Τρία μεγάλα μηνύματα
Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα σήμερα εἶναι μία πολύ ἐνδιαφέρουσα ἱστορία μέ πολύ μεγάλα μηνύματα. Ὁ Κύριος βγῆκε ἀπό τήν Παλαιστίνη καί πῆγε στά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος, δηλαδή στή χώρα τῆς Φοινίκης. Ἐκεῖ τόν συναντᾶ μία γυναίκα Χαναναία, ἄρα εἰδωλολάτρισσα. Αὐτή ἡ γυναίκα εἶναι μιά πονεμένη μάνα. Ἡ κόρη της βασανίζεται μέ δαιμονισμό, «κακῶς δαιμονίζεται». Καί οἱ ἀρρώστιες αὐτές δέν θεραπεύονται μέ γιατρούς καί φάρμακα. Καί νά πού ὁ Ἰησοῦς, ὁ μόνος πού θεραπεύει δαιμονισμένους, βρίσκεται στή χώρα της. Αὐτό συγκλονίζει τή γυναίκα, γι᾽ αὐτό φωνάζει: «Κύριε, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησέ με, γιάτρεψε τή θυγατέρα μου πού κακῶς βασανίζεται ἀπό τά δαιμόνια!».
Ἀλλά αὐτή τήν κρίσιμη ὥρα συμβαίνει κάτι πού δέν μπορεῖ νά τό ἐξηγήσει κανείς. Ὁ Χριστός μένει ἀσυγκίνητος ἀπό τόν πόνο τῆς μάνας. Αὐτός πού «ἰᾶτο πάντας» (Λκ 6,19) καί ἔδειχνε τόση ἀγάπη στά πονεμένα πλάσματα, κάνει πώς δέν ἀκούει. Ἀδιαφορεῖ. Ἡ γυναίκα ἐπιμένει τόσο πού οἱ μαθητές δέν μποροῦν πιά νά τήν ὑποφέρουν καί λένε: «Κύριε, τέλος πάντων λυπήσου την, βοήθησέ την γιά νά φύγει!».
Ὁ Χριστός δείχνει μιά τέτοια συμπεριφορά γιατί θέλει νά ἀναδείξει τήν πίστη τῆς Χαναναίας. Καί ἡ πίστη της φαίνεται στήν ἐπιμονή της. Ἐπίμονα ζητάει τή θεραπεία καί, ἐνῶ ὁ Χριστός ἀδιαφορεῖ, αὐτή δέν ἀποκάμνει, δέν ἀπελπίζεται ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά φωνάζει»· «Κύριε, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησε τό παιδί μου!». Ἀλλά δέν θέλει ὁ Κύριος μόνο νά ἀποκαλύψει τήν πίστη τῆς Χαναναίας. Θέλει καί νά καλλιεργήσει τήν πίστη στούς μαθητές του. Πιστεύουν βέβαια οἱ μαθητές, ἀλλά ἡ πίστη τους εἶναι σάν τό χρυσάφι πού βγαίνει ἀπό τή γῆ καί χρειάζεται νά καθαριστεῖ. Οἱ μαθητές, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι, πίστευαν ὅτι ὁ Μεσσίας, ὁ υἱός τοῦ Δαυΐδ, θά ἱδρύσει μία ἐπίγεια βασιλεία, τή μεσσιακή βασιλεία, ὅπου θά κυριαρχεῖ ὁ Ἰσραήλ πάνω σέ ὅλα τά ἄλλα ἔθνη. Ὁ Κύριός μας γιά νά ἀπαλλάξει τούς μαθητές του ἀπό τέτοιες ἐθνικιστικές, φανατικές ἰουδαϊκές ἀντιλήψεις, φέρεται στή Χαναναία σάν ἕνας βέρος Ἑβραῖος. Κάνει πράξη αὐτό πού πιστεύουν οἱ μαθητές του. Γίνεται ἕνας καθρέφτης καί στέκεται μπροστά τους: «Θέλετε νά δεῖτε πῶς σκέφτεστε καί πῶς συμπεριφέρεστε στούς ἀλλοεθνεῖς; Κοιτάξτε αὐτό πού κάνω καί θά καταλάβετε». Γι’ αὐτό ὅταν οἱ μαθητές λένε «Κύριε, λυπήσου την, θεράπευσε τό παιδί της», ἀπαντᾶ πάλι σύμφωνα μέ τήν ἑβραϊκή νοοτροπία: «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ». Δέν ἦλθα ἐγώ γιά τούς εἰδωλολάτρες, γιά τούς ἐθνικούς καί τούς Χαναναίους, ἀλλά μόνο γιά τά παιδιά τοῦ Ἰσραήλ, τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. Πράγματι οἱ Ἑβραῖοι πίστευαν ὅτι μόνον αὐτοί εἶναι ὁ περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ καί ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ἀκάθαρτοι. Ὅπως δοκίμασε τήν πίστη τῆς Χαναναίας, ἔτσι ὁ Κύριος τώρα φιλτράρει τήν πίστη τῶν μαθητῶν. Καί ἔχει τόν λόγο του. Ὅταν θά φύγει ἀπό τόν κόσμο ὁ Ἰησοῦς μετά τήν ἀνάστασή του, οἱ μαθητές θά πρέπει νά κηρύξουν τό εὐαγγέλιο ὄχι μόνο στήν Παλαιστίνη ἀλλά καί σέ ὅλο τόν κόσμο. Γι᾽ αὐτό πρέπει νά μάθουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτό τό μάθημα τούς δίνει μέ ἀφορμή τή Χαναναία.
