Τά μικρά τῆς Α´Γυμνασίου μπαίνουν ξαναμμένα στήν τάξη.
-Ἔ, ὄχι, κυρία!... Δέν πάει ἄλλο! Δέν μποροῦμε μιά φορά νά νικήσουμε τό Α3 στό ποδόσφαιρο; Ὅλο αὐτοί νικᾶνε! Ἐμεῖς, τίποτε...
-Ὁ Μάκης φταίει... καί ὁ Θοδωρής. Μαλώσανε πάλι καί μετά βγῆκαν ἀπό τό παιχνίδι. Χωρίς αὐτούς δέν τά καταφέραμε!
-Μαλώσανε;
-Νά, δέν θέλουν οὔτε νά κοιταχτοῦν. Ποτέ δέν τά βρίσκουν!
Κοιτῶ τούς δυό νεαρούς πού κάνουν πώς δέν ἀκοῦνε.
-Λοιπόν, τί θά κάνουμε, παιδιά; Θά ρίξουμε γέφυρες ἤ θά μείνουμε ἡττημένοι;
-Γέφυρες; Τί ἐννοεῖτε, κυρία; μέ κοιτοῦν μέ ἀπορία.
-Ἐννοῶ πολλά… Ἀλλά μιά καί τό ἡμερολόγιο δείχνει 22 Ὀκτωβρίου, ἀξίζει νά σᾶς διηγηθῶ μία ἱστορία πού θά σᾶς βοηθήσει νά τά καταλάβετε.
Ξέρει κανείς ποιά εἶναι ἡ σπουδαιότερη γέφυρα πού στήθηκε ποτέ στήν περιοχή μας; Μή βιαστεῖτε νά ἀπαντήσετε… Ἡ γέφυρα στήν ὁποία ἀναφέρομαι φτιάχτηκε μέσα σέ μία νύχτα μέ περίεργα ὑλικά καί μᾶς χάρισε τήν ἐλευθερία!
-Ποιά εἶναι αὐτή ἡ γέφυρα;
-Εἴχαμε μιλήσει γιά τό πῶς ὁ ἑλληνικός στρατός μέ ἐντολή τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἐλευθέριου Βενιζέλου ξε- κίνησε τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1912 γιά τή Θεσσαλονίκη. Οἱ Ἕλληνες ἔδωσαν μάχη μέ τόν χρόνο γιά νά προλάβουν τούς Βουλγάρους. Κατευθύνονταν κι αὐτοί πρός τή Θεσσαλονίκη γιά νά φτάσουν πρῶτοι. Οἱ Κουλακιῶτες -κάτοικοι τῆς σημερινῆς Χαλάστρας- κρατώντας τό Εὐαγγέλιο καί ψάλλοντας τό «Χριστός Ἀνέστη» ὑποδέχονται τόν στρατό μας. Ὡστόσο, φτάνοντας οἱ Ἕλληνες ἔξω ἀπό τήν πόλη, συναντοῦν ἕνα φυσικό ἐμπόδιο πού τούς κόβει τόν δρόμο. Ἡ διάβαση τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ εἶναι πολύ δύσκολη γιά τίς μεραρχίες καί τό ἱππικό. Ἡ γέφυρα ἔχει καταστραφεῖ ἀπό τούς Τούρκους καί εἶναι ἀδύνατον νά διασχίσουν τό «φουσκωμένο» ἀπό τήν κακοκαιρία ποτάμι. Ἀκόμα καί οἱ πιό ἔμπειροι ἀξιωματικοί τοῦ στρατοῦ σηκώνουν τά χέρια ψηλά.
