Tό πιό λαμπρό «Χριστός ἀνέστη» ἀντήχησε ἀπό τά χείλη ὅσων ἀνέβηκαν τόν Γολγοθᾶ σηκώνοντας τόν σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί μέσα ἀπό τό αἷμα ἀντίκρυσαν τά μάτια τους τό ἔκπαγλο φῶς τῆς Ἀνάστασης.
Ἕνα τέτοιο ματωμένο καί χαρμόσυνο «Χριστός ἀνέστη» ἀντήχησε στήν ἁγία πόλη τῆς Ἰερουσαλήμ, ἐκεῖ πού ἀνέβηκε στόν σταυρό τοῦ μαρτυρίου, ἐτάφη καί ἀναστήθηκε ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός τοῦ Θεοῦ. Μπροστά στήν πύλη τοῦ Δαυΐδ, ἕνας νεαρός Ἕλληνας ὀρθόδοξος ψάλλει τόν νικηφόρο παιάνα «Χριστός ἀνέστη». Γύρω του ἕνα πλῆθος μουσουλμάνων μαίνεται μέ σαρκασμούς καί κραυγές. Εἶναι γυμνός, πληγωμένος, μέ σπασμένο τό ἕνα χέρι στόν βραχίονα καί κομμένα τά δάχτυλα τοῦ ἄλλου χεριοῦ. Μά τό πρόσωπό του λάμπει καί τά χείλη του ψάλλουν μέ ἄρρητη γλυκύτητα τό χαρμόσυνο τραγούδι τῆς νίκης: Χριστός ἀνέστη!
«Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, θανάτωσέ με, δέν φοβᾶμαι. Χριστός ἀνέστη!», φώναξε μέ θάρρος καί πνευματική ἀνδρεία μπροστά στόν πασᾶ ὁ Παναγιώτης. Τοῦ ζήτησε νά δεχθεῖ τόν μουσουλμανισμό προκειμένου νά ἀποφύγει τόν θάνατο, ἐπειδή βεβήλωσε τό τέμενος τοῦ Ὀμάρ μπαίνοντας σέ αὐτό ἀνυποψίαστος μέ τόν τοῦρκο εὐγενῆ Ὀσμάν ἐφέντη, στόν ὁποῖο ἐργαζόταν.
Ἦταν 5 Ἀπριλίου 1820 μ.Χ. Γύρω μιά ἄνοιξη ὁλόφωτη κι εὐωδιαστή καί τό παλληκάρι τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Πελοπόννησο στό ἄνθισμα τῆς νιότης, στά εἰκοσιπέντε του χρόνια. Μά τήν αἰώνια ἄνοιξη τήν κρατᾶ στήν καρδιά του καί ἀνθοβολοῦν μέσα του τά πιό μυρωμένα ἄνθη, ἡ ζωντανή πίστη καί ἡ ἀνίκητη ἐλπίδα.
Ὁ δήμιος ἀδίστακτος τόν χτυπᾶ ἐλαφρά μέ τό σπαθί στόν τράχηλο γιά νά τόν φοβίσει. Ὁ ἄλκιμος νέος γονατιστός ἐπαναλαμβάνει τήν ὁμολογία του μέ ἀκλόνητη πίστη. Μέ ἕνα τελευταῖο «Χριστός Ἀνέστη», ἡ ἁγία κεφαλή του αἱματόβρεχτη καταπίπτει στή γῆ. Καί ἡ ψυχή του πετᾶ ἀπό τήν ἐπίγεια στήν ἄνω Ἰερουσαλήμ, ὅπου μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους θά ψάλλει αἰώνια τόν ἀναστάσιμο ὕμνο.
Τό μαρτύριο τοῦ νεαροῦ ὁμολογητῆ παρακολούθησε καί ὁ προτεστάντης ἱεραπόστολος Ἰωσήφ Wolff, ὁ ὁποῖος τό περιγράφει σέ ἐπιστολή πού συνέταξε στίς 2 Ἀπριλίου 1839. Μᾶς διασώζει ἐπίσης τήν πληροφορία ὅτι τό Πατριαρχεῖο πλήρωσε 5.000 γρόσια γιά νά παραλάβει τό ἅγιο λείψανο τοῦ νεομάρτυρα. Ἡ ταφή ἔγινε μέ τιμή καί εὐλάβεια στό κοιμητήριο τῆς ἁγίας Σιών.
Τό αἷμα καί οἱ δάφνες, ἡ θυσία καί ἡ δόξα σμίγουν στή ζωή τῶν χριστιανῶν κάθε ἐποχῆς. Τό μαρτυρικό «Χριστός ἀνέστη» τοῦ νεομάρτυρα Πανα- γιώτη ἄς ἀντηχεῖ στήν καρδιά μας, γιά νά μᾶς βεβαιώνει πώς ἡ πίστη στόν ἀναστημένο Κύριο κραταιώνει καί γιγαντώνει τούς πιστούς γιά ἀγῶνες θαυμαστούς καί νίκη αἰώνια.
Ἰχνηλάτης
"Ἀπολύτρωσις", Ἀπρ. 2018