Ἀλλά καί ἕνα τρίτο μάθημα ἀποτελεῖ ἡ στάση τῆς ἴδιας τῆς γυναίκας. Ὅταν εἶδε ὅτι ὁ Χριστός δέν θέλει νά τή βοηθήσει καί μάλιστα τῆς ἀπάντησε περιφρονητικά «οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις», δέν θίχθηκε, δέν ἀγανάκτησε. Ἀπάντησε: «Ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Τά σκυλάκια τρῶνε τά ψίχουλα πού πέφτουν ἀπό τά τραπέζια τῶν ἀφεντικῶν. Δέν θέλω νά στερήσεις τό ψωμί ἀπό τά παιδιά σου. Ψίχουλα δῶσ᾽ μου. Ὤ ταπεινοφροσύνη!
Ἐδῶ τελείωσε τό πείραμα πού ἤθελε νά κάνει ὁ Ἰησοῦς. Τώρα δείχνει αὐτό πού ἔχει στήν καρδιά του γι᾽ αὐτή τή γυναίκα: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις». Καί ἐπειδή αὐτό πού ἤθελε ἦταν νά θεραπευθεῖ τό κορίτσι της, ἐκείνη τήν ὥρα θεραπεύθηκε.
Τό πρῶτο μεγάλο μήνυμα τῆς περικοπῆς εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ἦλθε νά ἀγκαλιάσει ὅλα τά πλάσματα τῆς γῆς. Νά ἑνώσει μέ τήν πίστη σ᾽ Αὐτόν ὅλους τούς ἀνθρώπους. Νά ἀποτελέσουμε μία οἰκογένεια μέ τόν Θεό πατέρα, μία βασιλεία μέ βασιλιά τόν Χριστό, μία κοινωνία μέ κυβερνήτη τό ἅγιο Πνεῦμα· νά μιλοῦμε μία γλῶσσα, τή γλῶσσα τῆς ἀγάπης, νά ἔχουμε ἕνα νόμο, τόν νόμο τοῦ εὐαγγελίου καί μιά σημαία, τή σημαία τοῦ σταυροῦ. Ἄν δέν πραγματοποιήθηκε αὐτό μέχρι σήμερα, δέν φταίει ὁ Χριστός, ἀλλά οἱ ἄνθρωποι πού δέν Τόν πιστεύουν.
Τό δεύτερο μήνυμα εἶναι ὅτι ἡ πίστη φαίνεται στήν ἐπιμονή. Μᾶς διδάσκει τό παράδειγμα τῆς Χαναναίας τόν ἐπίμονο ἀγώνα σέ ὅλες τίς προσπάθειές μας. Ὅποιος ἐπιμένει ἀποδεικνύει ὅτι ἔχει πίστη. Νά ἐπιμείνουμε στήν προσευχή, στήν ἐξομολόγηση, στή συγχώρεση, στήν ἀνεξικακία, στήν ἐλεημοσύνη. Πέφτουμε; Θά σηκωνόμαστε.
Καί τό τελευταῖο μήνυμα: Ἡ ἐπιμονή ἐξαντλεῖται καί ἡ πίστη χαλαρώνει, ἄν δέν ἔχουμε συναίσθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ταπεινοφροσύνη. Μεγάλη ταπεινοφροσύνη εἶχε ἡ Χαναναία.
Ἔτσι κι ἐμεῖς μέ τή συναίσθηση ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλά καί μέ ἐπίμονη προσευχή, μέ πίστη νά παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά εὐλογεῖ καί νά κατευθύνει τόν ἀγώνα μας. Μέ βαθειά ταπεινοφροσύνη νά ζητοῦμε τό ἔλεός του. Καί τό ἔλεος τοῦ Κυρίου θά μᾶς καταδιώκει ὅλες τίς μέρες τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Κυριακή 16-2-1986, Ἱ. Ν. Ἁγίας Τριάδος, Πτολεμαΐδα