Χριστούγεννα: Ἡ λύση στήν τραγωδία μας

 

christmas 1c  Χριστούγεννα: Ἡ γέννηση ἑνός παιδιοῦ πού, ἄν καί μοιάζει μέ ὅλα τά παιδιά τοῦ κόσμου, εἶναι τόσο ξεχωριστό! Ἀπό τήν παγωμένη Ἀρκτική μέχρι τό ἔσχατο ἄκρο τοῦ Νότιου Πόλου καί ἀπό τίς θάλασσες τῆς Ἀνατολῆς μέχρι τό τέλος τῶν δρόμων τῆς Δύσης, κανένα ἄλλο παιδί δέν ὑπῆρξε καί δέν εἶναι σάν αὐτό.
  Τό νεογέννητο τοῦτο βρέφος, πού κλαίει ἀδύναμο μέσα στ᾽ ἄχυρα, στό παχνί ἑνός στάβλου, φαίνεται ἀλλά δέν εἶναι τσομπανόπουλο. Εἶναι «ὁ ποιμὴν ὁ καλός», ὁ ὁποῖος «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰω 10,11)! Ὅταν ἀνοίγουν τά ἁπαλά του χεράκια πού χάνονται στίς χοῦφτες τῆς πάναγνης μητέρας του, «τὰ σύμπαντα πίμπλανται χρηστότητος» (βλ. Ψα 103,28)! Τά εὐαίσθητα μάτια του, πού ἐνοχλοῦνται ἀπό τό πολύ φῶς, εἶναι ἐκεῖνα πού βλέπουν τά πάντα στόν κόσμο «γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα» (Ἑβ 4,13)! Ἡ καρδιά του, πού χτυπᾶ δυνατά στίς πρῶ­τες της στιγμές ἔξω ἀπό τά μητρικά σπλάγχνα, εἶναι αὐτή πού μέ τό αἷμα της προσφέρει στήν ἀνθρωπότητα «τὴν ἀπολύτρωσιν» (Ἐφ 1,7)!
  Τό παιδί αὐτό, ὅσο παράδοξο κι ἄν ἀκούγεται, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος! Ποιός ἀλήθεια θά μποροῦσε νά τό φανταστεῖ;! Ἡ τραγωδία μας, ὁ θάνατος, δέν λύθηκε στά ἐργαστήρια, μέ τίς μεθόδους γιά τίς ὁποῖες καυχᾶται ὁ ἀν­θρώπινος νοῦς, οὔτε ἀντιμετωπίστηκε ἀπό τίς ὀρδές τῶν φιλοσόφων καί τῶν θρησκομανῶν. Ὅλοι αὐτοί, ἀδύναμοι παντελῶς νά ἀρθρώσουν ἔστω καί μία λέξη ἀναιρετική τῆς φθορᾶς, μᾶς προτείνουν νά συμβιβαστοῦμε μέ τόν θάνατο, διότι, ὅπως λένε, εἶναι κάτι τό φυσικό ἤ -ἀκόμη χειρότερα- τό ἱερό! Ὡστόσο πόσο φυσικό εἶναι νά λαχταρᾶ κάθε κύτταρό μου τή ζωή κι ὅμως νά πεθαίνω καί νά σαπίζω; Καί πόσο ἱερό εἶναι νά ὀνομάζω τή ζωή πόνο καί ὀδύνη, καί νά διδάσκομαι νά ἐπιθυμῶ τό νιρβάνα, δηλαδή τό ἀπόλυτο τίποτε;...
  Ἀπό τή στιγμή πού γεννιέμαι πεθαίνω, ὁ χρόνος μέ ὁδηγεῖ ἀναπόδραστα στόν τάφο, κι ὅμως ἐγώ παλεύω ἀδυσώπητα γιά τή ζωή! Εἶναι μιά μάχη σκληρή, ἰσόβια, πού τή δίνει ὡστόσο ὅλο μου τό εἶναι. Λένε κάποιοι σοφοί τῆς ἐποχῆς μας ὅτι πρέπει νά μετατρέψουμε τόν φόβο τοῦ θανάτου σέ εὐκαιρία γιά νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἀξία τῆς στιγμῆς, τοῦ τώρα. Νά μή σκεφτόμαστε τό μέλλον. Ὅτι ὁ φόβος αὐ­τός εἶναι μόνο ψυχολογικός καί ὅτι μπορεῖ νά ξεπεραστεῖ ἀρκεῖ νά προσπα­θή­σουμε. Ἀλλά πραγματικά τί πιό ὀξύμωρο ἀπ᾽ αὐτό! Τί πιό ἐξοργιστικό! Καί πόσο ἀντέχει αὐτή ἡ στρουθοκαμηλική λογική μπροστά στό νιόσκαφτο μνῆμα;
