Εἶναι πολύ γνωστή ἡ παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου σέ ὅλους ἀπό τά παιδικά μας χρόνια. Λέγει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς ὅτι ἕνας νομικός πλησίασε τόν Κύριο. Νομικός τότε λεγόταν ὁ θεολόγος, διότι νόμος στό κράτος τοῦ Ἰσραήλ ἦταν ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Πλησίασε τόν Κύριο γιά νά τόν παγιδεύσει, «νά τόν πειράξει», ὅπως τονίζει ὁ εὐαγγελιστής. Ὁ Κύριος μέ τό κήρυγμά του συνήρπαζε τόν λαό, γι᾽ αὐτό οἱ φαρισαῖοι καί οἱ νομικοί ἀπό φθόνο καί ζήλεια ἤθελαν νά κάνουν τόν δάσκαλο στόν Χριστό, νά τόν βάλουν στό σκαμνί καί νά τόν ἐξετάσουν.
Ὁ νομικός ρωτάει: «Τί πρέπει νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;». Τό πιό καυτό πρόβλημα καί ὁ μεγαλύτερος πόθος καί ἡ ἀνησυχία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ αἰώνια ζωή. Ἄν τό τίκ τάκ τῆς καρδιᾶς μας τό κάναμε λέξεις, θά ἀκούγαμε νά λέγει «θέλω ζωή». Αὐτό θέλουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, καί οἱ ληστές καί οἱ ἀσκητές, καί οἱ ἅγιοι καί οἱ ἄγριοι, καί οἱ φιλάνθρωποι καί οἱ παλιάνθρωποι. Καί μάλιστα αἰώνια ζωή. Διότι καί ἑκατό χρόνια νά ζήσει κανείς, ἄν σκέφτεται ὅτι ἀκολουθεῖ ὁ θάνατος, πάλι φοβᾶται. Φοβᾶται τό σβήσιμο τῆς ὑπάρξεώς του καί θέλει τήν αἰώνια ζωή.
Ὁ Κύριος, ἀντί νά ἀπαντήσει στόν νομικό, τόν ρωτᾶ: «Τί εἶναι γραμμένο στόν νόμο;». «Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν». Καί ὁ Κύριος τοῦ λέει «τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ», καί τόν ἀποστομώνει. Αὐτός ὅμως ἤθελε νά τόν «πιάσει» καί ἀμέσως τοῦ λέγει: «Καί ποιός εἶναι ὁ πλησίον;». Τότε ὁ Κύριος λέγει τήν παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου γιά νά ἐξηγήσει ποιός εἶναι ὁ πλησίον.
Ἕνας πληγωμένος, ἑτοιμοθάνατος ἄνθρωπος ἦταν στόν δρόμο. Περνάει ὁ ἱερεύς καί ὁ λευΐτης, δέν τοῦ δίδουν σημασία. Περνᾶ καί ἕνας Σαμαρείτης• αὐτός ὄχι μόνο δείχνει τό ἐνδιαφέρον του ἀλλά θυσιάζεται. Κατεβαίνει ὁ ἴδιος ἀπό τό ζῶο καί ἀνεβάζει τόν πληγωμένο. Δέν εἶχε ἐπιδέσμους. Μέ τά ροῦχα του ἴσως ἔδεσε τίς πληγές. Τό κρασί καί τό λάδι, πού εἶχε τότε κάθε ὁδοιπόρος, τό χρησιμοποίησε σάν οἰνόπνευμα καί σάν ἀλοιφή γιά τίς πληγές. Τόν πῆγε σ’ ἕνα πανδοχεῖο, ἔδωσε δύο δηνάρια, δύο μεροκάματα, καί ὑποσχέθηκε ὅτι θά ξαναπεράσει καί θά δώσει τά ὑπόλοιπα στόν πανδοχέα.
Ποιός, λοιπόν, εἶναι ὁ πλησίον μετά ἀπό ὅλα αὐτά; Δεῖτε τήν κακία, τόν φθόνο τοῦ νομικοῦ! Δέν λέγει ὅτι εἶναι ὁ Σαμαρείτης, ἀλλά «ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος», ἀνώνυμα. Δέν θέλει νά πεῖ τό ὄνομα Σαμαρείτης, γιατί μισοῦσαν τούς Σαμαρεῖτες• «οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις» (Ἰω 4,9).
