Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά πορεία σταυρική. Ὁ πιστός γιά νά φτάσει στό ἅγιο Πάσχα καί νά οἰκειωθεῖ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ -τό πιό ποθητό ὄνειρο τῆς ἀνθρωπότητας-, πρέπει πρῶτα νά σταυρωθεῖ, ὅπως Ἐκεῖνος· δέν γίνεται ἀλλιῶς. Ἄν θέλει πράγματι νά ἀπολαύσει τή ζωή τοῦ Κυρίου, πρέπει νά μετάσχει καί στόν θάνατό του. Δέν εἴμαστε ἐμεῖς ἀνώτεροι καί ἱκανώτεροι ἀπό τόν Διδάσκαλό μας. Ἀφοῦ ἐκεῖνος βάδισε στόν θάνατο, ἄν καί μποροῦσε νά τό ἀρνηθεῖ, ὀφείλουμε οἱ μαθητές του νά κάνουμε ἀκριβῶς τό ἴδιο (βλ. Μθ 10,24· Α΄ Πέ 2,21).
Πῶς ὡστόσο πεθαίνει κανείς μαζί μέ τόν Χριστό; Πῶς ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ γίνεται βίωμα καί ἐμπειρία τοῦ πιστοῦ;
Ἡ πρώτη ὁδός πού μᾶς ὁδηγεῖ στή συσταύρωση καί στόν τάφο μαζί μέ τόν Χριστό εἶναι ἀσφαλῶς ἡ μετάνοια. Μετάνοια θά πεῖ νά ἀρνηθῶ τή ζωή τοῦ ἀντίχριστου κόσμου, στήν ὁποία δουλεύω, καί ν’ ἀρχίσω νά ἐργάζομαι τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο αὐτή ἡ ἐπιλογή εἶναι ἕνας πραγματικός σταυρός, ἕνα μαρτύριο. Μέσα μου παλεύουν δύο νόμοι: ὁ νόμος τοῦ Πνεύματος καί ὁ νόμος τῆς φθορᾶς. Ὁ νόμος τοῦ Πνεύματος ἀπαιτεῖ ἀνάβαση, μόχθο καί κόπο, ἐνῶ ὁ νόμος τῆς φθορᾶς εἶναι ἄκοπος καί στό στόμα γλυκύς. Θέλω τόν πρῶτο, ἀλλά ὅλη μου ἡ ὕπαρξη ὀλισθαίνει στόν δεύτερο (Ρω 7,14-25). Ὅμως ἄν πραγματικά ποθῶ νά ζήσω μαζί μέ τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί νά ντυθῶ τή δόξα του, δέν θά διστάσω οὔτε στιγμή: Θά θανατώσω τόν νόμο τῆς φθορᾶς καί θά πεθάνω γιά τόν κόσμο, ὅση ὀδύνη κι ἄν γευθῶ (βλ. Γα 6,14).
Ἡ δεύτερη ὁδός εἶναι ἡ προσευχή. Μάλιστα ἡ περίοδος τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἶναι κατ’ ἐξοχήν περίοδος προσευχῆς, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία περιλαμβάνει στό καθημερινό της πρόγραμμα πολλές, μακρές καί ἰδιαίτερα κατανυκτικές ἀκολουθίες. Προσευχή θά πεῖ νά ἀπεκδυθῶ τά θέλω μου καί τίς ἐπιθυμίες μου, ὅποια κι ἄν εἶναι αὐτά, καί νά ὑποτάξω τό ἐγώ μου στήν ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό βέβαια δέν εἶναι κάτι εὐχάριστο γιά τόν ἄνθρωπο, διότι συνεπάγεται αὐταπάρνηση καί πολλές φορές ταπεινώσεις καί πόνο. Ἡ προσευχή ἰδίως τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς πρέπει νά ἐπαναλαμβάνει τήν προσευχή τοῦ Κυρίου στή Γεθσημανῆ: «Πατέρα, ἄν θέλεις, γλύτωσέ με ἀπ’ αὐτό τό ποτήρι. Ἄς μή γίνει ὅμως τό δικό μου θέλημα ἀλλά τό δικό σου...» (Λκ 22,42), καί νά ἔχει ὁπωσδήποτε κάτι ἀπό τήν ἐπιθανάτια ἀγωνία της, ἀπό τόν ἱδρώτα της καί ἀπό τό αἷμα της (Λκ 22,44).
