Μπροστά σέ μιά καινούργια χρονιά, ὅπως αὐτή πού μόλις ἀνέτειλε, εἶναι ἐπιβεβλημένο νά κάνουμε μιά σωστή καί εἰλικρινῆ αὐτοεξέταση. Τί πετύχαμε στό ἔτος πού τελείωσε; Τί ἔχουμε στά χέρια μας; Τί χάσαμε; Τί προσδοκοῦμε γιά τόν χρόνο πού ἀρχίζει; Καί βέβαια, ἄν πρέπει νά μετρήσουμε τόν ἑαυτό μας μέ τά ποικίλα μέτρα τοῦ κόσμου τούτου, πολύ περισσότερο πρέπει νά τόν μετρήσουμε μέ τό μέτρο τῆς πίστης. Εἴμαστε ἄραγε πιστοί; Εἴμαστε ἀληθινοί Χριστιανοί; Τί σχέση ἔχουμε μέ τόν ἅγιο Θεό;
Τά ἐρωτήματα αὐτά ἐνδεχομένως σέ κάποιους νά φαίνονται προκλητικά. Ἔχουμε μάθει νά θεωροῦμε αὐτονόητη τή χριστιανική μας ταυτότητα καί συνεπῶς μᾶς εἶναι ἴσως ἀκατανόητα. Ὅμως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ: «Ἑαυτοὺς πειράζετε εἰ ἐστὲ ἐν τῇ πίστει, ἑαυτοὺς δοκιμάζετε» (Β΄ Κο 13,5). Δέν λέει «δοκιμάσατε» ἀλλά «δοκιμάζετε». Εἶναι ἐνεστώτας, πού σημαίνει διάρκεια. Ὄχι δηλαδή νά ἐξετάσουμε τούς ἑαυτούς μας ἅπαξ, ἀλλά συνεχῶς, ἀνελλιπῶς. Δέν ἀρκεῖ τό ὅτι κάποτε συνδεθήκαμε μέ τόν Χριστό. Τό σημαντικό εἶναι αὐτός ὁ σύνδεσμός μας νά διατηρηθεῖ ἀκέραιος «ἄχρι θανάτου» (Ἀπ 2,10). Τά στερνά τιμοῦν τά πρῶτα, λέει ὁ σοφός λαός μας.
Δυστυχῶς ἡ πανδημία πού ἐνέσκηψε τελευταῖα ἀποκάλυψε ὅτι πολλοί ἀπό τούς πιστούς ἔχουμε -ἄν μή τι ἄλλο- στρεβλή σχέση μέ τόν Κύριο. Δέν τόν πλησιάζουμε ὅπως θέλει Ἐκεῖνος, ἀλλά ὅπως νομίζουμε οἱ ἴδιοι. Καί οἱ συνέπειες φυσικά εἶναι ὀδυνηρές. Γιατί συμβαίνει αὐτό; Οἱ αἰτίες εἶναι πολλές καί ἴσως στό ἁπλό μέλος τῆς Ἐκκλησίας νά ἀναλογεῖ μικρό ποσοστό εὐθύνης γι’ αὐτή τήν κατάσταση. Ὅμως δέν θά ἤθελα νά μελετήσουμε τώρα αὐτό τό θέμα. Στόν περιορισμένο χῶρο πού ἔχουμε στή διάθεσή μας νομίζω ὅτι εἶναι ἐπείγουσα ἀνάγκη νά σπουδάσουμε κάτι ἄλλο, πιό βασικό: νά ξαναδοῦμε κάπως, μέ ἀφορμή τήν πρόσφατη κρίση, τί θά πεῖ ἀληθινός Χριστιανός καί ποιά εἶναι ἡ ποιότητα καί τό σύνορό του. Σύμφωνα λοιπόν μέ «τὴν ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστιν» (Ἰδ 3), δηλαδή τή διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου:
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός ἀγαπᾶ πρῶτα καί πάνω ἀπ’ ὅλα τόν σωτήρα Θεό, ὅπως ἀποκαλύπτεται στή Βίβλο καί στήν ἀποστολική παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Δέν λατρεύει ἄλλους θεούς. Οὔτε τά πάθη του καί τίς ἐπιθυμίες του, οὔτε τίς ἐμμονές του καί τίς διάφορες ἀντιλήψεις περί Θεοῦ. Ὑποτάσσεται μόνο στή διδαχή τοῦ Κυρίου καί ὄχι σέ ἀνθρώπινα κατασκευάσματα.
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός τηρεῖ ταπεινά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι τοῦ ἐκφράζει τήν ἀγάπη του. Ταπεινά θά πεῖ ὅτι οὐδέποτε ἀποβλέπει στή φαρισαϊκή αὐτοϊκανοποίηση καί στή δόξα τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὅτι ἔχει ὡς σύνθημα τῆς ζωῆς του τό «λάθε βιώσας» καί προσπαθεῖ νά κρύβεται ὁ ἴδιος γιά νά ἀποκαλύπτεται μέσα ἀπ’ αὐτόν ὁ Κύριος. Ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν θυσιάζει τόν Θεό γιά τό συμφέρον του ἀλλά τό συμφέρον του γιά τόν Θεό.
