Κυριακή ΚΔ΄ Ἐφ 2,14-22

῾Η ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ κοινωνία ἀγάπης καί εἰρήνης

 

 Στό πρῶτο μέρος τοῦ 2ου κεφ. ὁ ἀπ. Παῦλος ἔγραψε στούς ᾿Εφεσίους ὅτι ὁ πολυέλεος Θεός ἀνέστησε ἀπό τόν πνευματικό θάνατο τόσο τούς ἰουδαίους ὅσο καί τούς εἰδωλολάτρες καί τούς ὁδήγησε στή σωτηρία διά τῆς χάριτος. ῞Ολοι αὐτοί χαίρονται τώρα τή νέα ἐν Χριστῷ ζωή, γνώρισμα τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ἀγαθοεργία.

 Στήν περικοπή μας ὁ ἀπόστολος ἐπιμένει στό ἴδιο θέμα παρουσιάζοντας καί ἄλλες πλευρές τοῦ μυστηρίου τῆς λυτρώσεως. Καλεῖ τούς ἀναγνῶστες τῆς ᾿Επιστολῆς νά θυμηθοῦν τήν προηγούμενη κατάστασή τους, τότε πού ἡ ἀνθρωπότητα ἦταν διχασμένη σέ δύο ἐχθρικές μερίδες, ἀποξενωμένες ἀπό τόν Θεό. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή του καί τή σταυρική του θυσία συμφιλίωσε τίς δύο ἀντιμαχόμενες παρατάξεις, τίς ἀνέπλασε καί τίς κατέστησε οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. ῾Η ἑνότητα καί ἡ εἰρήνη τῶν μελῶν τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Εἰδωλολάτρες καί ἰουδαῖοι ἀναγεννημένοι καί συμφιλιωμένοι ἀποτελοῦν ὅλοι μαζί τή θεία οἰκοδομή, στήν ὁποία κατοικεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
 

α) ῾Ο Χριστός γκρέμισε τό μεσότοιχο, ἔφερε τήν ἑνότητα (2,14-18)
 

2,14. Αὐτός γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καί τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας.

Kyrios2 ῾Η ἁμαρτία μπῆκε στόν παράδεισο καί διασάλευσε τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Τό γεγονός αὐτό προκάλεσε στή συνέχεια τή σύγκρουση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του καί μέ τόν συνάνθρωπό του. ῾Η διασάλευση αὐτή εἶχε ἀντίκτυπο ἀκόμη καί στή φυσική δημιουργία. ῾Η κτίση ὁλόκληρη ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ ἀποστάτη καί παραβάτη ἀνθρώπου. ῎Αρχισε καί αὐτή νά «συστενάζει» καί νά «συνωδίνει» (Ρω 8,22). ῾Η τάξη καί ἡ ἁρμονία σαλεύτηκαν στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων καί στόν κόσμο.

 Αὐτός, δηλαδή ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, λέει ὁ ἀπόστολος. Αὐτός μόνο μπόρεσε νά φέρει τήν εἰρήνη στόν σαλευμένο κόσμο μας. ῎Ηδη ἀπό τήν Π.Δ. προφητεύθηκε ὁ Χριστός ὡς «ἄρχων εἰρήνης» (᾿Ησ 9,6). Στή γέννησή του οἱ ἄγγελοι ἔψαλλαν «ἐπί γῆς εἰρήνη» (Λκ 2,14). Καί ὅταν ὁ ἀναστημένος Κύριος συνάντησε τούς μαθητές του, τούς χαιρέτησε μέ τό «εἰρήνη ὑμῖν» (Λκ 24,36· ᾿Ιω 20,19.21.26). ῾Ο Χριστός στό πρόσωπό του ἕνωσε τήν ἀνθρώπινη μέ τή θεία φύση καί ἀποκατέστησε τή σχέση ἀνθρώπου καί Θεοῦ. Μέ τή σταυρική του θυσία εἰρήνευσε ἐσωτερικά τόν ἄνθρωπο καί τόν συμφιλίωσε μέ τόν συνάνθρωπό του.

 ῎Αν ὑπάρχει μιά λέξη πού μέ γλυκύτητα καί ἀνακούφιση ἀκοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἡ λέξη εἰρήνη. «Εἰρήνη ὄνομα γλυκύ καί πράγμα γλυκύτερον», ἔλεγε συχνά ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος.

 ῾Η εἰρήνη, τό ποθητό αὐτό ἀγαθό, λείπει καί σήμερα ἀπό τόν ταραγμένο κόσμο μας, ἀφοῦ λείπει ἀπό τή ζωή μας ὁ Χριστός. Λείπει ἀπό τίς πόλεις καί τά χωριά μας πού τά πληγώνουν μίση καί ἔχθρες. Λείπει ἀπό τά σπίτια μας καί ἀπό τούς ἴδιους τούς ἑαυτούς μας. Δέν εἶναι δυνατόν νά εἰρηνεύεις μέ τούς ἄλλους, ὅταν ἔχεις μέσα σου διχασμό καί ἀναστάτωση.

