Ὁ Ἀπρίλης ἦταν σκληρός μήνας γιά τό Γένος. Ἔτσι κι ἀλλιῶς ἀπό μόνος του εἶναι πικρός, μήνας τοῦ Σταυροῦ καί τῶν Παθῶν. Ἀλλά, ὅταν ἐκεῖνον τόν μακρινό Ἀπρίλη τοῦ 1453 ἄρχισε τό σφυροκόπημα τῆς Πόλης, Γένος καί Σταυρός ταυτίστηκαν.
Πόσοι Ἀπρίληδες πέρασαν ἀπό τότε! Τετρακόσια, πεντακόσια χρόνια ἀλλοῦ, δουλείας. Σάν μιά μακρά νύχτα ἀξημέρωτη. Σάν μιά ἐπιτάφια πένθιμη λιτανεία. Πῶς ἔζησαν; Πῶς ἄντεξαν; Πῶς δέν ξέχασαν ποιοί ἦταν; Ὅλη ἡ μακραίωνη δουλεία ἦταν σάν μιά Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ὁ Ἀπρίλης ὅμως τοῦ 1821 ἦταν Γολγοθᾶς καί κάθοδος στόν Ἅδη.
Ἐκεῖνες τίς μέρες ἡ Κωνσταντινούπολη θύμιζε Ἰερουσαλήμ. Ἤδη ἀπ᾽ τήν 1η Ἀπριλίου φανατικοί Τοῦρκοι στούς δρόμους, ὄχλοι μέ ἐπικεφαλῆς σπουδαστές ἱερατικῶν σχολῶν, λεηλατοῦν καί καῖνε. Οἱ Ἕλληνες κλεισμένοι στά σπίτια τους. «Συμφέρει ἕναν ἀπολέσθαι ὑπὲρ τοῦ λαοῦ», λέει ὁ Μεγάλος διερμηνέας Κωνσταντῖνος Μουρούζης στόν πατριάρχη Γρηγόριο Ε´, ὁ ὁποῖος τόν προτρέπει νά φύγει γιά νά σωθεῖ. «Ἄς θυσιασθῶ ἐγώ, Δεσπότη μου, ἀλλ᾽ ἄς σωθῶσιν οἱ ἀθῶοι, ἄς σωθῇ τό ἔθνος!».
Μεγάλη Δευτέρα 4 Ἀπριλίου προσπαθοῦν μέ πλαστά ἔγγραφα νά παγιδεύσουν τόν Μεγάλο διερμηνέα. Ἀποκαλύπτει τήν παγίδα τους, ἀλλά δέν γλυτώνει. Τόν ἅρπαξε ὁ δήμιος καί τόν ὁδήγησε σέ ἀποκεφαλισμό. Ἦταν 39 χρονῶν, «ὁ ἀγαθοφρονέστατος πάντων τῶν συγχρόνων του Φαναριωτῶν». Ἀκολούθησαν ὅλη τή Μεγάλη Ἑβδομάδα θανατώσεις ἐπιφανῶν Ἑλλήνων καί ἀπογραφή τῶν ἑλληνικῶν οἰκογενειῶν στό Φανάρι, γιά νά ἔχουν ἕναν ἕτοιμο κατάλογο ὑποψήφιων θυμάτων.
Σειρά ἔχει ὁ Πατριάρχης: «Ἐγώ διά τοῦτο εἶμαι πατριάρχης, ὅπως σώσω τό ἔθνος μου». Γιά τόν Πατριάρχη θά διαλέξουν τό Πάσχα, τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα 10 Ἀπριλίου 1821. «Ἐπειδή ὁ πατριάρχης Γρηγόριος ἐφάνη ἀνάξιος τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου, ἀχάριστος καί ἄπιστος πρός τήν Πύλην καί ραδιοῦργος».