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν ἐγκλωβίζεται στόν κόσμο αὐτόν. Γνωρίζει καλά ὅτι «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φι 3,20) καί ὅτι «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβ 13,14). Συνεπῶς δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τά ἐπίγεια ἀγαθά οὔτε ἀπελπίζεται ὅταν τά χάνει. Ἐπιζητεῖ τά ἀναγκαῖα καί δέν ἐπιδιώκει τά πολλά διότι ξέρει ὅτι τά πολλά μᾶς καρφώνουν στή γῆ, εἶναι μεγάλη ἀπειλή γιά τήν πνευματικότητα.
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν κυνηγάει τό θαῦμα οὔτε τό ἀπαιτεῖ οὔτε τό θεωρεῖ δεδομένο. Γνωρίζει ὅτι ὁ Κύριος δίνει ὅσα θαύματα θέλει καί ὅταν θέλει, ὅτι κυρίως τά δίνει γιά τούς ἀπίστους καί ὄχι γιά τούς πιστούς καί ὅτι τό νά πιστεύεις πώς σοῦ «ὀφείλει» τό θαῦμα, εἶναι ἁπλά ἀλαζονεία.
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός ἀγαπᾶ τόν συνάνθρωπό του ὅπως τόν ἑαυτό του. Βλέπει σ’ αὐτόν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἀνεξάρτητα ἀπό καταγωγή, θρησκεία, κοινωνική θέση ἤ φύλο. Ἀπέναντί του στέκεται μέ σεβασμό καί διάθεση νά τοῦ συμπαρασταθεῖ στό κάθε τι. Εἶναι σέ θέση νά θυσιάσει γι’ αὐτόν ὁτιδήποτε δικό του, ἀκόμη καί τή ζωή του, ἄν χρειαστεῖ. Δέν τόν ἀπορρίπτει γιά τήν πτώση του καί δέν τόν κρίνει. Μισεῖ τήν ἁμαρτία, ὄχι τόν ἁμαρτωλό.
✍Ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν ἐκδικεῖται, μόνο συγχωρεῖ. Κι ὅταν ἀκόμη ζημιώνεται καί ὑπομένει ἄδικα, ἐξακολουθεῖ νά παραμένει μιά ἀνοιχτή ἀγκαλιά γιά ὅλους. Δέν ζητάει ἀνταλλάγματα γιά τήν ἀγάπη του καί δέν περιμένει κανένα ἀνταπόδομα. Νικάει τό κακό μέ τό καλό, εὐλογεῖ, δέν καταριέται, δέν ἀπειλεῖ. Κι ἄν χρειαστεῖ νά γίνει αὐστηρός, δέν παραφέρεται, ἀλλά ἔχει συνέχεια μπροστά του ὡς κανόνα τή σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ.
✍Τέλος, ὁ ἀληθινός Χριστιανός κατέχει μέν τήν ἀλήθεια, ἀλλά οὐδέποτε προσπαθεῖ νά τήν ἐπιβάλει. Σέβεται ἀπόλυτα τή γνώμη τοῦ ἄλλου καί διαλέγεται μαζί του, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπ’ αὐτόν, εἰρηνικά. Δέν γίνεται ἐριστικός καί προσβλητικός, καί ἀναγνωρίζει πάντοτε τά λάθη καί τίς παραλείψεις του. Ὁ ἀληθινά πιστός δέν καυχᾶται γιά τό ὅτι γνωρίζει τό ἀληθές, ἀλλά προσπαθεῖ νά βοηθήσει τόν ἄλλον νά καταλάβει, χωρίς νά θίξει ὡστόσο καθόλου τήν ἐλευθερία καί τήν ἀξιοπρέπειά του.
Ἐν κατακλεῖδι, ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν ἔχει καμιά σχέση οὔτε μέ τή θρησκοληψία οὔτε μέ τόν φανατισμό. Ἀφ’ ἑνός μέν ἀγωνίζεται γιά τόν πνευματικό του καταρτισμό καί δέν καταφεύγει σέ εὔκολα ἄλλοθι πού μυρίζουν εἰδωλολατρία, καί ἀφ’ ἑτέρου, ἄν χρειαστεῖ, θυσιάζεται γιά τήν πίστη του· δέν σκοτώνει γιά νά τήν «ὑπερασπιστεῖ».
Ὁ ἀληθινός Χριστιανός εἶναι μ’ ἄλλα λόγια ἀληθινός μιμητής τοῦ Χριστοῦ.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
"Ἀπολύτρωσις"