-Καί τί ἔγινε τότε, κυρία; Βρῆκαν λύση;
-Σ’ αὐτή τήν κρίσιμη ὥρα, μπροστά σέ ἕνα φαινομενικά ἄλυτο πρόβλημα, τή λύση δίνει ἡ εὐφυΐα συνδυασμένη μέ τήν αὐταπάρνηση. Ἡ ἑλληνική ψυχή μεγαλουργεῖ! Γιώργη τόν ἔλεγαν. Γιώργη Νταληγκάρη. Γράμματα πολλά δέν ἤξερε, μά ἤξερε καλά τήν τέχνη τοῦ καροποιοῦ. Παρουσιάζεται μπροστά στούς ἀπελπισμένους ἀξιωματικούς καί λέει: «Κάντε με γιά μιά νύχτα βασιλιά κι αὔριο θά ’σαστε στήν πόλη!». Οἱ ἀξιωματικοί δέν τοῦ δίνουν σημασία. Ξανάρχεται ἀργότερα. Τούς μιλᾶ μέ τόλμη καί πειθώ: «Δῶστε μου τή δυνατότητα νά σᾶς διατάζω γιά μιά νύχτα καί οἱ βραχίονες τοῦ ποταμοῦ θά ζευχθοῦν καί ὁ στρατός θά τούς διαβεῖ χωρίς κίνδυνο». Τοῦ τό ἐπιτρέπουν. Ἐκεῖνος βάζει τίς κουλακιώτικες πλάβες πλάι πλάι, τίς στερεώνει μέ σχοινιά καί πάνω τους καρφώνει σανίδια. Τραπέζια, κάδρα, ἔπιπλα γίνονται οἱ πρῶτες ὕλες στά χέρια τοῦ εὑρηματικοῦ καροποιοῦ, πού τά ἑνώνει φτιάχνοντας μία αὐτοσχέδια, ἀλλά ἀποτελεσματική γέφυρα... Κάτω ἀπό τήν καταρρακτώδη βροχή ὅλοι μέ αὐτοθυσία βοηθοῦν. Κάνουν τό ἀδύνατο δυνατό! Μέ κάθε εἴδους ἐργαλεῖα συγκεντρώνουν ξύλινα βαρέλια καί ξύλα πού ἔχουν στά σπίτια τους, ἀκόμη καί τά σχοινιά πού χρησιμοποιοῦνταν γιά τό ἅπλωμα τῆς μπουγάδας καί τό κρέμασμα τῶν κουβάδων στά πηγάδια! Ξηλώνουν τίς πόρτες καί τά παράθυρά τους, γκρεμίζουν τούς φράχτες τῶν σπιτιῶν τους, θυσιάζοντας ἔτσι τήν ἐλάχιστη περιουσία τους γιά νά πατή- σουν πάνω σέ αὐτά οἱ ἕλληνες στρατιῶτες.
Δέν ξέρουν τήν ἀκριβή σημασία τοῦ ἔργου τους. Ἐκείνη τήν ὥρα τούς καλεῖ ἡ πατρίδα στό καθῆκον. Κι αὐτοί τό πράττουν. Δέν ζητοῦν ἀνταλλάγματα γιά τήν προσφορά τους... Φτωχοί κι ἀγράμματοι οἱ περισσότεροι, πεντακόσια σχεδόν χρόνια στόν τουρκικό ζυγό, πράττουν ὅ,τι τούς προστάζει ἡ καρδιά τους. Κι αὐτή κραυγάζει: Ἑλλάδα!
-Ζήτω!!! Ἡ τάξη ξεσπᾶ αὐθόρμητα σέ χειροκροτήματα.
-Χειροκροτῆστε τους, παιδιά... Τούς ἀξίζει! Χάρη στήν πολύτιμη βοήθειά τους ὁ ἑλληνικός στρατός κατάφερε μέσα σέ 48 ὧρες νά περάσει τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο καί νά φτάσει πρῶτος στή Θεσσαλονίκη. Χάρη στήν αὐτοθυσία καί στήν ὁμοψυχία τους ἐμεῖς σήμερα, ἐδῶ καί 106 χρόνια, διαβαίνουμε τή γέφυρα τοῦ Ἀξιοῦ ἐλεύθεροι… Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ σύμπνοια καί ἡ ἀποφασιστικότητα, ἄν περίμεναν νά ἔρθουν οἱ γέφυρες πού προετοιμάζονταν στήν Κοζάνη, ὁ ροῦς τῆς ἱστορίας θά ἦταν ἐντελῶς διαφορετικός.
-Κυρία, ἡ λευτεριά μας ἀξίζει πολύ ἀκριβά!
-Ναί, παιδιά. Ἡ λευτεριά μας πληρώθηκε μέ αἷμα καί δάκρυ, μέ αὐτοθυσία καί αὐταπάρνηση. Ξέρουν οἱ Ἕλληνες νά ἀγωνίζονται καί νά πεθαίνουν γιά τήν πατρίδα τους καί τά ἱερά της χώματα, γιά τή Μακεδονία! Τό φωνάξαν περίτρανα καί στό συλλαλητήριο πού ἔγινε πρόσφατα στή Θεσσαλονίκη μας. Γιά τήν πατρίδα μας, παιδιά, ἀξίζει νά δίνουμε σέ κάθε ἐποχή ὅ,τι ἔχει ὁ καθένας!
Καί ἄν σκεφτόμαστε τή γέφυρα τοῦ Ἀξιοῦ, τότε καί μεταξύ μας μέ γενναιότητα θά ρίχνουμε γέφυρες πού ἀπελευθερώνουν ἀπό τά πάθη καί μᾶς ἑνώνουν χωρίς κακίες καί κρατούμενα! Τό εἶπε χρόνια πρίν ὁ ἀθάνατος Περικλῆς, ὅπως τό διασώζει ὁ Θουκυδίδης: «τὸ δὲ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ’ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον». Εὐτυχισμένοι εἶναι οἱ ἐλεύθεροι καί ἐλεύθεροι εἶναι οἱ γενναῖοι!
Μ.Ε.Χ.