Μεγάλη Πέμπτη (29 Ἀπριλίου), 9:00 μ.μ.. Ἔπρεπε νά μοῦ συμβεῖ κι αὐτό. Χθές τό πρωί, καθώς κατέβαινα ἀπό τή σκάλα, γλίστρησα καί μέ συνοπτικές διαδικασίες βρέθηκα στό νοσοκομεῖο μ’ ἕνα γερό σπάσιμο στήν κνήμη. Τώρα εἶμαι στό κρεβάτι μου σχεδόν ἀνήμπορος. Καί θά εἶχα μόνη μου παρέα τό ψηφιακό ραδιοφωνάκι μου ν’ ἀκούω τήν Ἀκολουθία τῶν ἀχράντων Παθῶν, ἄν λίγο πρίν δέν ἔμπαινε στό δωμάτιό μου ἡ Μαρία μας μ’ ἕνα ὑπέροχο δῶρο. Κρατοῦσε στά χεράκια της ἕναν Ἐσταυρωμένο μεγάλο μέ βάση -τό κανόνισε σίγουρα ἡ μαμά- καί εἶχε προσαρμόσει στή ρίζα του δυό-τρία κόκκινα μικρά τριαντάφυλλα. Κι ἀφοῦ τόν ἔστησε σεβαστικά ἀπέναντί μου, μοῦ ’πε σοβαρά -σοβαρά: «Μή στενοχωριέσαι, ἀδερφούλη, πού δέν πῆγες στήν ἐκκλησία. Νά, ἦρθε ὁ Χριστούλης σέ σένα». Κι ἔφυγε τρέχοντας.
Χαμογέλασα πού μέ ξάφνιασε ἔτσι τό μικρό, ὅμως ἠλεκτρισμένος ἀπό τήν ἀπρόσμενη παρουσία τοῦ ὑψηλοῦ Ἐπισκέπτη ἄλλαξα ἀμέσως διάθεση καί στράφηκα μέ ἀδημονία σ’ Ἐκεῖνον. Ἦταν μπροστά μου ὁ ἔνσαρκος Θεός, ὁ αἰώνιος Κύριος τοῦ παντός, ἀλλά πῶς! Καρφωμένος πάνω σ’ ἕναν σταυρό, γυμνός, ἐξευτελισμένος, αἱμόφυρτος, νεκρός... Κι ἀναλογίστηκα: Ὁ παντοδύναμος Κύριος πάσχει καί πεθαίνει ἀτιμωτικά! Ὁ Δημιουργός τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου δολοφονεῖται ἄγρια ἀπό τό ἴδιο τό πλάσμα του! Κι ὅμως, τί καταπληκτικό! Δέν ἀντιδρᾶ. Δέν ἀντιστέκεται. Παραδίνεται! Θά μποροῦσε ὡς Θεός νά ἀφανίσει τούς σταυρωτές του ἀκαριαῖα καί νά δείξει σ’ ὅλους ποιός ἀληθινά ἦταν, ἀλλά δέν τό ἔκανε. Διότι, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Φιλιππησίους, ἤθελε νά κληροδοτήσει στά παιδιά του κάτι πολυτιμότατο: τό παράδειγμα τῆς τέλειας ὑπακοῆς στό θέλημα του οὐράνιου Πατέρα.
Ὅταν λοιπόν ὁ Ἰησοῦς μοῦ ζητᾶ νά τηρῶ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, δέν τό κάνει χωρίς προσωπικό κόστος, ἀτσαλάκωτος καί ἀπό ἀπόσταση ἀσφαλείας. Στήν ἔπαλξη τῆς ὑπακοῆς εἶναι ὁ πρῶτος πού δίνει τή μάχη, καί τή δίνει μέχρι θανάτου. Γιά νά χαράξει ἔτσι τόν δρόμο, ὥστε νά ἀκολουθήσω ἐγώ χωρίς νά χαθῶ. Διότι ἄν καί ἡ ὑπακοή μ’ ἐνοχλεῖ, προσβάλλει τόν ἐγωισμό μου καί μέ βγάζει ἀπό τή βολή μου, δέν ὑπάρχει ἄλλη λύση. Ἡ ὁποιαδήποτε ἄλλη «λύση» δοκιμάστηκε ἤδη στήν Ἐδέμ καί ἁπλά ὁδήγησε τήν ἀνθρωπότητα στόν τάφο. Εἶπε κανείς τίποτα;...