 Οἱ ἄνθρωποι, γιά νά βροῦν τήν ψυχική τους γαλήνη, καταφεύγουν σέ πολλά μέσα. ῎Αλλοι κυνηγοῦν τά πλούτη, διότι νομίζουν ὅτι ἡ φτώχια τούς κάνει ἀνειρήνευτους. ῎Αλλοι καταφεύγουν στό κάπνισμα, στό πιοτό καί στά ναρκωτικά. Πολλοί ἐπιδίδονται στόν τουρισμό, ἀναζητώντας ἡσυχία μακριά ἀπό τή ρουτίνα τῆς ζωῆς. ῞Ολα αὐτά εἶναι ἀνίκανα νά χαρίσουν στόν ἄνθρωπο τήν εἰρήνη, ἡ ὁποία εἶναι ἐσωτερική κατάσταση.

 ῾Η εἰρήνη εἶναι καρπός τοῦ ἁγίου Πνεύματος (βλ. Γα 5,22). Πηγάζει ἀπό τόν ἴδιο τόν «ἄρχοντα τῆς εἰρήνης», τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, καί καλλιεργεῖται μέ τή μελέτη τοῦ θείου λόγου (βλ. Ψα 118,165), μέ τήν προσευχή καί μέ τά μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας. Θά πλημμυρίσει τήν καρδιά μας, ὅταν θελήσουμε νά τήν κατακτήσουμε μέ προσπάθεια καί ἀγώνα. «Εἰρήνην διώκετε», συνιστᾶ στούς πιστούς ὁ ἀπ. Παῦλος (῾Εβ 12,14) καί εὔχεται· «Αὐτός δέ ὁ Κύριος τῆς εἰρήνης δῴη ὑμῖν τήν εἰρήνην διά παντός ἐν παντί τρόπῳ» (Β´ Θε 3,16). ῞Οταν ζήσουμε ὅλοι μέσα μας αὐτή τήν ἀληθινή εἰρήνη, τότε θά ἔχουμε εἰρήνη καί μέ τούς ἀνθρώπους πού εἶναι γύρω μας, μέ τήν οἰκογένειά μας, μέ τό περιβάλλον καί μέ τήν κοινωνία μας. ῾Ο ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ ἔλεγε· «Βρές ἐσύ τήν ἐσωτερική σου εἰρήνη, καί πλῆθος ἀνθρώπων θά βροῦν τή σωτηρία κοντά σου».

 Στό Μέγαρο Πίτι τῆς Φλωρεντίας ὑπάρχει μία ἐλαιογραφία πού παριστάνει καταιγίδα στή θάλασσα. ῎Αγρια κύματα, μαῦρα σύννεφα καί ζωηρές λάμψεις αὐλακώνουν τό στερέωμα. Τά συντρίμμια ἑνός ναυαγίου πλέουν στούς ἀφρούς. Κάποια χέρια ζητοῦν ἀπελπισμένα βοήθεια. ῎Εξω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας προβάλλει ἕνας βράχος, πάνω στόν ὁποῖο σπάζουν τά κύματα. Στό κοίλωμα τοῦ βράχου ὑπάρχει λίγη πρασινάδα κι ἐκεῖ ἕνα ἀγριοπερίστερο κοιτάζει ἤρεμο καί ἀτάραχο τήν καταιγίδα. ῾Η εἰκόνα αὐτή φανερώνει τήν εἰρήνη πού βασιλεύει στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνάμεσα στίς καταιγίδες τῆς ζωῆς μένει ἤρεμος, διότι ἐμπιστεύεται τά πάντα στόν Θεό.

  Χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νά ζῆ βαθιά του τήν εἰρήνη καί νά τή μεταδίδει γύρω του. ῾Ο Κύριος μακάρισε τούς εἰρηνοποιούς, πού ἐπιδιώκουν τήν εἰρήνη καί βαδίζουν τό δρόμο της (βλ. Μθ 5,9). ῾Ο Μ. Βασίλειος ὑπογραμμίζει ὅτι «οὐδέν οὕτως ἴδιόν ἐστι χριστιανοῦ, ὡς τό εἰρηνοποιεῖν».

 ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καί τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας. ῾Η φράση γίνεται κατανοητή ἄν ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας τή διάταξη πού ὑπῆρχε στό ναό τοῦ Σολομώντα. ῞Ενα μεγάλο καταπέτασμα χώριζε καί ἀπομόνωνε τό τμῆμα τοῦ ναοῦ πού λεγόταν «ἅγια» ἀπό τά «ἅγια τῶν ἁγίων». ῾Ο Θεός κατοικοῦσε «στά ἅγια τῶν ἁγίων», ἀλλά ἦταν ἀπρόσιτος καί χωρισμένος ἀπό τούς ἀνθρώπους μέ τό καταπέτασμα. Μόνο μιά φορά τό χρόνο εἰσερχόταν ἐκεῖ ὁ ἀρχιερέας, γιά νά κάνει τή θυσία τοῦ ἐξιλασμοῦ.