Τόν ἐπιβίβασαν σέ ἀκάτιο μέ συνεπιβάτη τόν ἀρχιβασανιστή καί ἀπομάκρυναν τούς δικούς του συνοδούς. Τό ἀκάτιο κυκλωμένο ἀπό ἄλλα μέ τέσσερις - πέντε στρατιῶτες τό καθένα κατευθύνθηκε πίσω στήν ἀποβάθρα τοῦ Φαναρίου, ὅπου καί ἀποβίβασαν τόν Πατριάρχη μέ τά χέρια δεμένα πίσω. Ἐκεῖ ἄγριο πλῆθος τούρκων ἐνόπλων καί στρατιωτῶν εἶχε συγκεντρωθεῖ καί περίμενε νά παρακολουθήσει τή θανάτωση τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν Ἑλλήνων.
Ὁ Πατριάρχης προχώρησε λίγα βήματα, γονάτισε καί ἔσκυψε τό κεφάλι, περιμένοντας τό μαχαίρι τοῦ δημίου. Ἀλλά ὁ ἀρχιβασανιστής τοῦ ἔδωσε λάκτισμα καί τοῦ εἶπε ἄγρια: «Σήκω καί προχώρα». Δυό στρατιῶτες τόν ὑποβάσταζαν γιά νά συνεχίσει τήν πορεία στόν ἀνηφορικό δρόμο πρός τά πατριαρχεῖα. Εἶχε ἀποφασισθεῖ γιά τόν Πατριάρχη θάνατος μέ ἀπαγχονισμό καί ὡς θέση ἡ μεσαία ἀπ᾽ τίς τρεῖς ἐξωτερικές θύρες τῶν πατριαρχείων.
Ἑτοίμαζαν τήν ἀγχόνη μέ δοκούς πού ἔμπηγαν ἐπάνω ἀπό τήν θύρα. Κατά τόν χρόνο τῆς ἀναμονῆς ὁ Πατριάρχης προσευχόταν. Τόν ἔσυραν στήν ἀγχόνη. Ὁ θάνατός του ἐπῆλθε ἀμέσως. Στό στῆθος του ἀναρτήθηκε ἔγγραφο πού ἀνέφερε τήν αἰτία τῆς καταδίκης του.
Τρεῖς μέρες ἔμεινε στήν ἀγχόνη. Πολλοί Τοῦρκοι περνοῦσαν γιά νά δοῦν τό θέαμα καί οἱ περισσότεροι χλεύαζαν καί φέρονταν ὑβριστικά.
Τήν Τρίτη μετά τό Πάσχα παραδόθηκε ὁ νεκρός στόν ὄχλο, πού τόν περιέφερε τρεῖς φορές στήν πλατεία τοῦ Φαναρίου σέρνοντάς τον στό λιθόστρωτο. Οἱ δήμιοι τόν τοποθέτησαν σέ ἀκάτιο καί τόν ἔριξαν στό μέσον τοῦ Κερατίου κόλπου. Ἀλλά ὁ νεκρός ἀνέβηκε στήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας, παρασύρθηκε ἀπό τά κύματα καί βρέθηκε κοντά σέ ἑλληνικό πλοῖο ὅπου ἀναγνωρίστηκε. «Ἐτάφη στή Ρωσία ἐν μνήματι καινῷ ὡς λείψανον ἱερομάρτυρος».
Ἐκεῖνος ὁ ἀτελείωτος Ἀπρίλης τελείωνε μέ ἀγριότατους διωγμούς καί πολυάριθμες θανατώσεις ὅπου ὑπῆρχε Ἑλληνισμός.
Ὅταν ἕνα ἔθνος εὐλογεῖται νά ἀκολουθήσει κατά βῆμα ὡς ὑπογραμμόν τά ἴχνη τοῦ Ἐσταυρωμένου, ὁ Θεός τοῦ προσφέρεται ὅπως πατέρας σέ υἱούς καί ἁπλώνει τόν ἄρραφο χιτώνα Του νά κουρνιάσουν ἀπό κάτω, νά φυλαχτοῦν ὥσπου νά περάσει ἡ μεγάλη θλίψη.
Ὅταν τό ἔθνος ξεχνάει ποιό εἶναι καί τυλίγεται στά πέπλα τῆς ἀφροσύνης του, φτάνει ἡ ὥρα πού θ᾽ ἀκουστεῖ στ᾽ αὐτιά του ἡ φοβερή φωνή: «οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται ἔξω».
Ζ.Γ.
"Ἀπολύτρωσις", Ἀπρ. 2021