Β΄. Τά γεγονότα τοῦ πρώτου ἔτους
Στίς 24 Φεβρουαρίου ὁ Ὑψηλάντης ὕψωσε τή σημαία τῆς Ἐπανάστασης στή Μητρόπολη τοῦ Ἰασίου στή Μολδοβλαχία, τή σημερινή Ρουμανία. Δυστυχῶς ὅμως, τά γεγονότα δέν ἐξελίχθηκαν εὐνοϊκά γιά τούς ἐπαναστάτες. Ὁ τσάρος Ἀλέξανδρος Α΄, πιστός στήν Ἱερή Συμμαχία, καταδικάζει τό κίνημα, ἀποκηρύσσει τόν Ὑψηλάντη καί δίνει ἄδεια στά τουρκικά στρατεύματα νά εἰσέλθουν στήν αὐτόνομη Μολδοβλαχία. Ἐπιπροσθέτως, τό στράτευμα τοῦ Ὑψηλάντη, στό ὁποῖο μετεῖχαν κι ἄλλοι χριστιανοί τῶν Βαλκανίων, δέν εἶναι ἐμπειροπόλεμο καί δέν ἔχει συνοχή. Ἔτσι, ἔρχεται τόν Ἰούνιο ἡ ἥττα στό Δραγατσάνι, πού ἀποδεικνύεται καθοριστική καί ὁδηγεῖ σέ διάλυση τῶν ἐπαναστατῶν. Ὁ Ὑψηλάντης καταφεύγει στήν Αὐστρία θέλοντας νά περάσει στήν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα· συλλαμβάνεται ὅμως καί φυλακίζεται μέχρι τό 1827. Οἱ ὑπόλοιποι ὁπλαρχηγοί προσπαθοῦν νά διαφύγουν εἴτε πρός τήν Ἑλλάδα εἴτε στή Ρωσία. Ὁ τραγικός ἐπί- λογος γράφεται στή μονή Σέκου, ὅπου ὁ Γεωργάκης Ὀλύμπιος ἀνατινάζεται μέ τούς συντρόφους του στό καμπαναριό τῆς μονῆς.
Ἀντίθετα, στήν Πελοπόννησο πού ξεσηκώθηκε στά τέλη Μαρτίου, ἡ ἐξέλιξη ἦταν πολύ διαφορετική. Τό γεγονός ὅτι οἱ Ἕλληνες ἀποτελοῦσαν τή μεγάλη πλειοψηφία τοῦ πληθυσμοῦ καί συγχρόνως ὑπῆρχαν οἱ ἐμπειροπόλεμοι Μανιάτες ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη καθώς καί ὁ στρατηγικός νοῦς τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη ὁδήγησαν σέ σημαντικές ἐπιτυχίες, ὅπως ἡ νίκη στό Βαλτέτσι. Οἱ Τοῦρκοι ἀναγκάστηκαν νά καταφύγουν σέ ὀχυρωμένα κάστρα, τά ὁποῖα πολιορκήθηκαν στενά μέ τή συνδρομή τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου. Σύντομα, τά περισσότερα ἀπό αὐτά παραδόθηκαν λόγῳ ἔλλειψης ἐφοδίων. Κορυφαία στιγμή ἀποτελεῖ ἡ ἅλωση τῆς Τριπολιτσᾶς, διοικητικοῦ κέντρου τῆς Πελοποννήσου.
Τήν ἑδραίωση τῆς Ἐπανάστασης εἴχαμε καί στή Στερεά Ἑλλάδα, οἱ ἀρματολοί τῆς ὁποίας εἶχαν μεγάλη πολεμική πείρα. Παρά τήν ἥττα στή μάχη τῆς Ἀλαμάνας καί τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ Ἀθανάσιου Διάκου, ἡ νίκη τοῦ Ὀδυσσέα Ἀνδρούτσου στό Χάνι τῆς Γραβιᾶς τόν Μάιο ἀναπτέρωσε τό ἠθικό τῶν Ἑλλήνων. Ἀκολούθησε ὁ θρίαμβος στή μάχη τῶν Βασιλικῶν τόν Αὔγουστο, πού ἀπάλλαξε γιά ἀρκετούς μῆνες τή Στερεά ἀπό τήν παρουσία τῶν Τούρκων.
Στή θάλασσα, μπροστάρηδες στήν Ἐπανάσταση εἶναι τά τρία ναυτικά νησιά, Ὕδρα, Σπέτσες, Ψαρά, καθώς καί ἡ Σάμος. Ἀκολουθοῦν οἱ Βόρειες Σποράδες καί οἱ Κυκλάδες, ἀλλά καί ἡ Κάσος. Ὁ ἑλληνικός στόλος, τόν ὁποῖο ἀποτελοῦν 130 πλοῖα, ἔχει ὡς ἀποστολή τόσο τήν παρεμπόδιση τῆς ἐξόδου τῶν τουρκικῶν πλοίων ἀπό τά Δαρδανέλλια, ὅσο καί τήν ὑποστήριξη τῶν ἐπιχειρήσεων στήν ξηρά μέ τόν θαλάσσιο ἀποκλεισμό τῶν πολιορκημένων τουρκικῶν κάστρων. Ἰδιαίτερη περίπτωση ἀποτελεῖ ἡ Κρήτη, πού ἐξεγείρεται μέ ἐπίκεντρο τά Σφακιά, χωρίς ὅμως ἰδιαίτερη ὀργάνωση. Σύντομα οἱ Τοῦρκοι καταπνίγουν τήν ἐξέγερση. Ἡ ἄφιξη, ὡστόσο, ἀπεσταλμένου τοῦ Ὑψηλάντη στό νησί τό φθινόπωρο ἀναζωπυρώνει τήν Ἐπανάσταση καί οἱ Τοῦρκοι κλείνονται ἐκ νέου στά κάστρα τους.