 Στή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ «τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπό ἄνωθεν ἕως κάτω» (Μθ 27,51). ῏Ηταν ἕνα σημεῖο πού δήλωνε ὅτι ἄνοιξε ὁ οὐρανός καί ὁ Θεός συμφιλιώθηκε μέ τούς ἀνθρώπους. Παρέμεινε ὅμως ἀκόμη τό μεσότοιχον ἀνάμεσα στούς ἰουδαίους καί στούς ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐντελῶς ξένοι καί ἐχθρικοί μεταξύ τους. ῾Ο στεγανός διαχωρισμός τους φαινόταν χαρακτηριστικά στό ναό τοῦ Σολομώντα. Τό μέρος ὅπου μποροῦσαν νά μπαίνουν οἱ ἐθνικοί ἦταν ἡ «αὐλή τῶν ἐθνῶν», πού χωριζόταν μέ εἰδικό τεῖχος ἀπό τό ὑπόλοιπο μέρος τοῦ ναοῦ. Πάνω στό τεῖχος αὐτό ὑπῆρχαν κατά διαστήματα ἐπιγραφές πού ἀπαγόρευαν στούς ἐθνικούς νά τό περάσουν. ῾Η ποινή γιά τήν καταπάτηση τῆς ἐντολῆς αὐτῆς ἦταν θάνατος. ῾Ο ἀπ. Παῦλος ὡς πρώην ζηλωτής ἰουδαῖος γνώριζε ἀπό προσωπική πείρα μέ πόσο ζῆλο οἱ ἰουδαῖοι τηροῦσαν τό ἀδιαπέραστο αὐτοῦ τοῦ τείχους. Στίς Πράξεις τῶν ἀποστόλων ἄλλωστε ἀναφέρεται ἕνα περιστατικό κατά τό ὁποῖο ὁ ἀπ. Παῦλος κατηγορήθηκε ὅτι «῞Ελληνας εἰσήγαγεν εἰς τό ἱερόν καί κεκοίνωκε τόν ἅγιον τόπον τοῦτον» (21,28). Τό περιστατικό αὐτό, ἄν δέν ἐπενέβαινε ὁ Θεός, λίγο ἔλειψε νά γίνει ἀφορμή νά τόν θανατώσουν οἱ ἐχθροί του. Στάθηκε μάλιστα ἡ αἰτία γιά νά ὁδηγηθεῖ στή φυλακή τῆς Καισάρειας καί κατόπιν τῆς Ρώμης.

 ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος, τόν ὁποῖο ἀκολουθοῦν καί ἄλλοι πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας, λέει ὅτι ὁ φραγμός εἶναι ὁ μωσαϊκός νόμος. ῾Ο Θεός εἶχε δώσει στούς ἰουδαίους τό νόμο σάν ἕνα φραγμό, γιά νά τούς ἀσφαλίσει ἀπό τήν εἰδωλολατρία καί νά τούς κρατᾶ δικό του λαό. ᾿Εκεῖνοι ὅμως κατάντησαν τό νόμο ἕνα φραγμό, πού δέν τούς ἀπομόνωσε μόνο ἀπό τούς ἄλλους λαούς, ἀλλά μέ τήν τυπολατρία τούς ἀπέκοψε καί ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό.
 

2,15. τήν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκί αὐτοῦ τόν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινόν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην.

῾Ο Χριστός κατέλυσε τήν ἔχθραν, ἡ ὁποία ἐκφραζόταν ὡς ἁμαρτία μέ τή διπλή μορφή· α) ἀπομάκρυνση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος ἀπό τόν Θεό, β) ἀμοιβαία ὑποτίμηση καί μίσος ἰουδαίων καί ἐθνικῶν.

᾿Εν τῇ σαρκί αὐτοῦ· Σάρκα ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος τόν σαρκωθέντα Κύριο, τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό, ὅλη τήν ἐπί γῆς ζωή τοῦ Χριστοῦ καί κυρίως τή σταυρική του θυσία. ῾Ο Κύριος «γενόμενος ἐκ γυναικός, γενόμενος ὑπό νόμον» (Γα 4,4), καταργεῖ τήν ἁμαρτία, καταργεῖ καί τό νόμο καί μᾶς χαρίζει τήν υἱοθεσία.

