Εἶναι ὑπέροχη ἡ ὥρα πού τά μικρά κεφαλάκια σκύβουν πάνω στό γραπτό νά ἀποτυπώσουν τή σκέψη τους, νά γράψουν τά ὅσα ἔχουν στό μικρό τους μυαλουδάκι... Νά, ὁ Ἀντώνης πού δυσκολεύεται τόσο στά μαθηματικά, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς ἔκθεσης χαμογελᾶνε καί τά αὐτιά του! Τούς ἄρεσε τό θέμα πού διάλεξα σήμερα: «Ὀνειρεύομαι τί θέλω νά γίνω ὅταν μεγαλώσω...»
Ὁ πιό ψηλός τῆς τάξης, ὁ Γιῶργος, ἴσα πού χωρᾶ στό μικρό του θρανίο. Πλησιάζω στό γραπτό του καί διαβάζω διακριτικά: «Ὄνειρό μου εἶναι ὅταν μεγαλώσω νά γίνω εὔζωνας στήν Προεδρική Φρουρά! Τά Χριστούγεννα ἤμασταν στήν Ἀθήνα καί κάθε ἀπόγευμα ζητοῦσα ἀπό τόν παππού νά μέ πάει στό Σύνταγμα... Τό βράδυ στόν ὕπνο μου βλέπω τόν ἑαυτό μου νά βαδίζει καμαρωτά καί ἔπειτα νά μένει ἀκίνητος. Μέ ἐντυπωσιάζει τό ἀτάραχο βλέμμα τους καί ἡ κορμοστασιά τους. Ὁ μπαμπάς μου λέει ὅτι σίγουρα θά ψηλώσω κι ἄλλο καί θά τά καταφέρω!...».
Τό κουδούνι χτυπᾶ καί τά μικρά μου βιάζονται νά ὁλοκληρώσουν. Σκέφτομαι πώς τήν ἑπόμενη ὥρα τό μάθημα θά εἶναι ἀφιερωμένο στήν… Προεδρική Φρουρά!
- Κυρία, Θρησκευτικά θά κάνουμε τώρα; μέ ρωτᾶ ἡ Κατερίνα.
- Ναί, Κατερινούλα μου, καί θά ποῦμε σήμερα γιά ἕναν ἅγιο πού πολύ ἀγαπῶ!
- Κυρία, ἐσεῖς ὅλους τούς ἁγίους τούς ἀγαπᾶτε. Τί εἰκονοστάσι ἔχετε στό σπίτι σας;
Χαμογελῶ στή μικρή. Σκέφτομαι ὅτι ὁ σημερινός Ἅγιος θά μᾶς δώσει ὡραῖες ἀφορμές.
- Λοιπόν, παιδιά, θέλω νά μοῦ πεῖτε: μήπως ἔχετε δεῖ σέ κάποια εἰκόνα ἕναν ἅγιο πού φοράει φουστανέλα;
- Φουστανέλα; Σάν τόν Κολοκοτρώνη δηλαδή; Ὄχι, κυρία.
- Κυρία, παίρνει τόν λόγο ὁ Γιῶργος. Ἐμένα μοῦ ἀρέσουν οἱ εὔζωνες καί θέλω ὅταν μεγαλώσω νά γίνω εὔζωνας στό Σύνταγμα!
- Ἀλήθεια; κάνω τήν ἀνήξερη. Κι ἐγώ θά σᾶς δείξω ἐδῶ ἕναν εὔζωνα. Κοιτάξτε, σ᾽ αὐτήν τή φωτογραφία ὁ εὔζωνας μοιάζει τόσο πολύ μέ τήν ἁγιογραφία δίπλα του…
- Ἀπό ποῦ εἶναι, κυρία;
- Ἀπό τόν πρῶτο ἐπίσημο ἑορτασμό τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ Φουστανελᾶ στήν Προεδρική Φρουρά! Τό εἰκονοστάσι πού βλέπετε ἀφιερώθηκε στόν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἀπό φέτος ἐπίσημα ὁ προστάτης τους. Ἔτσι ἔχουν καί οἱ εὔζωνές μας τόν προστάτη τους ἅγιο, ὅπως ἐμεῖς ἔχουμε τούς δικούς μας προστάτες ἁγίους, πού εἶναι…
- ... οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες: Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, ἀντήχησε ἡ τάξη μέ μία φωνή!
- Καί γιατί τόν διάλεξαν; Ἐπειδή φοράει φουστανέλα; ρωτάει ὁ Ἠλίας.
- Αὐτό εἶναι κάτι τό ἐξωτερικό. Ὁ βαθύτερος λόγος εἶναι τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀφοσιωμένος στό πιστεύω του... Γι᾽ αὐτό καί ἡ Προεδρική Φρουρά τόν διάλεξε προστάτη της, γιατί εἶναι σύμβολο ἀντίστασης καί πίστης στό καθῆκον.
- Καί γιατί οἱ εὔζωνες φορᾶνε φουστανέλα σήμερα;
- Ἡ φουστανέλα εἶναι σύμβολο τοῦ ἀγώνα καί τῆς ἀπόκτησης τῆς ἐλευθερίας μας. Κρύβει μέσα στίς πτυχές της τούς ἀγῶνες τῶν Ἑλλήνων γιά τήν πίστη καί τήν ἐλευθερία.