Τόν Μάιο ἡ Ἐπανάσταση ἁπλώνεται βορειότερα, στό Πήλιο καί στήν κεντρική Μακεδονία. Στό Πήλιο, τά χωριά τοῦ ὁποίου ἦταν πολύ ἀνεπτυγμένα, πρωτοστατεῖ ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἄνθιμος Γαζῆς. Οἱ ἐπαναστάτες πολιορκοῦν τόν Βόλο καί κατευθύνονται στό Βελεστῖνο. Ὅταν ὅμως ἐμφανίζεται ὁ τουρκικός στρατός ἀπό τή Λάρισα, οἱ ἀπροετοίμαστοι Ἕλληνες σκορπίζουν πανικόβλητοι καί οἱ Τοῦρκοι εἰσβάλλουν στά χωριά τοῦ Πηλίου, ἐνῶ οἱ κάτοικοι καταφεύγουν στίς Σποράδες.
Στή Μακεδονία ψυχή τῆς Ἐπανάστασης εἶναι ὁ σερραῖος τραπεζίτης Ἐμμανουήλ Παπᾶς, πού ὁρίζει ὡς ὁρμητήριο γιά τήν ἐξέγερση τή φυσικά ὀχυρή χερσόνησο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐξοπλίζοντας περισσότερους ἀπό χίλιους μοναχούς. Σύντομα ὁλόκληρη ἡ Χαλκιδική καί ἡ Θάσος ἐξεγείρονται καί οἱ ἐπαναστάτες κατευθύνονται πρός τή Θεσσαλονίκη. Ἰσχυρές τουρκικές δυνάμεις ἀπό τήν πόλη ὅμως ἐφορμοῦν ἐναντίον τους καί σύντομα τούς περιορίζουν στή χερσόνησο τῆς Κασσάνδρας καί τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ ἔλλειψη ὀργάνωσης καί πείρας ὁδηγοῦν στήν ἥττα τῶν Ἑλλήνων στήν Κασσάνδρα τόν Ὀκτώβριο· τραγικός ἐπίλογος ἡ ὁλοσχερής καταστροφή τῶν χωριῶν της.
Στήν Ἤπειρο τέλος, λόγῳ τῆς ἐξέγερσης τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ, πού εἶναι πολιορκημένος στά Ἰωάννινα, ἡ κατάσταση εἶναι ἀρκετά συγκεχυμένη. Οἱ Σουλιῶτες προφασιζόμενοι συμμαχία μαζί του ἐπιστρέφουν στό Σούλι καί σέ συνεργασία μέ τούς Τουρκαλβανούς τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ ἐπιτίθενται τόν Σεπτέμβριο στήν Ἄρτα καί τήν καταλαμβάνουν. Ὅταν ὅμως οἱ Τουρκαλβανοί ἀντιλαμβάνονται τόν ἐθνικό χαρακτήρα τοῦ ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων, τούς ἐγκαταλείπουν κι ἑνώνονται μέ τά σουλτανικά στρατεύματα τοῦ Χουρσίτ πασᾶ. Ἔτσι, οἱ Σουλιῶτες βρίσκονται σέ δύσκολη κατάσταση, ἀπομονωμένοι ἀπό τούς ὑπόλοιπους Ἕλληνες.
Ὁ πρῶτος χρόνος τῆς Ἐπανάστασης κλείνει μέ τήν προσπάθεια τῶν Ἑλλήνων νά ὀργανωθοῦν πολιτικά. Ἀρχικά δημιουργήθηκαν τοπικές γερουσίες στήν Ἀνατολική καί Δυτική Στερεά καί στήν Πελοπόννησο. Στά τέλη Δεκεμβρίου συγκεντρώνονται ἀντιπρόσωποι ἀπό τίς ἐπαναστατημένες περιοχές στήν Ἐπίδαυρο συγκροτώντας σέ κλίμα συγκίνησης τήν Α΄ Ἐθνοσυνέλευση. Αὐτή ψηφίζει τό πρῶτο Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδας καί συγκροτοῦνται δύο σώματα: τό ἐκτελεστικό, πού ἔχει τήν κύρια ἐξουσία μέ πρόεδρο τόν Φαναριώτη Ἀλέξανδρο Μαυροκορδάτο, καί τό βουλευτικό μέ τόν Δημήτριο Ὑψηλάντη, ἀδερφό τοῦ Ἀλέξανδρου. Ἔτσι, ἐγκαινιάζεται ἡ πολιτική ζωή τῶν μαχόμενων Ἑλλήνων.
Παναγιώτης Μητσόπουλος