Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὑπῆρξε ἀναμφισβήτητα τό πλέον σημαῖνον πρόσωπο τῆς παγκόσμιας ἱστορίας· τήν χώρισε σέ δύο περιόδους, πρό καί μετά ἀπό Αὐτόν. Εἶναι βασιλιάς τῶν βασιλιάδων καί κύριος τῶν κυρίων. Ὅμως γεννήθηκε σέ στάβλο καί ἀνακλίθηκε σέ παχνί, αὐτό πού ἀποκαλοῦμε φάτνη, γιά νά ἐξωραΐζουμε τή σκηνή. Ὅλη του τή ζωή τήν πέρασε στήν ἀφάνεια ἀσκώντας τήν τέχνη τοῦ ξυλουργοῦ καί μόνο στό τέλος του, πού δέν ἄργησε νά ἔλθει, κίνησε πορεία πρός τόν πονεμένο λαό. Ἐκεῖνος, πού εἶχε τάξει τίς ἐξουσίες στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες, δέν διψοῦσε γιά πρωτοκαθεδρίες. Κατέβηκε γιά νά ἐπουλώσει τίς πληγές πού ἡ ἁμαρτία προξενοῦσε στήν ψυχή καί στό σῶμα τοῦ πεσόντος πλάσματός του. Δέν ὑποσχέθηκε νά χορτάσει τούς πεινασμένους, νά ἐλευθερώσει τούς σκλάβους, νά δημιουργήσει τήν ἰδανική κοινωνία. Ἦλθε νά σώσει τό ἀπολωλός. Ἐξακόντισε τόν ἠθικό νόμο πέρα ἀπό κεῖ πού εἶχε φθάσει ὁ στοχασμός τῶν προγόνων μας. Πρότεινε στή θέση τῆς ἄρνησης τοῦ κακοῦ τήν ἐπιδίωξη τοῦ καλοῦ: «Πάντα ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, ποιεῖτε καὶ ὑμεῖς αὐτοῖς ὁμοίως»! Καί αὐτή ἡ ἐντολή ἀποτελεῖ καί τό θεμέλιο τῆς κρίσεώς του: «Πείνασα καί μέ χορτάσατε, δίψασα καί μέ ποτίσατε, ἤμουν ξένος καί μέ φιλοξενήσατε, ἤμουν γυμνός καί μέ ντύσατε, ἤμουν ἄρρωστος καί μέ ἐπισκεφθήκατε, ἤμουν στή φυλακή καί ἤλθατε σέ μένα». Ὁ Ἰησοῦς Χριστός κατήργησε ἐπί αἰῶνες τόν ἰδεαλισμό τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ὑποκαθιστώντας τίς ἔννοιες μέ τίς ὁποῖες ἐκφράζονταν τά ἀποκαλούμενα πανανθρώπινα ἰδανικά μέ τό Πρόσωπό του. Ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐλευθερία, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀλήθεια ἔπαψαν νά ἀποτελοῦν θαυμαστούς ὁρισμούς διανοητῶν καί ἔγιναν Πρόσωπο, τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Βέβαια ὁ Χριστός δέν ἔγινε κατανοητός ἀπό ὅλους οὔτε κατά τόν ἐδῶ βίο του οὔτε καί ἀργότερα. Τό «τί ἐστιν ἀλήθεια;» τοῦ Πιλάτου εἶναι ἐρώτημα διαχρονικό γιά πολλούς. Μάλιστα κάποιοι ἐπιχείρησαν νά ἐπαναλάβουν τό τοῦ Χριστοῦ: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή». Ὁ ἡγέτης, πού ἀξιώνει ὁ λαός νά τόν ἀκολουθεῖ σάν κοπάδι, παραβλέπει οὐσιώδεις συνιστῶσες τῆς θυσια- στικῆς ἡγεσίας. Ὁ Χριστός, πού ἐνεργοῦσε ὡς ὁ ἀπόλυτος Ἄρχων, τόνισε ὅτι γιά τόν ἡγέτη τοῦ κόσμου ἡ ἐξουσία εἶναι «ἄνωθεν δεδομένη». Καί