 Τόν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας· Θά μποροῦσε ὁ Παῦλος νά ἀναφέρει μόνο τή μία ἀπό τίς τρεῖς λέξεις, διότι ἔχουν σχεδόν τό ἴδιο νόημα. ῾Η λέξη δόγματα ἐδῶ σημαίνει τίς διατάξεις τίς ὁποῖες θέσπισαν ἄνθρωποι, τίς συμπεριέλαβαν στόν μωσαϊκό νόμο καί τίς εἶχαν ὡς ἐντολές, καθώς καί πολλές τυπικές διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου πού ἔχασαν τό νόημά τους. ῾Ο Χριστός κατήργησε τό τυπικό μέρος τοῦ νόμου, πού ἦταν περίπλοκο, κουραστικό καί εἶχε καταντήσει ἕνας βαρύς ζυγός, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἀπ. Πέτρος (βλ. Πρξ 15,10) καί ὁ ἀπ. Παῦλος (πρβλ. Γα 6,13). «῏Ω ἄπειρη φιλανθρωπία!», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. «῎Εδωσε σέ μᾶς νόμο γιά νά τόν τηροῦμε· ἐπειδή δέν τόν τηρήσαμε καί ἔπρεπε νά τιμωρηθοῦμε, κατήργησε τό νόμο. ῞Οπως ἐάν κάποιος γονιός, ἐνῶ ἔχει παραδώσει τό παιδί του σέ παιδαγωγό, ἐπειδή ἐκεῖνο δέν ὑπακούει, τό ἐλευθερώνει καί ἀπό τόν παιδαγωγό καί τό παίρνει πίσω στό σπίτι του».

 ῾Ο Νικηφόρος Θεοτόκης ἐξηγεῖ μέ ποιόν τρόπο ὁ Κύριος κατήργησε τό τυπικό μέρος τοῦ νόμου· «τήν μέν σαρκικήν περιτομήν διά τοῦ θείου βαπτίσματος, τήν δέ τῶν ζώων θυσίαν διά τῆς ἀναιμάκτου ἱερουργίας, τήν δέ τυπικήν ἱεροσύνην διά τῆς ἐν χάριτι ἱερατικῆς ἐξουσίας, τάς δέ συμβολικάς τελετάς διά τῆς ἐν πνεύματι ἀληθινῆς λατρείας».

 ῞Ινα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ· ῾Ο Χριστός μέ τούς δύο, ἰουδαίους καί ἐθνικούς, ἔκτισε, δημιούργησε ἐν ἑαυτῷ, μέσα στόν ἑαυτό του, ἕνα καινόν ἄνθρωπον. «῎Αν    καί εἶναι ἀόρατη αὐτή ἡ δημιουργία, δέν εἶναι κατώτερη ἀπό ἐκείνη (τήν πρώτη δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου)», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ γενάρχης τῆς νέας ἀνθρωπότητος, τῆς ᾿Εκκλησίας, πού εἶναι τό ἴδιο του τό σῶμα. ᾿Ιουδαῖοι καί ἐθνικοί ἑνώθηκαν μεταξύ τους, διότι προηγουμένως ἑνώθηκαν μέ τόν Χριστό. Καί ὅπως ἕνας χρυσοχόος λειώνει δύο παλιά μεταλλικά ἀντικείμενα, χύνει τό κράμα τους καί μέ τό νέο αὐτό κράμα κατασκευάζει ἕνα καινούργιο ἀντικείμενο, ἔτσι καί ὁ Χριστός νέκρωσε μέ τό θάνατό του ἰουδαίους καί ἐθνικούς, διότι ὅλοι κατάγονταν ἀπό τόν ᾿Αδάμ, καί μέ τήν ἀνάστασή του αὐτός ὡς νέος ᾿Αδάμ δημιούργησε ἕναν νέο τύπο ἀνθρώπου, τόν χριστιανό.

 ῞Οπως ἐμβαθύνει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, τό ἐν ἑαυτῷ σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ τύπος καί τό ὑπόδειγμα τῶν καινῶν ἀνθρώπων, τῶν χριστιανῶν. Στήν πρός Διόγνητον ἐπιστολή λέγεται ὅτι «οἱ χριστιανοί, ἐνῶ κατοικοῦν σέ ἑλληνικές καί βάρβαρες πόλεις καί ἐνῶ ἀκολουθοῦν ὡς πρός τό ἔνδυμα καί τήν τροφή τούς ἄλλους, ἐντούτοις ἡ πολιτεία τους εἶναι θαυμαστή καί παράδοξη. Κατοικοῦν σέ ὁρισμένες πατρίδες, ἀλλά συγχρόνως ζοῦν ὡς πάροικοι. Κάθε ξένη χώρα εἶναι πατρίδα τους καί κάθε πατρίδα εἶναι ξένη. ῾Υπακούουν στούς ὁρισμένους νόμους κάθε χώρας, ἀλλά μέ τό βίο πού διάγουν νικοῦν καί ὑπερβαίνουν τούς νόμους».

 ῾Ο Θεοφύλακτος παρατηρεῖ ὅτι ἀμφοτέρους (ἰουδαίους καί ἐθνικούς) τούς ἀνέβασε ὁ Χριστός «εἰς κρείττω κατάστασιν», σέ μία καλύτερη, ἀνώτερη κατάσταση, στήν ἐν Χριστῷ ζωή, στήν ᾿Εκκλησία.
 

2,16. καί ἀποκαταλλάξῃ τούς ἀμφοτέρους ἐν ἑνί σώματι τῷ Θεῷ διά τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τήν ἔχθραν ἐν αὐτῷ.