Ὅμως αὐτός πού ἦλθε μέ ἀλαζονεία νά πειράξει καί νά παγιδεύσει καί νά ἐξευτελίσει τόν Κύριο μπροστά στόν λαό πού Τόν θαύμαζε καί κρεμόταν ἀπό τό στόμα του, φεύγει τώρα μέ τήν ἐντολή• «πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Πήγαινε νά μιμηθεῖς τόν Σαμαρείτη, ἄν θέλεις νά σωθεῖς.
Πλησίον, ἀδελφοί μου, εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος, ντόπιος, ἀλλοδαπός, φίλος, ἐχθρός, πιστός, ἄπιστος, χριστιανός, εἰδωλολάτρης. Ἡ ἀγάπη προσφέρεται σ' ὅλο τόν κόσμο. Καί αὐτό ἔκανε ὁ Χριστός• «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω 3,16). Καί «κόσμος» εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, καί οἱ καλοί καί οἱ κακοί, ὅλοι εἶναι ἀντικείμενο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλο, ὡστόσο, εἶναι νά τούς ἀγαποῦμε ὅλους γιά νά τούς βοηθήσουμε νά θεραπευθοῦν καί ἄλλο εἶναι ἡ ψευτοαγάπη πού διδάσκει ὁ οἰκουμενισμός, ἡ ὁποία ὄχι μόνο δέν θεραπεύει ἀλλά καί ὠθεῖ τίς ψυχές στήν ἀπώλεια.
Λέμε ὅτι ἡ μεγάλη ἐντολή εἶναι «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Ὀνομάζεται στή Γραφή καί καινούργια ἐντολή γιατί δέν ὑπάρχει πουθενά, ὁ Χριστός τή λέγει. Ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης ὅμως ὑπῆρχε καί στήν Παλαιά Διαθήκη, καί ἐπίσης κι ἄλλοι μίλησαν γιά τήν ἀγάπη. Πῶς εἶναι καινούργια ἡ ἐντολή; Εἶναι καινούργια ἡ ἐντολή, ἄν ποῦμε ὅλο τό χωρίο: «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰω 13,34). Ὅπως ἐγώ σᾶς ἀγάπησα. Τότε ἡ ἀγάπη εἶναι ἀληθινή, τότε καί μόνον τότε, ὅταν ἀγαπᾶτε ὅπως ἐγώ. Πῶς ἀγάπησα ἐγώ; Ἀπό τόν οὐρανό, «Θεός ὤν», ἦλθα στή γῆ.
Ὁ Κύριος σέ ὅλες τίς παραβολές παίρνει διάφορα ἀνθρώπινα περιστατικά, ἀνθρώπινα δοχεῖα καί τά γεμίζει μέ τή θεία του διδασκαλία γιά νά τά προσφέρει στούς ἀνθρώπους. Σ᾽ αὐτή τήν παραβολή δίνει ὡς παράδειγμα τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Ἡ ζωή του εἶναι ἐκείνη πού ἀποτελεῖ τή βάση αὐτῆς τῆς παραβολῆς.
Ἡ μεγάλη του ἀγάπη τόν κατέβασε ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ, ὅπου ὁ τραυματισμένος -ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀπό τά πάθη, ἀπό τά βέλη τοῦ διαβόλου- ὁ ἑτοιμοθάνατος ἤμουν ἐγώ κι ἐσύ, ἀδελφέ μου. Καί ἦλθε ὁ γλυκύτατός μας Κύριος, ὁ κατεξοχήν πλησίον, ὁ μοναδικός καί ἀναντικατάστατος. Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού φίλτατα πρόσωπα δέν μποροῦν νά μᾶς προσφέρουν καμιά βοήθεια. Εἶναι μακριά μας. Ἀλλά καί ἄν ἀκόμη εἶναι κοντά μας δέν ἔχουν τόν τρόπο, τά μέσα. Ἕνας εἶναι ὁ πλησίον πού, ὅπου καί νά εἴμαστε, εἶναι κοντά μας, μᾶς ἀκολουθεῖ ὅπως τό ὀξυγόνο πού εἰσπνέουμε. Καί ὄχι ἁπλῶς εἶναι κοντά μας, ἀλλά καί μπορεῖ νά μᾶς προσφέρει τή θεραπεία ἀπό τά τραύματα ὄχι μέ φάρμακα ἤ μέ ἄλλα μέσα. Μέ τό ἴδιο του τό αἷμα μᾶς δίνει τήν αἰώνια ζωή, μᾶς ὁδηγεῖ στή βασιλεία του.
Στ. Ν. Σάκκος
Κυριακή 15-11-2009, Φίλυρο