- Πῶς μαρτύρησε, κυρία, ὁ ἅγιος Γεώργιος; Θά μᾶς πεῖτε τή ζωή του;
- Ἦταν τό 1838 καί μέσα στή σκλαβιά στέναζε ἡ πόλη τῶν Ἰωαννίνων. Ἀλλά νά, μέσα στό πυκνό σκοτάδι ἔλαμψε σάν ἥλιος φωτεινός ὁ Γεώργιος. Γεννήθηκε στό χωριό Τσούρχλι τοῦ νομοῦ Γρεβενῶν, πού σήμερα ὀνομάζεται Ἅγιος Γεώργιος. Οἱ γονεῖς του, φτωχοί μά εὐσεβεῖς, τόν ἄφησαν ὀρφανό σέ ἡλικία μόλις 8 ἐτῶν. Ἀργότερα, γιά νά μπορέσει νά ζήσει, δούλεψε ὡς ἱπποκόμος ἑνός ἀξιωματικοῦ τοῦ πασᾶ τῶν Ἰωαννίνων. Σ’ ὅλο τό διάστημα πού ἐργαζόταν ἐκεῖ, οἱ Τοῦρκοι, γιά νά τόν πιέσουν νά γίνει μουσουλμάνος, τόν φώναζαν μέ τό ὄνομα Χασάν.
Ἀργότερα παντρεύτηκε μία Γιαννιωτοπούλα, τήν Ἑλένη, καί ἀπέκτησε ἕνα παιδί πού δέν πρόλαβε ὅμως νά τό χαρεῖ πολύ. Ἦταν ἡμέρα Τετάρτη, 12 Ἰανουαρίου. Ἔφτασε στήν ἀγορά. Ἐκείνη τήν ὥρα παρουσιάστηκε ξαφνικά μπροστά του ἕνας φθονερός χότζας, ὁ ὁποῖος σάν τρελός τόν ἅρπαξε ἀπό τό γιλέκο καί ἄρχισε νά φωνάζει:
- Μπρέ, ὥς πότε θά ἐμπαίζεις τήν πίστη μας; Ἤ Χριστιανός εἶσαι ἤ Τοῦρκος.
Συγκεντρώθηκε κόσμος πολύς, χριστιανοί καί μουσουλμάνοι, καί ἔγινε μεγάλη φασαρία. Ἕνα στρατιωτικό ἀπόσπασμα τόν συνέλαβε. Ὅπου κι ἄν τόν πήγαιναν, θαρραλέα ὁμολογοῦσε:
- Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός εἶμαι, Χριστιανός θά πεθάνω.
Τόν ἔβαλαν στή φυλακή καί ἄρχισαν τά βασανιστήρια: Ἀκινητοποίησαν τά πόδια του στό ξύλο, τοῦ ἔμπηξαν ἀγκάθια καί ἀκίδες στά νύχια, τόν βασάνισαν καί τέλος τοποθέτησαν μία βαρειά πλάκα ἐπάνω στό στῆθος του.
Δευτέρα 17 Ἰανουαρίου. Πέντε δήμιοι τόν ὁδήγησαν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Ὁ Γεώργιος ἔτρεχε, δέν περπατοῦσε.
- Ἄλλαξε πίστη, τοῦ φώναζαν.
- Κρεμάστε με, ἀπαντοῦσε.
Πρίν τραβήξουν τό σχοινί, τόν ρώτησαν:
- Τί εἶσαι;
- Χριστιανός· προσκυνῶ τόν Χριστό μου καί τή Δέσποινά μου Θεοτόκο.
Ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί, γυρίζοντας πρός τούς Χριστιανούς πού ἦταν κοντά, εἶπε:
- Συγχωρέστε με, ἀδελφοί, καί ὁ Θεός νά σᾶς συγχωρέσει!
Ἔπειτα οἱ δήμιοι τράβηξαν τό σχοινί καί ὁ Ἅγιος παρέδωσε τό πνεῦμα. Ἦταν μόλις 30 ἐτῶν. Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε κρεμασμένος στήν ἀγχόνη καί στό διάστημα αὐτό κάθε βράδυ ἕνα οὐράνιο φῶς ἔλαμπε στό κεφάλι του. Πολλά θαύματα ἔκανε ἀπό τότε καί μέχρι σήμερα τό ἅγιο λείψανό του.
- Κυρία, πετιέται ὁ Γιῶργος, πού τόση ὥρα ἀκούει εὐτυχισμένος καί μέ ὑγρά μάτια πού λάμπουν. Κυρία, ἐγώ θέλω νά γίνω καί εὔζωνας καί ἅγιος! Σάν τόν ἅγιο Γεώργιο πού ἦταν καί τά δύο… Γίνεται, κυρία;
Εἶναι ἡ σειρά μου νά βουρκώσω.
- Καί βέβαια γίνεται... ἀρκεῖ νά τό θέλεις, Γιῶργο μου! Ἔχεις καί τό ὄνομά του ἄλλωστε...
Μακρίνα
"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2018