 Στό ἀμφοτέρους περιλαμβάνονται οἱ τρεῖς δυάδες ἀντιθέσεων πού ἀναφέρθηκαν στό στ. 14. ῾Ο Χριστός κατήργησε τήν ἔχθρα πού χώριζε τούς ἰουδαίους ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τόν Θεό καί τόν κάθε ἄνθρωπο ἀπό τόν ἑαυτό του, καθώς ἡ ἁμαρτία δίχασε τήν προσωπικότητά του (πρβλ. Ρω 7,15-25). ῎Ετσι ἐπῆλθε ἡ ἑνότητα τῆς ἀνθρωπότητος καί ἡ εἰρήνη της μέ τόν Θεό. Αὐτή τή διπλή συμφιλίωση ἐκφράζει τό ἑξῆς παράδειγμα· Δύο συνεχόμενα δωμάτια χωρίζονται μεταξύ τους μέ τό μεσότοιχο· ἡ ὀροφή τά χωρίζει ἀπό τόν οὐρανό. ῞Οταν γκρεμίζονται τό μεσότοιχο καί ἡ ὀροφή, τότε τά δύο δωμάτια ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους καί μέ τόν οὐρανό.

 Στό ἀναστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού βρίσκεται βέβαια στόν οὐρανό, συμμετέχει συμφιλιωμένη ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. ῎Εχει ὅμως αὐτό τό θεῖο σῶμα καί ἐδῶ στή γῆ τό ἀντίκρυσμά του, τήν ᾿Εκκλησία, τῆς ὁποίας κεφαλή εἶναι ὁ Χριστός. Μέσα στήν ᾿Εκκλησία ἐν ἑνί σώματι, στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, συμφιλιώνονται τά διεστῶτα καί ἀνήκουν πλέον στόν Θεό. ῾Η καταλλαγή, τό μεγάλο καί θαυμαστό αὐτό ἀποτέλεσμα, ἐπετεύχθη διά τοῦ σταυροῦ, χάρη στή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ.

 ᾿Αποκαταλλάξῃ· ῾Ο τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὁ Χριστός ἔκανε τήν ἀποκαταλλαγή δηλώνεται μέ τή φράση· ἀποκτείνας τήν ἔχθραν ἐν αὐτῷ. ῎Εχθρα εἶναι ἡ ἁμαρτία. ῾Ο Χριστός, ὁ ὁποῖος «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν» (Α´ Πέ 2,22), φορτώθηκε πάνω του τήν ἁμαρτία ὅλου τοῦ κόσμου, ἔγινε ὅλος ἁμαρτία καί μέ τό θάνατό του ἀπέκτεινε, θανάτωσε, τήν ἁμαρτία (πρβλ. ῾Εβ 2,14). ῾Η μετοχή ἀποκτείνας, ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, δείχνει ὅτι τελεσίδικα πλέον καταργήθηκε ἡ ἁμαρτία. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά ἀναστηθεῖ καί νά ξαναζήσει.

῾Ο ἀπ. Παῦλος, συγκλονισμένος ἀπό τό λυτρωτικό καί εἰρηνευτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, μιλᾶ συνεχῶς γι᾿ αὐτό. Κηρύττει ὅτι ὁ Χριστός μέ τή σταυρική του θυσία γκρέμισε τό μεσότοιχο πού χώριζε τίς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων καί ἕνωσε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα σ᾿ ἕνα ἁρμονικό σύνολο.

῾Η ἑνότητα εἶναι ἀγαθό ἀναγκαῖο καί ἐπίκαιρο γιά τήν ἐποχή μας. Καθημερινά ἀκοῦμε γιά τίς προσπάθειες πού κάνουν οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς νά ἑνωθοῦν μεταξύ τους. ῾Ιδρύουν ὀργανισμούς καί ὁμοσπονδίες, κάνουν συνθῆκες καί κοινότητες. Μετά τόν Β´ παγκόσμιο πόλεμο, ἱδρύθηκε ὁ Ο.Η.Ε. μέ σκοπό νά διατηρήσει τήν εἰρήνη καί τήν ἑνότητα τῶν κρατῶν. ῾Ωστόσο, οἱ διχασμοί συνεχίστηκαν καί οἱ πόλεμοι δέν ἔπαυσαν. Πολλές φορές μάλιστα γίνονται σκληροί ἐμφύλιοι πόλεμοι. Οἱ ταραχές καί οἱ συγκρούσεις εἶναι πυκνές. Καί μέσα στίς οἰκογένειες ἀκόμη, συχνά συμβαίνει τά μέλη νά εἶναι τόσο ξένα μεταξύ τους ὅσο καί οἱ ἔνοικοι ἑνός ξενοδοχείου.

 ῾Ο Κύριος τό βράδυ τῆς Μ. Πέμπτης, παραδίδοντας στούς μαθητές του τήν καινή του διαθήκη, προσευχήθηκε γιά τήν ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας του καί παρακάλεσε γιά τούς δικούς του· «ἵνα ὦσιν ἕν» (᾿Ιω 17,12). Στά πρῶτα χρόνια ἡ ᾿Εκκλησία ἦταν πράγματι ἑνωμένη· «Τοῦ δέ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία» (Πρξ 4,32). ῾Η ἑνότητα τῶν πρώτων χριστιανῶν ἦταν ἕνα θαῦμα καί πολλοί πίστευαν στόν Χριστό βλέποντας τήν ἑνότητα τῶν πιστῶν.

