Φλογερός θαυμαστής καί ἐγκωμιαστής τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔχει στίς ὁμιλίες του συχνές ἀναφορές στήν προσωπικότητα τοῦ μεγάλου ἀποστόλου. Ἀφιερώνει μάλιστα ἑπτά ὁμιλίες εἰδικά «Εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον Παῦλον». Παραθέτουμε ἐδῶ ὁρισμένα ἀποσπάσματα ἀπό τήν τρίτη ὁμιλία, ὅπου ὁ χρυσορρήμονας πατέρας ἐγκωμιάζει τόν κορυφαῖο ἀπόστολο ὡς ὑπόδειγμα τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐγγυᾶται τήν ἁρμονία τῶν διαπροσωπικῶν μας σχέσεων:
«Ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές εἶναι κατώτερες ἀπό τήν ἀγάπη καί ὅλες περιστρέφονται γύρω ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὅπως π.χ. ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακῆς ἐπιθυμίας, ὁ πόλεμος κατά τῆς λαιμαργίας, ἡ ἀντίσταση πρός τή φιλαργυρία, ἡ πάλη μέ τόν θυμό. Ἡ ἀγάπη ὅμως εἶναι κοινό γνώρισμα τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ Θεοῦ... Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός ἔλεγε “νά προσεύχεσθε γιά ἐκείνους πού σᾶς ἐνοχλοῦν, γιά νά γίνετε ὅμοιοι μέ τόν Πατέρα σας τόν ἐπουράνιο”.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, καί ὁ Παῦλος ὅτι αὐτό εἶναι ἡ κορυφή τῶν ἀγαθῶν, τό ἐφήρμοσε μέ πολλή ἀκρίβεια. Κανείς δέν ἀγάπησε τούς ἐχθρούς ὅπως ἐκεῖνος, κανείς δέν εὐεργέτησε αὐτούς πού τόν ἐπιβουλεύονταν, κανείς δέν ἔπαθε τόσα χάριν ἐκείνων πού τόν εἶχαν λυπήσει. Διότι ὁ Παῦλος δέν κοιτοῦσε ἐκεῖνα πού ἔπασχε ἀλλά σκεπτόταν ὅτι καί αὐτοί (πού τόν ἐχθρεύονταν) ἦταν ἄνθρωποι καί ὅσο περισσότερο ἐκεῖνοι ἐξαγριώνονταν, τόσο περισσότερο αὐτός τούς συγχωροῦσε τή μανία, ὅπως θά ἔκανε ἕνας πατέρας γιά τό μανιακό παιδί του...
Ἀφοῦ, λοιπόν, ἀρχή καί τέλος καί ὅλα τά ἀγαθά εἶναι ἡ ἀγάπη, ἄς ἀκολουθήσουμε καί σ᾽ αὐτήν τόν Παῦλο, διότι ἀπό τήν ἀγάπη αὐτός ἔγινε τόσο σπουδαῖος. Μή μοῦ ἀναφέρεις τούς νεκρούς πού ὁ Παῦλος ἀνέστησε οὔτε τούς λεπρούς πού καθάρισε. Τίποτε ἀπό αὐτά δέν θά σοῦ ζητήσει ὁ Θεός. Ἀπόκτησε τήν ἀγάπη τοῦ Παύλου καί θά ἔχεις τέλειο στεφάνι. Ποιός τά λέει αὐτά; Ὁ ἴδιος ὁ τροφός τῆς ἀγάπης, αὐτός πού τήν προτίμησε καί ἀπό σημεῖα καί ἀπό θαύματα καί μύρια ἄλλα. Ἐπειδή τήν εἶχε ἐπιτύχει σέ μέγιστο βαθμό, γι᾽ αὐτό καί γνώριζε ἐπακριβῶς τή δύναμή της. Γι᾽ αὐτό καί ἔλεγε: “Ἐπιδιώκετε μέ ζῆλο τά χαρίσματα τά ἀνώτερα. Καί σᾶς δείχνω δρόμο ἔξοχο καί ὑπέροχο γιά τήν ἀπόκτησή τους” (βλ. Α´ Κο 12,31), ἐννοώντας τήν ἀγάπη, τόν πιό ὡραῖο καί πιό εὔκολο δρόμο».