Ὁ τρίτος δρόμος γιά νά μετάσχουμε στό μυστήριο τοῦ Γολγοθᾶ εἶναι ἡ συγχωρητικότητα. Συγχωρητικότητα θά πεῖ νά μπορῶ νά συν-χωρῶ. Νά προσφέρω δηλαδή ἀπό τόν ζωτικό χῶρο τοῦ ἑαυτοῦ μου σ’ αὐτόν πού μοῦ ἔγινε ἐχθρός· νά τόν ἀγκαλιάζω, ὅσο κι ἄν μ’ ἔχει πληγώσει. Βέβαια κάτι τέτοιο δέν εἶναι εὔκολο. Προϋποθέτει ἀσφαλῶς θυσιαστικό φρόνημα καί πολλές φορές ἀπαιτεῖ ν’ ἀγγίξει ἡ ψυχή μας τόν ἅδη. Ὡστόσο κι αὐτός ὁ θάνατος διδάχθηκε πρῶτα μέ τρόπο συγκλονιστικό ἀπό τόν ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ. Ὁ Κύριος πάνω στόν σταυρό γυμνός, αἱμόφυρτος, ὅλος μιά πληγή καί βυθισμένος στήν ἄβυσσο τοῦ πόνου συγχώρησε, καί δικαιολόγησε ἀκόμη, τούς ἴδιους τούς σταυρωτές του: «Πατέρα, συγχώρησέ τους διότι δέν ξέρουν τί κάνουν» (Λκ 23,34). Ἔχουμε συνεπῶς πρότυπο. Δέν κληθήκαμε σ’ αὐτό τό μαρτύριο χωρίς ἐγγυήσεις. Πρίν ἀπό μᾶς τό δέχτηκε στόν ἑαυτό του ὁ Θεός, καί μάλιστα τήν ὥρα τοῦ πιό ἀδυσώπητου παραπικρασμοῦ του ἀπό τό πλάσμα του.
Ἕνας τέταρτος δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν σταυρό εἶναι ἡ νηστεία. Ἡ νηστεία ἀποσκοπεῖ στό νά μᾶς διδάξει ἕνα πολύ βασικό μάθημα: ὅτι δέν θά ποθήσουμε ποτέ τά ἄρρητα ἀγαθά τοῦ οὐρανοῦ, ἄν παραμείνουμε δοῦλοι στά χωμάτινα ἀγαθά τῆς γῆς. Αὐτός πού νηστεύει μαθητεύει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «δέν εἶναι τροφή καί ποτό» (Ρω 14,17). Βέβαια ἡ ἀποχή ἀπό τίς τροφές εἶναι ἕνα βάσανο, ἕνας θάνατος. Καί δέν εἶναι ἀσφαλῶς τυχαῖο ὅτι ἡ ἀρχική νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ πρόδρομος τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, συνδεόταν ἀκριβῶς μέ τήν ἑορτή τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὅταν οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ τόν ρώτησαν γιά ποιόν λόγο οἱ ἴδιοι καί οἱ Φαρισαῖοι νηστεύουν, ἐνῶ οἱ δικοί του ὄχι, εἶπε προφητικά ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά νηστεύουν ὅσοι γλεντοῦν στό τραπέζι τοῦ γάμου κι ἔχουν μαζί τους τόν γαμπρό. Θά ἔρθει καιρός πού θά τούς πάρουν τόν γαμπρό καί τότε θά νηστέψουν (βλ. Μθ 9,14-15). Καί ὁ καιρός αὐτός ἦρθε. Εἶναι ἡ Μ. Τεσσαρακοστή. Ὁ νυμφίος Χριστός ἀπάγεται καί ὁδηγεῖται στόν θάνατο, καί ὁ γάμος μεταβάλλεται σέ σφαγεῖο.
Οἱ τέσσερις αὐτοί δρόμοι δέν ἀποτελοῦν ἐπιλογές. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἐπιλέξει μόνο τόν ἕναν, ὅποιον τοῦ ἀρέσει. Πρέπει νά βαδίσει μέ συνέπεια σ’ ὅλους. Ἡ ἁμαρτία ἔσπειρε στόν ταλαίπωρο ἑαυτό μας μύρια ζιζάνια, γι’ αὐτό καί ἀπαιτεῖται πολυποίκιλη καί σκληρή δουλειά ἀπό τόν γεωργό. Δέν ἔχουμε λοιπόν παρά νά ἐπιστρατεύσουμε ὅλες μας τίς δυνάμεις καί νά ξεκινήσουμε. Ἡ προσπάθειά μας, χαριτωμένη ἀπό τό ἔλεος τοῦ Κυρίου, δέν θ’ ἀργήσει ν’ ἀνθίσει τόν κάμπο. Κι ἄν παλέψουμε μέ τήν ἴδια πίστη μέχρι τό τέλος, θ’ ἀπολαύσουμε τόν θεσπέσιο καί ἀθάνατο καρπό τῆς ἀνάστασης.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος
"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2020