 Στήν ἀρχιερατική προσευχή ὡς ὑπόδειγμα τῆς ἑνότητος τῶν ἀνθρώπων ὁ Κύριος προβάλλει τή δική του ἑνότητα μέ τόν Πατέρα· «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν» (᾿Ιω 17,22). ῾Ο ἀπ. Παῦλος παραγγέλλει νά διατηρήσουμε «τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (᾿Εφ 4,3). Δέν λέει νά ἀποκτήσουμε ἑνότητα, ἀλλά νά διατηρήσουμε τήν ἑνότητα πού μᾶς δίνει τό Πνεῦμα τό ἅγιο. ῞Οπως δέν μποροῦμε νά ἑνώσουμε δύο σίδερα, ἄν τά δέσουμε μέ σύρματα ἤ μέ σχοινιά, ἀλλά πρέπει νά τά πυρακτώσουμε καί νά τά σφυρηλατήσουμε γιά νά ἑνωθοῦν, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι ἑνώνονται ἀληθινά, ὅταν πυρακτωθοῦν μέσα στήν παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό κοινό εὐαγγέλιο, πού κηρύττει τήν ἴδια πίστη καί καθιερώνει τό ἕνα Βάπτισμα, τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας εἶναι τά μέσα μέ τά ὁποῖα τό ἅγιο Πνεῦμα μᾶς ἑνώνει μεταξύ μας.

 Αὐτό εἶναι τό μυστικό τῆς ἀληθινῆς ἑνότητος τῶν λαῶν τῆς γῆς καί τῶν ἐθνῶν τοῦ κόσμου. ῞Οταν οἱ ἄνθρωποι ἀποκτήσουν τήν ἴδια πίστη καί τό ἴδιο φρόνημα, τότε μποροῦν νά συνδεθοῦν καί μέ τήν ἴδια ἀγάπη. Παραστατικά μποροῦμε νά παρουσιάσουμε αὐτή τήν ἀλήθεια μέ τήν ἑξῆς εἰκόνα· ῎Αν ὑποθέσουμε ὅτι στή μία γωνία τοῦ δωματίου πού βρισκόμαστε ἔχουμε τήν εἰκόνα τοῦ ἐσταυρωμένου Κυρίου, καί ἀποφασίσουμε ὅλοι νά πᾶμε νά ἀγκαλιάσουμε τόν ἐσταυρωμένο, στήν προσπάθειά μας αὐτή θά βρεθοῦμε ἀγκαλιασμένοι καί ἑνωμένοι καί μεταξύ μας.

 ᾿Απαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ κοινή πίστη. Αὐτό ἰδιαίτερα πρέπει νά τό προσέξουμε στίς μέρες μας, πού ἡ ἐπικίνδυνη κίνηση τοῦ οἰκουμενισμοῦ παρουσιάζεται μέ ὡραῖα καί δελεαστικά συνθήματα. ῾Ο οἰκουμενισμός θέλει νά ἑνώσει ὅλους τούς αἱρετικούς μέ τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία, ἀδιαφορώντας γιά τό ὅτι δέν ἔχουν τήν ἴδια πίστη. Δέν πρόκειται ὅμως ἔτσι νά γίνει ποτέ μιά πραγματική ἕνωση.
 

2,17. καί ἐλθών εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακράν καί τοῖς ἐγγύς.

 Τό ἐλθών ἀναφέρεται στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου. ᾿Ενῶ ἱστορικά ἡ ἐνανθρώπηση προηγήθηκε τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, ὁ ἀπόστολος δέν ἐμποδίζεται νά μιλήσει στόν προηγούμενο στίχο πρῶτα γιά τό σταυρό καί μετά γιά τήν ἐνανθρώπηση, ἀπό τήν ὁποία ἀρχίζει ὁ εὐαγγελισμός τῆς ἀνθρωπότητος καί ἡ ἐφαρμογή τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας. «῾Ο ἴδιος ὁ Χριστός ἐλθών», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν, μᾶς ἔφερε διά τοῦ ἑαυτοῦ του τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς εἰρήνης. Οὔτε ἄγγελο οὔτε ἀρχάγγελο ἀπέστειλε, διότι τή διόρθωση τόσων κακῶν καί τήν ἀναγγελία τόσων ἀγαθῶν πού ὁ Θεός μᾶς προσφέρει δέν θά τήν κατόρθωνε παρά μόνο ἡ δική του παρουσία».

