Δευτέρα, 8 Μαρτίου 1904,
ὥρα 10π.μ.
Ζήτω ἡ Μακεδονία!
Ἐτελείωσαν, Νάτα μου, τά βάσανά μας• ἀπό τάς 4 τό πρωί εὑρισκόμεθα μεταξύ τοῦ ἐγκαταλελειμμένου χωρίου Ρομπάτι καί τῆς Φυλῆς τοῦ Ἁλιάκμονος.
... Οὐδέποτε, σέ βεβαιῶ, ἐπίστευσα τόσον εἰς τήν θείαν Πρόνοιαν ὅσον χθές τήν νύκτα. Ὅταν ἐξεκινήσαμεν ἦτο σκότος βαθύ• οἱ ὁδηγοί ἀμφέβαλλαν καί πάλιν περί τοῦ δυνατοῦ τῆς πορείας• ἀλλ᾽ ἐπειδή ἐπεμένομεν, ὑπήκουσαν. Μόλις ὅμως διήλθομεν εἰς τό σκότος τήν ἐπικίνδυνον τουρκικήν ζώνην ἀμέσως, ὡς διά μαγείας, τά πυκνά νέφη διελύθησαν καί ἡ σελήνη καί τά ἄστρα μᾶς ἐφώτισαν τόν φοβερώτατον δρόμον, τόν ὁποῖον ἐπί 3 ὥρας ἠκολουθήσαμεν διά μέσου παρθένων δασῶν, κρημνῶν, ἀνωφερειῶν καί λοιπῶν. Ναί, Νάτα μου, ἐπιστεύσαμεν ὅλοι, μέ ὅλην τήν ψυχήν μας, ὅτι ὁ Θεός ἐκείνην τήν στιγμήν εὐλόγει τό ἔργον μας καί διά τῶν ἀστέρων του ἐφώτιζε τόν δρόμον μας. Ἡ πεποίθησις αὕτη μᾶς ἔδωκε δυνάμεις ὑπερανθρώπους καί, χωρίς νά τό ἐννοήσωμεν σχεδόν, ἐβαδίσαμεν ἐπί 9 ὥρας, ἕκαστος φέρων βάρος 15-20 ὀκάδων. Τάς δυσκολίας τάς ὁποίας ὑπερνικήσαμεν, δέν ἠμπορῶ νά σοῦ τάς περιγράψω.
... ... ...
Δέν φαντάζεσαι πόσον ἀνυπομονῶ νά φθάσω ἐκεῖ. Ἔχω τήν πεποίθησιν ὅτι... μέ ὀλίγην γενναιότητα καί μέ πολλήν καλωσύνην καί φιλανθρωπίαν, θ᾽ ἀλλάξουν τά πράγματα... Ὅταν συλλογίζωμαι ὅτι ἴσως μέ βοηθήση ὁ Χριστός νά ἐπιτύχω, νομίζω ὅτι μοῦ ἔρχεται τρέλα. Τί χαρά δι᾽ ὅλους μας ἄν γίνη τοῦτο, καί πρό πάντων τί εὐτύχημα διά τήν Πατρίδα, ἡ ὁποία θ᾽ ἀναθαρρήση καί θά ἰδῆ ὅτι ἄν κινηθῆ ὀλίγον, ναί μέν δέν ἠμπορεῖ νά κάμη μεγάλα πράγματα, ἀλλ᾽ ἠμπορεῖ νά κάμη ὥστε νά παύση αὐτός ὁ παμβουλγαρισμός εἰς τά μέρη ἐκεῖνα...
Εἰπέ εἰς τήν Ζωήν μου ὅτι ἐσφύριζα κατά τήν πορείαν τά τραγουδάκια της καί τήν ἐσυλλογιζόμην διαρκῶς. Ἐπίσης καί τό Μικάκι μου, τό ἐφανταζόμην εἰς τήν καρδιά μου, καί εἰς τήν ἀγκαλιά μου, καί ἔσφιγγα δυνατά δυνατά τό εὐλύγιστον κορμάκι του• καί σᾶς ὅλους ἀνεξαιρέτως σᾶς ἐσυλλογιζόμην κατά σειράν καί σχεδόν διαρκῶς, καί σᾶς ἀγαποῦσα. Σοῦ στέλλω 2 φύλλα κυκλαμίνων τῆς Μακεδονίας. Εἴθε μίαν ἡμέραν νά ἔλθετε αἱ ἴδιαι νά τά κόψετε. Ἡ ὡραιότης τῶν μερῶν τούτων εἶναι ἀπερίγραπτος. Τί λυπηρόν νά εὑρίσκωνται εἰς τέτοια χέρια.
Χίλια φιλιά μακεδονικά...
Σέ φιλῶ καί σέ λατρεύω
Παῦλος.
(Ἀπό τό βιβλίο τῆς Ναταλίας Μελᾶ,
«ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ», ἐκδ. «ΔΩΔΩΝΗ»)