ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΑΓΙΟ

pentikosti c  Καθώς ὁ Κύριος προετοιμάζει τούς μαθητές του γιά τήν ἀναχώρησή του ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί ἡ ἀτμόσφαιρα στόν Μυστικό Δεῖπνο εἶναι βαρειά, ἀνοίγει λυτρωτικό ἕνα παράθυρο ἐλπίδας. Ὁ Διδάσκαλος ὑπό­σχε­ται ὅτι δέν θά τούς ἐγκαταλείψει. Θά παρακαλέσει τόν Πατέρα κι ἐκεῖνος θά τούς στεί­λει ἕναν «ἄλλο παράκλητο γιά νά μείνει μαζί τους αἰώνια». Παράκλητος λέ­γεται αὐτός πού παρηγορεῖ, πού στηρίζει. Ὁ πα­ράκλητος πού θά στείλει ὁ Πατήρ στούς μαθητές «στό ὄνομα τοῦ Υἱοῦ» καί ὁ ὁποῖος θά τούς στηρίξει στήν μεγάλη ἀποστολή τους εἶναι «τό Πνεῦμα τῆς ἀλήθειας», «τό Πνεῦμα τό ἅγιο». Εἶναι τό τρίτο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, Θεός ἴσος μέ τόν Πα­τέρα καί τόν Υἱό, ὁ ὁποῖος «ἐκ­πο­ρεύεται», δηλαδή ἔχει τήν ὕπαρξή του, ἀπό τόν Πατέρα. Αὐτός τώρα εἶναι δίπλα τους ἀλλά στό μέλλον θά εἶναι μέσα τους. Θά τούς διδάξει καί θά τούς ὑπενθυμίσει ὅλες τίς διδαχές τοῦ Κυρίου καί θά τούς ὁδη­γήσει σέ ὅλη τήν ἀλήθεια (βλ. Ἰω 14-16).
  Ἡ ὑπόσχεση αὐτή τοῦ Χριστοῦ δέν ἄργησε νά ἐκπληρωθεῖ. Τήν Πεν­τηκοστή τοῦ ἔτους ἐκείνου τό Πνεῦμα τό ἅγιο ἐπιφοίτησε στούς μα­θη­τές καί τούς γέμισε μέ τήν χάρη καί τήν ἐνέργειά του. Καί ξαφνικά ἐκεῖνοι οἱ ἁπλοί καί ταπεινοί ἄνθρωποι, πού κανένας δέν ὑπολόγιζε, ἄρχισαν νά εὐ­αγ­γελίζονται μέ ἀκατάβλητη δύναμη τόν Ἰησοῦ καί τήν ἀνάστασή του, καί νά ἁλιεύουν στά δίχτυα τοῦ κηρύγματός τους ὅλη τήν οἰ­κου­μέ­νη. Ἀπέναντί τους ὀρθώθηκαν ἐχθροί πανίσχυροι. Στήν ἀρχή ἡ θρη­σκευ­τική ἡγεσία τῶν Ἑβραίων καί λίγο ἀργότερα ὁλόκληρη ἡ ρω­μαϊ­κή αὐτοκρατορία. Οἱ ἀπόστο­λοι δέν διέθεταν τίποτε. Οὔτε σοφία κοσμι­κή οὔτε ἰσχύ οἰκονομική οὔτε στρατεύματα. Κι ὅμως αὐτοί στό τέλος νίκησαν. Τό ραβδί τους τσάκισε τά ξίφη τῶν λεγεώνων καί ἡ εἰρηνική ἐπανάσταση τοῦ σταυροῦ συνέτριψε κάθε ὀργισμένη ἀντίδραση. Καί τό πιό θαυμα­στό; Ἡ παντοδύναμη Ρώμη προσ­κύ­νησε τόν Ναζωραῖο. Ποῦ ὀφείλεται αὐτή ἡ περιφανής καί μοναδική στήν ἱστορία νίκη; Πῶς δώδεκα πρόβατα μετέβαλαν ὁλόκληρα κοπάδια λύκων σέ πρόβατα; Οἱ «ρεαλι­στές» ἱστο­ρικοί καθώς πνίγονται μέσα στήν ἀπορία τους ἐφευρίσκουν διάφορα αἴ­τια, ἀλλά ἡ ἀλήθεια εἶναι μία: οἱ ἀπόστολοι νίκησαν μέ τήν δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
  Ὡστόσο πρίν ἀλλάξει τό Πνεῦμα τό ἅγιο τήν οἰκουμένη, ἄλλαξε τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας, μετά τήν πτώση του στήν Ἐδέμ ἀλλοτριώθηκε. Ὁ Κύριος τόν ἤθελε μικρό θεό καί υἱό του, ὅμως ὁ Ἀδάμ ἐπέλεξε τήν φθορά καί τόν θάνατο (βλ. Ψα 81,6-7). Καί ὄχι μόνον αὐτό. Ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό ὁδήγησε τήν γενιά του στό σκοτάδι τῆς πλάνης καί σέ κάθε εἴδους βδελυρή διαστροφή καί κακία (βλ. Ῥω 1,18-32). Ὅμως ὁ Θεός δέν μᾶς ἐγκατέλειψε. Ἔκανε τά πάντα γιά νά μᾶς σώσει. Ὀργάνωσε καί ἐφάρμοσε ἕνα ὁλόκληρο σχέδιο στό ὁποῖο ἐνεπλάκη ὁ ἴδιος προσωπικά. Ἄν καί ἄπειρος καί ἀνενδεής, δέχτηκε νά μπεῖ στήν περιπέτεια τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας ἀναζητώντας σάν καλός βοσκός τό χαμένο του πρόβατο. Ἔφτασε στό σημεῖο, ἀφοῦ ἄλλος τρόπος δέν ὑπῆρχε, νά γίνει ἄνθρωπος καί νά πεθάνει γιά τόν ἄνθρωπο μέ θάνατο φρικτό, σταυρικό. Ὥστε μέ τήν ἀνάστασή του νά μᾶς ἀπελευθερώσει ἀπό τά δεσμά τοῦ Ἅδη καί νά ὑψώσει τήν φύση μας στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
