Ὁ εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου εἶναι τό γεγονός μέ τό ὁποῖο ἀρχίζει ἡ ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας Οἰκονομίας, τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας, ὅπως ψάλλουμε στό Ἀπολυτίκιο τῆς γιορτῆς: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ᾿ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται καὶ Γαβριήλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται»...
Χαῖρε εἶναι ἡ πρώτη λέξη πού ἀπευθύνει ὁ ἀπροσδόκητος ἐπισκέπτης στήν παρθένο Μαρία γεμίζοντάς την μέ τήν χαρά τοῦ Θεοῦ... Ὁ χαιρετισμός τοῦ ἀγγέλου ἀποτέλεσε τό πρότυπο ἀπό τό ὁποῖο σάν ἀπό θεῖο σπόρο ἀναβλάστησαν καί ἀνέθαλαν οἱ πολυάριθμοι καί γλυκύτατοι χαιρετισμοί, τούς ὁποίους ἀπευθύνει ἡ ᾿Εκκλησία μας στήν Παναγία κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ᾿Ακαθίστου ῞Υμνου.
Ἡ προσφώνηση κεχαριτωμένη, τήν ὁποία ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἄγγελος -«εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ» (Λκ 1,30)-, δηλώνει ὅτι ἡ Παρθένος, παρ’ ὅλο πού ὡς ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀναμάρτητη, ἀλλά κι αὐτή βαρύνεται μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἔχει τήν χάρη, τήν εὔνοια τοῦ Θεοῦ, εἶναι πλημμυρισμένη, διαποτισμένη ἀπό τήν θεία χάρη. Εἶναι γεμάτη ἀπό φῶς, ἔλεος, ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, καλωσύνη, ἁγιωσύνη, ἀπό ὅλες γενικά τίς εὐλογίες καί τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. ῎Εχει ὅμως καί τήν κατεξοχήν χάρη νά συλλάβει τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τήν καθιστᾶ ἀναμάρτητη. Ἡ χάρη της παραμένει ἀνεξάντλητη, διότι μαζί της ἔχει τῆς χάρης τήν πηγή, τόν ἴδιο τόν Θεό, ὅπως τό μαρτυρεῖ ὁ ἀγγελικός λόγος ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Κατά τήν ὥρα τοῦ εὐαγγελισμοῦ ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ δέχεται τήν ὕψιστη εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί ἀποδεικνύεται ἡ εὐλογημένη ἐν γυναιξίν. Ὁ χαιρετισμός αὐτός μάλιστα καθίσταται στοιχεῖο ταυτότητος τῆς Παρθένου. Ἔτσι θά τήν προσφωνήσει καί ἡ πνευματοκίνητη Ἐλισάβετ (βλ. 1, 42). Εἶναι πιό εὐλογημένη ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες, ἡ ἐκλεκτώτερη μέσα σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα.
Εἶχε φθάσει πλέον «τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γα 4,4), ὁ κατάλληλος καιρός, γιά νά πραγματοποιήσει ὁ Θεός τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας πού ἔδωσε στούς πρωτοπλάστους μετά τήν πτώση τους, τό λεγόμενο πρωτευαγγέλιο (βλ. Γέ 3,15). ῏Ηταν τότε πού ἡ ἁμαρτία ἔδινε τόν πιό σάπιο καρπό της, μία ψυχορραγοῦσα ἐξαθλιωμένη ἀνθρωπότητα, «συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές» (Λκ 13, 11), ἀλλά καί ἡ χάρη πρόβαλλε τόν πιό ὥριμο καί τέλειο καρπό της, μιά ταπεινή ἁγνή Παρθένο, τήν Κεχαριτωμένη.
Στεργίου Ν. Σάκκου,
Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο,
τ. Α´, σελ. 47. 50-51.