῾Ο προφήτης Βαρούχ καταγόταν ἀπό εὐγενῆ οἰκογένεια τῆς ᾿Ιερουσαλήμ. Ὑπῆρξε πιστός μαθητής, βοηθός καί ἀφοσιωμένος συνεργάτης τοῦ προφήτη ᾿Ιερεμία. ῾Ο ᾿Ιερεμίας τοῦ ὑπαγόρευσε τίς πρῶτες προφητεῖες καί αὐτός ὡς γραμματέας του τίς κατέγραψε. Μέ ἐντολή τοῦ διδασκάλου του τίς διάβασε στίς αὐλές τοῦ Ναοῦ σέ ἕνα μεγάλο πλῆθος λαοῦ. ῾Ο βασιλιάς ᾿Ιωακείμ ἔδειξε ἐνδιαφέρον καί θέλησε κι αὐτός νά τίς γνωρίσει. ᾿Εξοργίστηκε ὅμως πολύ, ὅταν τίς ἄκουσε, ἐπειδή τό περιεχόμενό τους ἦταν δυσάρεστο γιά τόν ἴδιο καί γιά τό βασίλειό του. Τότε διέταξε νά κάψουν τίς προφητεῖες καί νά συλλάβουν τόν Βαρούχ καί τόν ᾿Ιερεμία. Οἱ προφῆτες κρύφτηκαν καί ἀπέφυγαν τή σύλληψη. ᾿Αργότερα, μέ τήν ὑπαγόρευση καί πάλι τοῦ διδασκάλου του, ὁ Βαρούχ ξανάγραψε τίς προφητεῖες πού εἶχαν καεῖ.
Μετά τήν καταστροφή τῆς ᾿Ιερουσαλήμ ἀπό τόν Ναβουχοδονόσορα, ὁ ᾿Ιερεμίας καί ὁ Βαρούχ παρέμειναν στήν ἐρειπωμένη πόλη παρηγορώντας τούς λίγους κατοίκους πού ἀπέμειναν ἐκεῖ. ῎Επειτα ὅμως ἀπό τή δολοφονία τοῦ διοικητῆ Γοδολία, οἱ δύο προφῆτες ὁδηγήθηκαν ἀπό τούς ἐπαναστάτες συμπατριῶτες τους στήν Αἴγυπτο. ῾Ο Θεοδώρητος μᾶς παραδίδει τήν πληροφορία ὅτι ἀπό τήν Αἴγυπτο ὁ Βαρούχ πῆγε στή Βαβυλώνα πέντε χρόνια μετά τήν κατάκτηση τῆς ᾿Ιερουσαλήμ, γιά νά στηρίξει τούς αἰχμάλωτους συμπατριῶτες του. ᾿Εκεῖ συνέγραψε καί τό βιβλίο του. Τό 582 π.Χ., τήν ἡμέρα πού ἦταν ἡ πέμπτη ἐπέτειος τῆς ἁλώσεως τῆς ᾿Ιερουσαλήμ, ὁ Βαρούχ συγκέντρωσε μεγάλο πλῆθος τῶν ἐξόριστων ᾿Ιουδαίων καί τούς διάβασε τίς προφητεῖες του. Στή σύναξη αὐτή παρευρίσκονταν ἱερεῖς, ἄρχοντες καί ὁ βασιλιάς ᾿Ιεχονίας (βλ. Βρ 1,2-4).
᾿Από τή Βαβυλώνα ὁ Βαρούχ γύρισε στήν ᾿Ιερουσαλήμ, γιά νά μεταφέρει μερικά σκεύη τοῦ Ναοῦ, πού οἱ Βαβυλώνιοι τά ἐπέστρεψαν στούς ᾿Ιουδαίους, καί νά φέρει χρηματική βοήθεια σέ ὅσους εἶχαν ἐναπομείνει ἐκεῖ, ὥστε νά ἀγοράσουν ζῶα ἐκ μέρους τῶν ἐξορίστων καί νά τά προσφέρουν στό θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ (βλ. Βρ 1,10). Μετά ἀπό τό πέρας κι αὐτῆς τῆς ἀποστολῆς φαίνεται ὅτι ἐπέστρεψε πάλι στήν Αἴγυπτο. Κατά τόν ἅγιο Ἱερώνυμο, ἐκεῖ πέθανε. ῾Η ᾿Εκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη του στίς 28 Σεπτεμβρίου.
Στούς καταλόγους τοῦ Κανόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναφέρεται πολλές φορές τό βιβλίο του μαζί μέ τίς προφητεῖες τοῦ ᾿Ιερεμία καί τούς Θρήνους ὡς ἕνα βιβλίο μέ τίτλο «᾿Ιερεμίας». Ἀποτελεῖται ἀπό πέντε μόνο κεφάλαια καί χωρίζεται σέ τέσσερα μέρη: α) Εἰσαγωγή (1,1-14), β) ἡ ἐν μετανοίᾳ προσευχή τῶν αἰχμαλώτων (1,15-3,8), γ) ὁ Νόμος ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ καί θησαυρός σοφίας (3,9-4,4), δ) ἔλεγχοι καί παραινέσεις πρός τόν λαό· παρήγορες ἐλπίδες γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ᾿Ιερουσαλήμ (4,5-5,9).