Τήν ἴδια στιγμή μοῦ ἦρθε στόν νοῦ ἡ κάπως ξαναμμένη ἀντίδραση τῆς Μελίνας τῆς Γεωργιάδου, ὅταν ὁ θεολόγος μας ἄνοιξε πρόσφατα μιά σχετική συζήτηση: «Ναί, ἀλλά σήμερα ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος κι ἔχει κρίση, δέν ὑπακούει σέ αὐθεντίες, δέν εἶναι ρυμουλκούμενο!». Καί σκέφτηκα: Ἀλήθεια; Δέν εἶναι ρυμουλκούμενο; Δέν εἶναι ρυμουλκούμενο τῆς μόδας, πού σήμερα σέ θέλει γυμνό καί αὔριο σέ ντύνει σάν κρεμμύδι; Δέν εἶναι ἐξαρτημένος ἀπό τά social media, πού σέ ψυχαναγκάζουν νά ἐκτίθεσαι καί νά μετρᾶς likes; Δέν σύρεται ἄβουλος ἀπό κόμματα, χιμαιρικές ἰδεολογίες, καί κάθε εἴδους ἐπιτήδειο γκουρού; Προπάντων, δέν λατρεύει σάν θεούς του τό χρῆμα καί τή σάρκα;
Ὅλα αὐτά καί ἄλλα πολλά ἔχουν ἄραγε κάποια σχέση μέ τή νηφάλια κρίση καί μέ τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή; Καί εἶναι σκλαβιά καί ἀναξιοπρέπεια νά ὑπακοῦς στόν Θεό, ὁ ὁποῖος πεθαίνει γιά νά σέ σώσει, καί δέν ὑπολογίζει μπροστά στή ζωή σου οὔτε τόν ἑαυτό του; Ὁ ὁποῖος δέν σοῦ ἐπιβάλλεται οὔτε ζητᾶ κάποιο ἀντάλλαγμα γιά τήν ἀγάπη του καί σέ εὐεργετεῖ κι ὅταν ἀκόμη τόν βρίζεις καί τόν φτύνεις; Ἄν εἶναι, τότε συγχώρα με, Μελίνα καί κάθε Μελίνα, ἀλλά προτιμῶ νά εἶμαι σκλάβος καί ἀναξιοπρεπής καί καθυστερημένο! Μήν ξαφνιάζεσαι, καλά ἄκουσες. Τό προτιμῶ. Γιατί ἡ δική μου «σκλαβιά» ἔχει εὐγένεια καί ἀνάσταση, ἐνῶ ἡ δική σου «ἐλευθερία» βαρβαρότητα καί κατάληξη σέ φριχτό ἀδιέξοδο.
Ἀκούω αὐτή τή στιγμή νά ψάλλουν τό «Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι!» τοῦ δωδεκάτου Εὐαγγελίου καί τό νιώθω σάν πρελούδιο τῆς μεγάλης νίκης. Κι ἀνεβαίνει μαζί μέσα μου ὁ στίχος τοῦ ποιητῆ: «Αὔριο, αὔριο, αὔριο: τό Πάσχα τοῦ Θεοῦ!». Ναί, εἶναι πανευφρόσυνο τό Πάσχα τοῦ θριάμβου καί τό λαχταρᾶς. Ὅμως, ἑαυτέ μου, μήν ξεχνᾶς ὅτι αὐτό τό πανηγύρι πού ἀνθίζει στό κενό μνῆμα καί στ’ ἄδεια σάβανα τοῦ Ἀναστημένου, ἔχει σάν ἀπόλυτη προϋπόθεση τόν Γολγοθᾶ, τήν ὀδύνη καί τόν κατάπικρο καί ματωμένο Σταυρό. Αὐτό, μήν τό ξεχάσεις ποτέ…
Ἄλκης