ὅμως ὁ Χριστός μᾶς κάλεσε ἐν ἐλευθερίᾳ καί θυσιάστηκε γιά μᾶς, ἐνῶ ὁ ἐγκόσμιος ἄρχων ὀλισθαίνει στό νά ταυτίζει τήν ἐξουσία μέ τό πρόσωπό του καί νά θυσιάζει τόν λαό γιά ἰδιοτελεῖς ἐπιδιώξεις. Ὁ στοχαστής πού ἐπανῆλθε στόν ἰδεαλισμό τῆς ἀρχαιότητας ἀναμασᾶ ὁρισμούς καί ὁρισμούς. Μοιάζει μέ τόν θηρευτή, πού ἔντρομος ἀρνήθηκε νά ἀντικρίσει τόν λέοντα, ἀρκεσθείς στήν ὑπόδειξη τῶν ἰχνῶν του. Γιά ποιά δικαιοσύνη νά στοχασθεῖ ὁ κατέχων; Γιά ποιά ἐλευθερία ὁ «ἀπελευθερωμένος» ἀπό τήν πίστη στόν Θεό καί δοῦλος τῶν παθῶν, μάλιστα παθῶν ἀτιμίας; Γιά ποιά εἰρήνη νά στοχασθεῖ ὁ πλουτίζων ἀπό τή διενέργεια πολέμων; Γιά ποιά ἰσότητα ὁ ἐπιθυμῶν τά πάντα; Αὐτά συνιστοῦν ἐπώδυνες προκλήσεις γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἄρνησης.
Ὅλοι αὐτοί, βασιλιάδες, ἄρχοντες, ἐπαναστάτες, πολιτικοί, διανοούμενοι, πλουτοκράτες, ἀναρχικοί, θύματα τῆς ἀδικίας γεμάτοι ταξικό μίσος, ἑνώνονται στήν πολεμική τους κατά τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Καί καθώς τό ὁλοκληρωτικό Βατικανό εἶναι ἀνίσχυρο πλέον νά χορηγεῖ συγχωροχάρτια, σπεύδουν νά καλύψουν τό κενό τῆς διαδικασίας καί νά παρηγορήσουν τόν ἄνθρωπο πού δοκιμάζεται κατά τρόπο βασανιστικό βυθισμένος στό ὑπαρξιακό κενό μέ νέες φιλοσοφικές ἀρχές καί νέα «ἐπιστημονικά» εὑρήματα. Μέ τήν κατάργηση τοῦ ἱεροῦ καί τῆς ἠθικῆς (Νίτσε) ἐπιδιώχθηκε ἡ πράυνση τῆς ἔνοχης συνείδησης. Καθώς αὐτό δέν θεωρήθηκε ἀρκετό, ἔσπευσαν τά κοινοβούλια, ἀστικά καί μαρξιστικά, νά νομοθετήσουν ἀντίθετα πρός τόν νόμο τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ κοινωνία κατρακύλησε στίς ἐσχατιές τῆς ἐξαθλίωσης (ἀδικία, ἐκμετάλλευση, βία, ἐκφυλισμός). Καί τότε ἀνακαλύφθηκαν δύο ἀκόμη συγχωροχάρτια: Τό ἕνα προέρχεται ἀπό τήν ψυχανάλυση, πού δικαιώνει τόν ἄνθρωπο ἐπιρρίπτοντας τήν ἐνοχή στήν κοινωνία! Τό δεύτερο προέρχεται ἀπό τή φιλοσοφία, πού θεωρεῖ τή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου παράλογη. Ἀλλά ἡ συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι διόλου παράλογη, εἶναι ἐμπαθής. Καί μάταια αὐτός προσπαθεῖ νά λυτρωθεῖ ἀπό τίς ἐνοχές του παραμένοντας ἀγέρωχος καί ἀλαζών. Ὄχι μόνο οἱ βοσκοί (ἁπλοί καί ἀγράμματοι), ἀλλά καί οἱ μάγοι (γνώση καί ἀξιώματα κατέχοντες) πορεύονται καί ἐφέτος πρός τό σπήλαιο-στάβλο. Μήπως εἶναι καιρός νά συμπορευθοῦμε καί ἐμεῖς;
Ἀπ. Παπαδημητρίου
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2017