Ὁ Βαρούχ θεωρεῖ ὡς αἰτία γιά τήν ἐρήμωση τῆς ᾿Ιερουσαλήμ καί τήν αἰχμαλωσία τῶν κατοίκων της τήν παράβαση τοῦ Νόμου καί τήν περιφρόνηση τοῦ κηρύγματος τῶν προφητῶν. Μόνο ὁ ᾿Ισραήλ ἀπό ὅλους τούς λαούς θά μποροῦσε νά βρεῖ τόν δρόμο πρός τόν Θεό καί τήν ἀληθινή σοφία μέσα ἀπό τόν Νόμο πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε. Δυστυχῶς ὅμως δέν ἀξιολόγησε τόν θησαυρό πού κρατοῦσε· τόν περιφρόνησε, στράφηκε πρός τά εἴδωλα καί ἐξομοιώθηκε μέ τά εἰδωλολατρικά ἔθνη.
Ἀλλά ὁ πάνσοφος καί παντοδύναμος Θεός, κηρύττει ὁ Βαρούχ, κατέστρωσε προαιώνια ἕνα σχέδιο γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί ἔρχεται ὁ ἴδιος στή γῆ! Τό γεγονός αὐτό δέν τό προαναγγέλλει ἁπλῶς ὁ προφήτης, ἀλλά μέ τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος τό βλέπει καί νιώθει ἀγαλλίαση, τό ἀπολαμβάνει μέ εὐφροσύνη καί τό προφητεύει μέ δύναμη μεγάλη.
Κείμενο
36. Οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν.
37. ᾿Εξεῦρε πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης καὶ ἔδωκεν αὐτὴν ᾿Ιακὼβ τῷ παιδὶ αὐτοῦ καὶ ᾿Ισραὴλ τῷ ἠγαπημένῳ ὑπ᾿ αὐτοῦ·
38. μετὰ τοῦτο ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη.
Μετάφραση
36. Αὐτός εἶναι ὁ Θεός μας! Δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ ἄλλος μαζί του.
37. Ἐρεύνησε κάθε δρόμο γνώσεως καί τήν ἔδωσε στόν Ἰακώβ τό παιδί του καί στόν Ἰσραήλ τόν ἀγαπημένο του.
38. Μετά ἀπ’ αὐτό στή γῆ φανερώθηκε καί μέ τούς ἀνθρώπους συναναστράφηκε.
Ἕνας θριαμβευτικός τόνος κυριαρχεῖ σ᾽ αὐτή τήν περικοπή. Μέ τή δεικτική ἀντωνυμία «οὗτος» ὁ προφήτης δέν ἀναφέρεται ἁπλῶς στόν Θεό, ἀλλά τόν δείχνει, γιατί τόν βλέπει μπροστά του, καί μέ θαυμασμό ἀναφωνεῖ: «Νάτος, ᾿Ισραήλ, αὐτός εἶναι ὁ Θεός μας! ῾Ο ἕνας καί ἀληθινός Θεός! Δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ ἄλλος μαζί του. Οἱ ἄλλοι θεοί εἶναι ἀνύπαρκτοι, ψεύτικοι, πλάσματα τῆς φαντασίας».
Ἔπειτα, μέ μιά ἀνθρωπομορφική ἔκφραση παρουσιάζει τόν Θεό νά ἐρευνᾶ κάθε δρόμο γνώσεως. Αὐτός μόνος κατέχει ὅλη τή σοφία. Μέ ἀγάπη τή δίδαξε στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ· τοῦ τήν παρέδωσε γραμμένη στόν μωσαϊκό νόμο. Τοῦ ἐμπιστεύτηκε ἐπίσης καί τό σοφό σχέδιο πού προαιώνια κατέστρωσε γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κάλεσε τούς πατριάρχες, τούς προφῆτες, τούς δικαίους του νά τό ὑπηρετήσουν. Καί «μετὰ τοῦτο ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἦλθε ὁ ἴδιος ὁ Θεός στή γῆ καί συναναστράφηκε μέ τούς ἀνθρώπους!
Στήν καταπληκτική αὐτή προφητεία τοῦ Βαρούχ, πού εἶναι ἀπό τούς τελευταίους προφῆτες, συνοψίζονται οἱ προφητεῖες ὅλων τῶν προηγούμενων προφητῶν. ῾Ο Θεός, ἀφοῦ πρῶτα δημιούργησε ἕναν πανέμορφο κόσμο φανερώνοντας στούς ἀνθρώπους τήν παρουσία καί τή σοφία του, ἐμπιστεύτηκε ὕστερα στόν πιστό λαό τοῦ Ἰσραήλ τήν προετοιμασία τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας. Τέλος, ἦλθε ὁ ἴδιος στή γῆ καί συναναστράφηκε τούς ἀνθρώπους. Ὁ λόγος αὐτός, ὁ ὁποῖος ξεκάθαρα ἀναφέρεται στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, ἔχει ὁμοιότητες μέ φράσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης (βλ. ᾿Ιω 1,14· Ττ 2,11· 3,4).
Στέργιος Ν. Σάκκος