Φιλοπτωχία ἤ φιλοθεΐα; Ἄς ἐπιχειρήσουμε νά προσεγγίσουμε τό δίλημμα αὐτό μέ βάση τή φωτισμένη σκέψη τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁρμώμενοι ἀπό τό περιστατικό τῆς μυρώσεως τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία, τό ὁποῖο συνέβη λίγες μέρες πρίν ἀπό τό Πάθος τοῦ Κυρίου.
«Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (βλ. 12,1-8), ὁ Ἰησοῦς παρακάθεται σέ δεῖπνο στό σπίτι τοῦ Λαζάρου πού πρόσφατα ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς. Καί ἐνῶ ἡ ξέχειλη ἀπό εὐγνωμοσύνη καρδιά τῆς Μάρθας ἐκφράζει τήν ἀγάπη της διακονώντας τόν Διδάσκαλο, ἡ Μαρία μυρώνει τά πόδια τοῦ ἀγαπητοῦ Διδασκάλου. Πολύτιμη ἡ προσφορά καί τῶν δύο ἀδελφῶν. Ἡ μέν Μάρθα διακονώντας τόν Κύριο ἀπολαμβάνει τῆς αὐτῆς εὐλογίας μέ τόν Ἀβραάμ, ξενίζοντας, χωρίς νά τό γνωρίζει, τόν ἴδιο τόν Θεό· ἡ δέ Μαρία προφητεύει τόν ἐνταφιασμό τοῦ Κυρίου.
Ὁ Ἰούδας ὅμως τήν κορυφαία αὐτή πράξη ἀγάπης τή μεταφράζει μέ τόν δικό του προδοτικό τρόπο. Ἀντιδρᾶ μέ τό πρόσχημα τῆς εὐλάβειας παρατηρώντας ὅτι θά μποροῦσε νά πωληθεῖ τό μῦρο καί τά χρήματα νά δοθοῦν στούς φτωχούς. Προφανῶς, μέσα στήν ψυχή του ἔχει ἤδη ἐπιτελεσθεῖ ἡ πρώτη πράξη τῆς προδοσίας, ἐκείνη πού θά ὁδηγήσει στήν πώληση τοῦ ἀτίμητου Διδασκάλου.
Ὁμολογουμένως, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, τό κίνητρο τοῦ Ἰούδα ὑπῆρξε ἡ φιλοχρηματία καί ὄχι ἡ φιλοπτωχία. Ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής ἄλλωστε τονίζει ἀπερίφραστα τήν πλεονεξία τοῦ μαθητῆ. Ἔτσι, ὁ καρδιογνώστης Κύριος δικαιώνει τή Μαρία ἐλέγχοντας διακριτικά τόν Ἰούδα: «Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό». Μέ αὐτά τά λόγια ὁ Κύριος ὑπαινίσσεται τήν προδοσία, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, προτιθέμενος νά φιλοτιμήσει τόν μαθητή. Ἀλλά οὔτε καί αὐτός ὁ ὑπαινιγμός ἀγγίζει τήν καρδιά τοῦ ἀγνώμονος μαθητοῦ.
Συνεχίζοντας ὁ Κύριος τήν ὑπεράσπιση τῆς Μαρίας καί συνάμα τήν προσπάθεια ἀνάνηψης τοῦ Ἰούδα ἀπό τόν ὕπνο τῆς πλεονεξίας, προβάλλει κι ἕναν δεύτερο λόγο προκειμένου νά δικαιώσει τήν πράξη τῆς Μαρίας: «Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾽ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε». Σέ αὐτά τά λόγια τοῦ Κυρίου ὑποκρύπτεται ἡ ἀλήθεια τῆς μελλοντικῆς ἀναχώρησής του ἀπό τή γῆ. Κατά κάποιο τρόπο, ὁ Κύριος τονίζει ὅτι μετά τήν ἀνάληψή του θά ἔχει τήν εὐκαιρία ὁ Ἰούδας νά διακονήσει τούς πτωχούς. Ὅσο ὅμως Ἐκεῖνος εἶναι παρών, ἡ ὑπηρεσία τοῦ προσώπου του, ἡ φιλοθεΐα, εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν ὑπηρεσία τῶν φτωχῶν. Καλή ἡ φιλοπτωχία, ἀλλά προηγεῖται ἡ «πρὸς Θεὸν δωροφορία», γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Ἡ εὐσέβεια, ἡ τιμή καί ἡ διακονία πρός τόν Θεό εἶναι τό ἀνώτατο ἀγαθό, ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος· προηγεῖται καί αὐτῆς τῆς φιλοπτωχίας. Ὅσο λοιπόν ὁ Κύριος κινεῖται μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ὀφείλουν οἱ μαθητές νά τιμοῦν Αὐτόν ἀντί τῶν πενήτων. Θά ᾽ρθεῖ καιρός πού ὁ Κύριος θά ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς καί τότε θά ᾽χουν χρόνο οἱ μαθητές του νά νηστεύσουν καί νά ἀσκήσουν τήν ἐλεημοσύνη, διότι τίποτε δέν εἶναι ἀνώτερο ἀπό τήν πρός τόν Θεό εὐσέβεια.
Γιά τόν πιστό μαθητή τοῦ Κυρίου βέβαια, ὁ Κύριος εἶναι παρών στό πρόσωπο ὅλων ἐκείνων πού χρειάζονται βοήθεια. Ἡ φιλοπτωχία τοῦ χριστιανοῦ ἀπορρέει ἀπό τή λαχτάρα του γιά τήν πρός τόν Θεό δωροφορία. Μυρώνει τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ ὁ πιστός ἐκεῖνος πού ὑπηρετεῖ ἕναν ἀπό τούς «ἐλαχίστους» ἀδελφούς, διότι ἀποτελεῖ μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας του. Ἡ φιλοπτωχία στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καθίσταται ἀληθινή φιλοθεΐα.
Δ. Καλογεράκη