 ῾Ο κόσμος μέχρι τότε ἀποτελοῦνταν ἀπό τούς μακράν ἐθνικούς καί τούς ἐγγύς ἰουδαίους. «Μακράν τούς ἐξ ἐθνῶν αἰνιττόμενος ὡς ξένους τῶν διαθηκῶν ὄντας», κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο. «᾿Εγγύς οἱ ᾿Ιουδαῖοι ὡς γενόμενοι λαός τοῦ Θεοῦ καί νόμον ἐξ αὐτοῦ λαβόντες», κατά τόν Ζιγαβηνό. Μέ τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος κατά τήν πεντηκοστή καταργεῖται πλέον ἐπίσημα ὁ παλιός ᾿Ισραήλ καί ἀντικαθίσταται μέ τόν νέο ᾿Ισραήλ. ῾Η ᾿Εκκλησία ἀποτελοῦνταν ἀπό τούς ἐγγύς, διότι οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἦταν ἐξ ᾿Ιουδαίων, ἀλλά στή συνέχεια ἐντάχθηκαν καί οἱ μακράν στό ἴδιο σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας. Παρουσιάστηκαν βέβαια ὁρισμένα ἐμπόδια, ἀλλά ὅλα αὐτά παραμερίστηκαν μέ τή βιαία πνοή τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί μέ τή φωτισμένη τακτική τοῦ ἀπ. Παύλου.
 

2,18. ὅτι δι᾿ αὐτοῦ ἔχομεν τήν προσαγωγήν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνί πνεύματι πρός τόν πατέρα.

 Δι᾿ αὐτοῦ ἐν ἑνί πνεύματι· Τό ἐν χρησιμοποιεῖται καί ἐδῶ (ὅπως καί σέ ἄλλα χωρία) ὡς διά, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. «῞Ωστε, ὁ Χριστός δι᾿ αὐτοῦ (διά τοῦ ἑαυτοῦ του) καί διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος μᾶς ὁδήγησε πρός τόν Πατέρα».

 Πολλοί πατέρες καί ἑρμηνευτές διακρίνουν ἐδῶ τόν τριαδικό Θεό. Βλέπουν τή συνεργασία τῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος γιά τή σωτηρία μας. ῾Ο Μ. ᾿Αθανάσιος σύντομα ἀλλά καί παραστατικά παρουσιάζει αὐτή τήν ἀλήθεια· «῾Ο Πατήρ δι᾿ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ ποιεῖ τά πάντα. ῞Οπως τό σύμπαν ἔγινε ἀπό τόν τριαδικό Θεό, ἔτσι ὁ Πατήρ δι᾿ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ ποιεῖ τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας καί τῆς ἀπολυτρώσεώς μας». ῾Ο Πατήρ δέχεται τήν προσαγωγή τῶν ἀνθρώπων. ῾Ο Υἱός μέ τή θυσία του προσφέρει τήν ἀπολύτρωση καί τήν ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων, καθώς τούς προσάγει στόν Πατέρα. Τό ἅγιο Πνεῦμα διατηρεῖ τήν ἑνότητα τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία δοξάζει τόν τριαδικό Θεό.

 Θέλαμε οἱ ἀμφότεροι (ἰουδαῖοι καί ἐθνικοί) νά πλησιάσουμε τόν Θεό, ἀλλά δέν μπορούσαμε νά προσέλθουμε μόνοι μας, διότι μετά τήν ἀποστασία μας δέν εἴχαμε τίς προϋποθέσεις γι᾿ αὐτή τήν προσαγωγή. «Οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι᾿ ἐμοῦ» (᾿Ιω 14,6), μᾶς βεβαίωσε ὁ Χριστός. Μόνο αὐτός μέ τήν ἐνανθρώπηση καί τή σταυρική του θυσία ἔγινε ὁ μεσάζων, πού τακτοποίησε τή σχέση τῆς ἀνθρωπότητος μέ τόν Θεό. Μέ τή συγγένεια πού ἀπέκτησε μαζί μας, μᾶς πῆρε ἀπό τό χέρι καί μᾶς προσήγαγε στόν Θεό, μέ τόν ὁποῖο τόσο πολύ συνδέεται ἀφοῦ καί ὁ ἴδιος ἔχει τή θεία φύση. Διά τοῦ Χριστοῦ πλέον «προσερχώμεθα μετά παρρησίας (μέ θάρρος) τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καί χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν» (῾Εβ 4,16). Δέν φοβόμαστε τόν Θεό, ἀφοῦ εἴδαμε τήν ἀγάπη του στό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

 Σκόπιμα ὁ ἀπ. Παῦλος κλείνει τό στίχο μέ τή φράση πρός τόν πατέρα, καί μᾶς προετοιμάζει γιά τήν εἰκόνα τῆς οἰκογένειας, τήν ὁποία θά μᾶς παρουσιάσει στή συνέχεια. ῞Ολοι οἱ λυτρωμένοι συνδέονται μέ τόν Θεό μέ μία δυνατή καί τρυφερή σχέση· τόν ἔχουν πατέρα. Τό ἅγιο, τό μεγάλο, ἀλλά καί τό τρυφερό καί προσφιλές ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ὄνομα πατέρας, πού ἀντικατέστησε καί τό Γιαχβέ, καί τό ᾿Ελωχίμ καί τό ᾿Αδωναΐ καί τό Σαβαώθ τῆς Π.Δ. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Κύριος στήν προσευχή του προσφωνεῖ τόν Θεό· «πάτερ δίκαιε» (᾿Ιω 17,25). ῎Ετσι ἔμαθε καί μᾶς νά προσφωνοῦμε τόν Θεό· «πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Μθ 6,9).
β) Συμπολίτες τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ (2,19)
 

2,19. ῎Αρα οὖν οὐκέτι ἐστέ ξένοι καί πάροικοι, ἀλλά συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ.

