Κάθε φορά κατά τήν τριπλή ἐρώτησή του ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του στόν Πέτρο διακηρύσσοντας τήν ἀγάπη του: «Βόσκε τά ἀρνία μου, ποίμαινε τά πρόβατά μου». Μέ τό νά μέ ἀγαπᾶς, τί μοῦ προσφέρεις, ἀφοῦ ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος πού σοῦ ἐπέτρεψα νά μέ ἀγαπᾶς; Ὡστόσο, τήν ἀγάπη σου γιά μένα ἔχεις τόν τρόπο νά τήν ὁμολογήσεις, ἔχεις τό μέσο νά τήν ἐνεργοποιήσεις: Ποίμαινε τά πρόβατά μου!
Μέχρι ποιοῦ σημείου ὀφείλει νά φτάσει κανείς γιά νά βοσκήσει τά πρόβατα τοῦ Κυρίου; Μέ ποιά δύναμη ἀγάπης ὀφείλει κανείς νά ποιμάνει ἀρνιά, ἀγορασμένα σέ τόσο μεγάλη τιμή; Μᾶς τό δείχνει ἡ συνέχεια. Ὁ Πέτρος ξόφλησε τό χρέος του μέ τή δίκαιη τριπλή ἀπάντησή του· διαβεβαίωσε ὅτι ἀγαποῦσε τόν Κύριο καί τότε Ἐκεῖνος τοῦ μίλησε γιά τό μελλοντικό πάθος του. Τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ἐκεῖνοι στούς ὁποίους ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του ὀφείλουν νά τά ἀγαποῦν μέχρι σημείου ὥστε νά εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν γι᾽ αὐτά. Ὁ Ἰωάννης γράφει ἐπίσης στήν ἐπιστολή του: «Ἐ- κεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε. Καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι».
Ἐκφράστηκε λοιπόν ὁ Πέτρος μέ ἔπαρση ὅταν τοῦ εἶχε πεῖ: «Τὴν ψυχὴν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω». Δέν εἶχε ἀκόμη τίς δυνάμεις γιά νά ἐκπληρώσει μία τέτοια ὑπόσχεση. Τώρα γέμισε μέ ἀγάπη γιά νά μπορέσει νά τήν πραγματοποιήσει.
Λοιπόν, Πέτρε, ὅταν τόν ἀρνήθηκες, ποιόν εἶχες φοβηθεῖ; Τόν θάνατό σου. Ἡ Ζωή σοῦ μιλᾶ, αὐτός πού τόν εἶδες νεκρό. Λοιπόν, μή φοβᾶσαι πιά τόν θάνατο, νικήθηκε ἀπ᾽ αὐτόν πού θεωροῦσες νεκρό. Κρεμάστηκε στόν Σταυρό, καρφώθηκε μέ τά καρφιά, παρέδωσε τό πνεῦμα, τρυπήθηκε μέ τή λόγχη, θάφτηκε. Νά αὐτό πού φοβόσουν ὅταν ἀρνιόσουν. Φοβούμενος τόν θάνατο ἀρνήθηκες τή ζωή. Κατάλαβέ το τώρα: ὅταν φοβήθηκες τόν θάνατο, τότε πέθανες. Ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου ἦταν θάνατος. Τά δάκρυά του ἀνάσταση.
Ἁγ. Αὐγουστίνου Λόγος 253
(Μετάφραση ἀπό τήν Γαλλική Γ.Π.Μ.)