  Καί ἐδῶ ἀρχίζει τό ἔργο του τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνά­σταση τοῦ Χριστοῦ ἔπρεπε νά γίνουν κτῆμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως θά γινόταν αὐτό; Πῶς ὁ ἕνας θά ἑνωνόταν ὑπαρξιακά μέ τούς πολ­λούς; Ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό δόθηκε ἀπό τόν Παράκλητο, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἐπενέβη καί ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία. Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ (βλ. Α´ Κο 12,27). Προσοχή: δέν συμ­βο­λίζει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ΕΙΝΑΙ τό σῶμα του. Δηλαδή ὁ Χριστός ὑπάρχει πλέον καί ὡς σύλ­λογος ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό ἐμφανιζόταν μετά τήν ἀνάστασή του συχνά «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μρ 16,12), γιά νά προε­τοι­μάσει τούς μαθητές του γι’ αὐτή τήν πραγματικότητα. Ὅποιος λοιπόν μετέχει στήν Ἐκκλησία, μετέχει στό «εἶναι» τοῦ Κυρίου, κάνει τόν Κύριο ἑαυτό του. Τό Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι καί πνεῦμα του καί μπορεῖ ἔτσι νά ἀποκαλεῖ καί νά ἔχει τόν Θεό πατέρα. Καί φυσικά ὅ,τι ἀνήκει στόν Υἱό ἀνήκει πλέον καί σ’ αὐτόν (βλ. Ρω 8,15-17).
  Ὁ Παράκλητος μ’ ἄλλα λόγια δημιουργεῖ ἕνα νέο εἶδος ἀνθρώπου, αὐτόν πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος χαρακτηρίζει «ἐν Χριστῷ» (Β´ Κο 12,2 κ.ἄ.) καί ἡ ἱστορία ὀνόμασε «Χριστιανό». Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν ἔχει μόνο σῶμα καί ψυχή ἀλλά καί τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Χιλιάδες τέτοιοι ἄν­θρωποι ἔζησαν καί ζοῦν ἀνάμεσά μας. Δέν ἐννοῶ αὐτούς πού φέρουν τυπικά μόνο τό ὄνομα «Χριστιανός» καί ζοῦν σάν ἀντίχριστοι ἤ ἀχρί­στια­νοι. Ἐννοῶ αὐτούς πού ἀγωνίζονται νά ἀνήκουν στόν στοῖχο τοῦ Πνεύ­ματος (βλ. Γα 5,25) καί νά παράγουν τούς καρπούς του: τήν ἀγάπη, τήν χαρά, τήν εἰρήνη, τήν μα­κρο­θυμία, τήν καλοσύνη, τήν ἀγα­θότητα, τήν πίστη, τήν πραό­τητα καί τήν ἐγ­κρά­τεια (Γα 5,22). Αὐτοί ἄλλαξαν τήν ὄψη τοῦ κό­σμου μας. Ἄν σήμερα ὑ­πάρ­χει πολιτισμένος καί προ­­ηγ­μέ­νος κόσμος, αὐτό ὀ­φεί­­λεται κατά βάσιν στούς Χρι­στια­νούς καί στήν πρό­τα­ση ζωῆς πού κομίζουν. Κα­μία ἄλλη φι­λοσοφία ἤ βιοθεωρία δέν ἐ­πη­ρέασε τό­σο εὐεργετικά τίς κοι­νω­νίες μας καί δέν ἀπε­λευθέρωσε τόν ἄν­θρωπο ἀπό τόν παλιάν­θρωπο πού κρύ­βει μέσα του. Τό τελευταῖο μά­λιστα εἶ­ναι ἀποκλειστικά ἔρ­γο τοῦ ἁ­γί­ου Πνεύματος· τοῦ Πνεύματος τό ὁ­ποῖο ὅπου πνέει «ἐκεῖ ὑ­πάρχει ἐλευθερία» (Β´ Κο 3,17).
  Δέν εἴμαστε ἄξιοι μιᾶς τέ­τοιας τιμῆς. Ὅμως ἡ ἀ­γά­πη τοῦ Θεοῦ πα­ρέ­βλε­ψε τήν ἁμαρτία μας καί μᾶς ἔκανε, ἐμᾶς τούς δούλους τῆς ἀτι­μίας, τίμια δο­χεῖα τῆς χάριτος. Πρέ­πει ὡσ­τό­σο νά προσέξουμε· δεύ­τε­ρη εὐκαιρία δέν πρό­κει­­- ται νά ὑ­πάρξει. Ἄς ἐργαστοῦμε γιά νά αὐ­ξήσουμε τά τάλαντα τοῦ Πα­ρα­κλή­του σήμερα, ὄχι αὔριο. Γιά νά ἀκούσουμε κάποτε ἐ­κεί­νη τήν μακά­ρια φωνή: «Εὖ­γε, δοῦλε καλέ καί πιστέ!... Μπές στήν χαρά τοῦ Κυρίου σου» (Μθ 25,21).

 

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας

"Ἀπολύτρωσις", Μάιος 2018