Ἀκτίνες ἀπό τή λάμψη τοῦ οὐρανοῦ οἱ ἅγιοι διαχέουν στήν καθημερινότητά μας τοῦ παραδείσου τό φῶς. Τήν Ι´ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου τή λαμπρύνει ἡ «μνήμη τῶν μαρτύρων Εὐλαμπίου καί Εὐλαμπίας τῶν αὐταδέλφων».
Καταγόμενοι ἀπό τή Νικομήδεια ἔζησαν στά τέλη τοῦ 3ου μ.Χ. αἰώνα ἐπί αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ. Τά χρόνια σκληρά καί δύσκολα. Μέρα τή μέρα γεμίζουν τά μαρτυρολόγια τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός ὑβριζόμενος, οἱ χριστιανοί διωκόμενοι...
Ὁ νεαρός Εὐλάμπιος ἐγκαταλείπει τήν πόλη καί μαζί μέ ἄλλους χριστιανούς καταφεύγει σέ ἕναν ἔρημο τόπο «θεαρέστως πολιτευόμενος». Σέ λίγο καιρό ἡ ἀνάγκη προμήθειας τροφίμων τόν φέρνει στήν πόλη, ὅπου δεσπόζει ἀναρτημένο τό αὐτοκρατορικό διάταγμα ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Ὁ Εὐλάμπιος τό διαβάζει καί τό περιγελᾶ, προδίδοντας ἔμμεσα τήν ταυτότητά του. Ἔφτασε καί γι᾽ αὐτόν ἡ ὥρα τῆς ὁμολογίας. Συλλαμβάνεται καί ὁδηγεῖται στήν ἀνάκριση. Ἕνας χριστιανός ἔφηβος μπροστά στή ρωμαϊκή ἐξουσία πού ἐκπροσωπεῖται ἀπό τόν ἡγεμόνα Μάξιμο. Δέν καλεῖ μάρτυρες ὑπεράσπισης, δέν ἐπιστρατεύει ἐπιχειρήματα ἀθωότητας, ἀλλά μέ παρρησία ἐπιβεβαιώνει τήν κατηγορία τῆς σύλληψής του: «Εἶμαι χριστιανός!».
Ὁ ἡγεμόνας ὀργίζεται καί διατάζει νά τόν βασανίσουν. Τόν ραβδίζουν, τόν χτυποῦν μέ λεπτά νεῦρα, ξεσχίζουν τό σῶμα του μέ σιδερένια νύχια, καῖνε τίς πληγές του. Κι ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ ἀθλητής ὑπομένει καρτερικά. Σέ λίγο ὅμως ζητᾶ νά τόν ὁδηγήσουν στόν ναό τῶν εἰδώλων. Θά θυσιάσει στούς ψεύτικους θεούς; Μήπως ὁ πόνος ἔκαμψε τό φρόνημά του; Ὄχι. Δέν εἶναι ὁ πόνος τοῦ σώματος, ἀλλά ἐκεῖνος τῆς τετρωμένης του καρδιᾶς ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού δέν ἀντέχει νά βλέπει τόσες ψυχές στήν πλάνη τῶν εἰδώλων. Θέλει νά γίνει σέ ὅλους φανερή ἡ παντοδυναμία τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ δικοῦ του Θεοῦ.
Οἱ ἀσεβεῖς ἐκπληρώνουν μέ χαρά τό αἴτημά του καί τόν συνοδεύουν μεγαλόπρεπα. Κι ὁ ἅγιος στέκεται μπροστά στό περιφανέστερο ἄγαλμα καί τό προστάζει νά πέσει καταγῆς. Θαυμαστή ἡ δύναμη τῆς πίστεως, πού μέ μικρούς ἐπιτελεῖ μεγάλα! Τό εἴδωλο συντρίβεται καί μαζί μ᾽ αὐτό συντρίβονται καί οἱ ἐλπίδες τῶν εἰδωλολατρῶν γιά τή μεταστροφή τοῦ νεαροῦ χριστιανοῦ.
Τότε ἀπρόσμενα μέσα ἀπό τό πλῆθος σπεύδει νά συναντήσει τόν μάρτυρα ἡ ἀδελφή του Εὐλαμπία καί τόν παρακαλεῖ νά ζητήσει ἀπό τόν Θεό νά τήν ἀξιώσει νά μαρτυρήσει κι αὐτή μαζί του. Τά δύο ἀδέλφια, συνδεδεμένα ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τους, συνοδοιποροῦν πρός τόν θάνατο, γιά νά μεταβοῦν στήν ὄντως ζωή. Μπροστά στό πρόσταγμα τοῦ ἡγεμόνα νά ἑτοιμαστεῖ ἕνας μεγάλος λέβητας μέ βραστό νερό, ἀλληλοστηρίζονται κι ἑτοιμάζονται «τῷ πνεύματι ζέοντες» (Ρω 12,11) νά γίνουν θυσία γιά Ἐκεῖνον πού πυρπολεῖ τίς καρδιές τους. Ἀλλά ἡ χάρη του ἐπεμβαίνει θαυμαστά καί τούς διατηρεῖ ἀλώβητους μέσα στόν λέβητα. Μπροστά στό θαῦμα διακόσιες καλοπροαίρετες ψυχές πιστεύουν στόν Χριστό! Ἡττημένος ὁ ἡγεμόνας διατάσσει τόν ἀποκεφαλισμό ὅλων, μαζί καί τῶν δύο μαρτύρων, Εὐλαμπίου καί Εὐλαμπίας.
Στό δοξαστικό τῶν στιχηρῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τῶν ἁγίων ψάλλουμε: «ὅπου γὰρ Θεὸς ὁ ποθούμενος, κόσμος ὅλος καταπεφρόνηται». Νά ἡ προϋπόθεση καί ἡ κινητήρια δύναμη γιά τήν ἀντίσταση στό φρόνημα τοῦ κόσμου: ὁ πόθος γιά τόν Θεό! Κι ὅταν αὐτός ὁ πόθος συνδέει ἀδελφικά τίς καρδιές, τότε μποροῦμε νά ἀγωνιζόμαστε καί νά στεκόμαστε «ὡς πόλις ὀχυρά».
Ἱκετεύσατε, αὐτάδελφοι ἅγιοι Εὐλάμπιε καί Εὐλαμπία, νά λάμπει ἡ ζωή τῶν χριστιανῶν, γιά νά ξεχύνει στόν ἀπελπισμένο κόσμο μας τήν ἐλπίδα τοῦ οὐρανοῦ!
Γρηγόριος
"Ἀπολύτρωσις", Ὀκτ. 2019