  Τή λύση στό ἄλυτο αὐτό πρόβλημα τήν ἔδωσαν τά Χριστούγεννα. Ἡ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου, πού ἔφερε στόν ἑαυτό του τόν θάνατο τριαντατρία ὁλόκληρα χρόνια καί τόν συνέτριψε μέ τόν θάνατό του πάνω στόν Σταυρό, μᾶς ἀπελευθέρωσε μιά γιά πάντα ἀπ᾽ αὐτόν τόν «ἔσχατον ἐχθρόν» μας (βλ. Α´ Κο 15,26)! Ὁ Ἰησοῦς μᾶς χαρίζει τή ζωή μέσα ἀπό τίς πληγές στό σῶμα του, πού εἶναι πραγ­ματικό, σάρκινο, καί τό ὁποῖο τό ντύθηκε ὡς Θεός ὅταν ἐνανθρώπησε. Ἔτσι ἐμεῖς οἱ σάρκινοι μποροῦμε ὄχι μόνο νά βλέπουμε τόν ἀόρατο Κύριο, ἀλλά καί νά τόν ἀγγίζουμε καί νά τόν κοινωνοῦμε ἀκόμη! Καί μέσα ἀπ᾽ αὐτή τήν τόσο ἁπτή κοινωνία, τή θεία Κοινωνία, νά γίνεται ἡ ἀνάστασή του ἀνάστασή μας καί ἡ ἀθάνατη ζωή του ζωή μας!...
Τώρα, ναί, μπορῶ νά χαίρομαι χωρίς πιά νά φοβᾶμαι. Μέ ἀπελευθέρωσαν ἀπό τόν φόβο τά Χριστούγεννα. Ζῶ ἑνωμένος ὑπαρξιακά μέ τόν Κύριο, τί μπορεῖ νά μέ ἀπειλήσει; Μπροστά μου ἀνοίγεται ὄχι πλέον τό σύνορο τοῦ νεκροταφείου ἀλλά ὁ ὁρίζοντας τῆς αἰωνιότητας.
  Καί ὄχι μόνον αὐτό. Τά Χριστούγεννα μοῦ δίνουν καί τή χάρη νά μπορῶ στό ἑξῆς νά εἰρηνεύω. Ἔχασα τήν εἰρήνη μου, ὅταν ἀποστράφηκα στήν Ἐδέμ τόν ἅγιο Θεό. Τότε ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς μου παραδόθηκα στόν θάνατο καί αὐτό εἶχε σάν συνέπεια νά γίνει ὁ πλησίον ἐχθρός μου. Διότι πῶς ἀλήθεια νά ἔχω εἰρήνη μαζί του, ὅταν δοῦλος πλέον τῆς φθορᾶς προσπαθοῦσα νά ἐπιβιώσω κερδίζο­ντας ὁλοένα καί περισσότερα εἰς βάρος του; Τώρα ὁ Κύριος μέ τή σάρκωσή του καί τή νίκη του πάνω στόν θάνατο μέ ἀπαλλάσσει ἀπ᾽ αὐτή τή διελκυστίνδα. Τά γήινα μπροστά στή ζωή πού μοῦ προσφέρει Ἐκεῖνος εἶναι γιά μένα σκύβαλα, σκουπίδια. Κατέχω τό μέγιστο! Τί μοῦ προσφέρει τό ἀγωνιῶδες κυνήγι τῶν μικρῶν;
  Τέλος, τά Χριστούγεννα μοῦ ἐπιτρέπουν καί νά ἀγαπῶ. Δέν ἤξερα τί θά πεῖ νά ἀγαπᾶς. Ἤξερα τί θά πεῖ συνύπαρξη, συνεργασία, σεβασμός, ἀλλά ὄχι ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη γιά νά εἶναι ἀληθινή, ὀφείλει νά εἶναι ἀνιδιοτελής. Νά μή ζητᾶ ἀνταλλάγ­ματα. Ὅμως ὁ θάνατος δέν μοῦ ἄφηνε περιθώρια γιά κάτι τέτοιο. Προηγοῦνταν ἡ ἀνάγκη μου νά ζήσω καί γι᾽ αὐτό πλησίαζα τόν ἄλλον ἐπιδιώκοντας ὀφέλη. Τά Χριστούγεννα μ᾽ ἐλευθέρωσαν ἀπ᾽ αὐτή τήν ἀποθηρίωση. Μπορῶ τώρα ν᾽ ἀγαπάω χωρίς ὅρια καί χωρίς νά περιμένω τίποτε, κι ἔτσι νά ἀπολαμβάνω ἀπό τή γῆ τόν οὐρανό!...
  Ναί, τώρα καταλαβαίνω. Τώρα νιώθω τί ἀκριβῶς θά πεῖ ὁ θεσπέσιος ἐκεῖνος ἀγγελικός ὕμνος πού ἀκούστηκε τή νύχτα τῆς γέννησης τοῦ Κυρίου: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λκ 2,14). Καί τόν ζῶ ἀληθινά!

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας

"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2021