάζει μέ δύναμη πώς ὅλα αὐτά εἶναι ψεύτικες συκοφαντίες τοῦ Ἑβραίου. Ἀλλά ποιός δίνει σημασία σ᾽ ἕνα ἄγνωστο χριστιανόπουλο; Ποιός ἀκούει τή φωνή του; Ποιός ὑπολογίζει τή γνώμη του; Στήν ὀθωμανική αὐτοκρατορία βασιλεύει τό ψέμα, ἡ βία καί ἡ ἀδικία.
Τό βλέμμα τοῦ Βεζίρη, καθώς ἀντικρίζει τό γενναῖο παλληκαράκι τοῦ Χριστοῦ, ἐντυπωσιάζεται ἀπό τό ὡραῖο παράστημά του καί τό καθάριο βλέμμα του. Τί λεβεντόκορμα νιάτα ἔχουν οἱ χριστιανοί ραγιάδες! Μεγάλη ἡ νίκη του ἄν τό κάνει νά ἀλλαξοπιστήσει.
– Ἔλα νά γίνεις Τοῦρκος, νά γλυτώσεις τή ζωή σου καί νά σ’ ἔχω κοντά μου, νά σέ τιμήσω καί νά σέ πλουτίσω. Ἄφησε τήν πίστη σου κι ἔλα στή δική μας!
Ἐλπίζει πώς αὐτό θά εἶναι εὔκολο, ἀφοῦ τό παιδί βρίσκεται μακριά ἀπό τήν οἰκογένειά του, μόνο καί ἄγνωστο στή μεγάλη πόλη, κυκλωμένο ἀπό μουσουλμάνους καί τζαμιά. Μέ τέχνη καί μαεστρία, χρησιμοποιώντας γλυκόλογα καί ὑποσχέσεις, προσπαθεῖ ὁ Βεζίρης νά δελεάσει τό νεαρό ἀγόρι. Καί ὅσα τοῦ ὑπόσχεται δέν εἶναι λίγα. Πλούτη καί δόξα καί ἄνετη ζωή.
Τό μικρό Ἑλληνόπουλο ὅμως πού στέκει ἀπέναντί του κουβαλᾶ μέσα στήν καρδιά του ὅλο τό μεγαλεῖο τῆς Φυλῆς. Τό θήλασε μαζί μέ τό γάλα ἀπό τήν εὐσεβέστατη μητέρα του, πού πρῶτο μέλημά της εἶχε νά γαλουχήσει τά παιδιά της μέ τά ἀθάνατα νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Τό βίωσε στό παράδειγμα τοῦ πατέρα, τοῦ τίμιου ἀγωνιστῆ τῆς βιοπάλης. Τοῦ κόσμου ὅλου τά βασίλεια δέν ἀξίζουν τίποτα μπροστά στόν δικό του πλοῦτο, τόν θησαυρό τῆς ἀληθινῆς πίστης.
- Δέν πρόκειται ν᾽ ἀρνηθῶ ποτέ τόν γλυκύτατό μου Ἰησοῦ Χριστό, ἀκόμα κι ἄν μοῦ κάνετε μύρια βάσανα, ἀκόμη κι ἄν μοῦ χαρίσετε ὁλόκληρο τό βασίλειό σας, ἀπαντᾶ μέ ἅγια παρρησία ὁ ἁγνός ἔφηβος.
Μέσα στό βλέμμα του κλείνει τή σεμνή περηφάνια ὅλων τῶν πνευματικῶν ἀγωνιστῶν, πού μέσα στούς αἰῶνες στάθηκαν ἀλύγιστοι μπροστά στήν ὕλη καί στά φθαρτά ἀγαθά αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Τότε ὁ Βεζίρης πεισμωμένος διατάζει τόν ἀποκεφαλισμό του. Ὁδηγοῦν τόν Ἰωάννη στήν ἀγορά, στήν τοποθεσία «Τσαρσί τῶν γουναράδων», μπροστά στό λουτρό καί τόν παραδίδουν στόν δήμιο. Ἴσως τό μικρό παιδί φοβηθεῖ καί ἀλλαξοπιστήσει, ὁπότε θά μποροῦσαν νά ἐξευτελίσουν τήν πίστη τῶν χριστιανῶν δημόσια μέσα στήν ἀγορά...
Ὁ δήμιος τόν ἀναγκάζει μέ τή βία νά γονατίσει. Θέλοντας νά τόν ἐκφοβίσει καί νά ξυπνήσει μέσα του τόν πανικό τοῦ θανάτου, κατεβάζει τό σπαθί καί τόν χτυπᾶ στόν τράχηλο κόβοντάς τον σαδιστικά λίγο-λίγο. Βλέποντας ὅμως ὅτι ὁ ἡρωικός ὁμολογητής δέχεται τό μαρτύριο μέ χαρά καί ἀγαλλίαση, κατεβάζει μέ ὁρμή τό σπαθί καί τόν ἀποκεφαλίζει. Εἶναι 20 Δεκεμβρίου τοῦ 1652.
Ἡ ὀθωμανική αὐτοκρατορία καί τά ὄργανά της δέν σεβάστηκαν ἕνα ἀνήλικο παιδί. Ἡ θρησκεία τους δέν προστατεύει τή ζωή, δέν διδάσκει τή δικαιοσύνη, δέν ἐμπνέει τή σωφροσύνη. Ἕνα ἀνίσχυρο, φτωχό ραφτόπουλο ταπείνωσε τή δύναμη τῆς βίας καί τήν ἰσχύ τῆς τυραννίας! Ἀληθινά ἐλεύθερος ὁ Ἰωάννης πέταξε ἀπό τή γῆ τῆς σκλαβιᾶς στή χώρα τῆς ἐλευθερίας τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.
Τή νύχτα, εὐσεβεῖς χριστιανοί πῆραν τό ἅγιο λείψανο καί τό ἐνταφίασαν μέ συγκίνηση καί τιμή.
Τόν βίο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ διευθυντής τῆς Πατριαρχικῆς Ἀκαδημίας Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης Καρυοφύλλης καί ὁ λόγιος Μελέτιος Συρίγου.
Ἡ εἴδηση τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους τοῦ δεκατετράχρονου Ἰωάννη ἔφθασε στήν πατρίδα του καί σέ κάθε γωνιά τῆς Ρωμιοσύνης, φέρνοντας στούς ραγιάδες ἀφυπνιστικό μήνυμα ἀφοσίωσης στά πάτρια τῆς Φυλῆς. Σήμερα στό χωριό του εἶναι χτισμένη στή μνήμη του μία γραφική ἐκκλησία. «Σεμνύνεται νῦν Θάσος, ἡ πατρὶς φίλη, Σὲ Μάρτυρα πλουτοῦσα. Ὤ πλούτου ξένου!».
Καθώς πορευόμαστε στή φάτνη τῆς Βηθλεέμ, γιά νά προσκυνήσουμε τόν Θεό πού γίνεται γιά τή σωτηρία μας «παιδίον νέον», ἄς διδαχθοῦμε ἀπό ἕναν νέο, τόν ἡρωικό Ἰωάννη, πού προσφέρει στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό τήν ὕπαρξή του ὅλη ζωντανή θυσία! Κι ἄς ἐπιθυμήσουμε κι ἡ δική μας προσφορά στό θεῖο Βρέφος νά εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική ἀφοσίωση «ἄχρι τέλους».
Ἰχνηλάτης