 ῾Ο ἀπόστολος καταλήγει σέ ἕνα συμπέρασμα πού τό διατυπώνει καί ἀρνητικά καί θετικά.

 Ξένοι καί πάροικοι· Ξένος λεγόταν ὁ περαστικός, ἐκεῖνος πού ἐρχόταν σέ μία πολιτεία ἀπό ἕνα ξένο μέρος, γιά νά μείνει προσωρινά. Πάροικος λεγόταν ὁ ξένος πού ἦταν ἐγκαταστημένος σέ μία πολιτεία καί εἶχε ὁρισμένα δικαιώματα σ᾿ αὐτή, δέν εἶχε ὅμως τό δικαίωμα τοῦ πολίτη. Τόσο οἱ ξένοι ὅσο καί οἱ πάροικοι στόν ἀρχαῖο κόσμο βρίσκονταν σέ πολύ μειονεκτική θέση ἔναντι τῶν πολιτῶν. Συνήθως αὐτοί οἱ ὅροι χρησιμοποιοῦνται στήν ἁγία Γραφή γιά νά δείξουν ὅτι ἐμεῖς οἱ πιστοί εἴμαστε προσωρινοί στόν κόσμο αὐτό (πρβλ. Α´ Πέ 2,11)· μόνιμη πατρίδα μας εἶναι ὁ οὐρανός (Φι 3,20).

 ᾿Εδῶ ἡ χρήση τῶν λέξεων εἶναι διαφορετική. Τό ξένοι καί πάροικοι λέγεται γιά τούς ἐθνικούς, γιά νά δείξει τήν ἀποξένωσή τους ἀπό τήν πολιτεία τοῦ Θεοῦ, τόν περιούσιο λαό του, τούς ᾿Ισραηλίτες. Αὐτή ἡ κατάσταση ὅμως δέν ἰσχύει πλέον. Αὐτό δηλώνει τό οὐκέτι. Οἱ ἐθνικοί, ἐνῶ πρῶτα ἦταν πάροικοι, ἔγιναν συμπολίτες τῶν ἁγίων, συμμετέχουν καί αὐτοί στήν πολιτεία τοῦ Θεοῦ, στήν ᾿Εκκλησία. ᾿Ενῶ ἦταν ξένοι ἔγιναν οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, μπῆκαν στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. ῞Αγιοι εἶναι τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅσοι ἀποκόπηκαν ἀπό τόν κόσμο καί τήν ἁμαρτία καί ἀνήκουν στόν Θεό.

 Αὐτή ἡ ἀλήθεια εἶναι πολύ παρήγορη, διότι τονίζει ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά γίνουν οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ καί συμπολῖται τῶν ἁγίων μέ τή θυσία τοῦ Χριστοῦ μέ τήν πίστη καί μέ τή μετάνοιά τους. Καί ἔχουμε πάρα πολλά τέτοια παραδείγματα στήν ἱστορία τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
 

γ) Ναός ἅγιος μέ ἀγκωνάρι τόν Χριστό (2,20-22)
 

2,20. ᾿Εποικοδομηθέντες ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καί προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

῾Η οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν οἰκοδομή, τό σπίτι, ὅπου θά κατοικήσει. ῾Ο ἀπ. Παῦλος προχωρεῖ σέ μία πιό συγκλονιστική ἀποκάλυψη. Οἱ πρώην ξένοι καί πάροικοι ἀποτελοῦν οἰκοδομικό ὑλικό στήν οἰκοδομή τοῦ Θεοῦ, τήν ᾿Εκκλησία. Στήν Κ.Δ. βλέπουμε συχνά νά χρησιμοποιεῖται ἡ εἰκόνα τῆς οἰκοδομῆς γιά τήν ᾿Εκκλησία (βλ. Μθ 16,18· Α´ Κο 3,9-13· Α´ Πέ 2,5).

᾿Εποικοδομῶ σημαίνει κτίζω ἐπάνω σέ κάτι πού προϋπάρχει. Θεμέλιον, ἐπάνω στό ὁποῖο συνεχίζεται ἡ οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας, λέγεται ἐδῶ ὅτι εἶναι οἱ ἀπόστολοι καί οἱ προφῆτες. Δέν πρόκειται γιά τούς προφῆτες τῆς Π.Δ., ἀλλά γιά χαρισματοῦχα πρόσωπα τῆς Κ.Δ., πού ἦταν συνεργάτες τῶν ἀποστόλων καί διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου (πρβλ. ᾿Εφ 3,5· 4,11).

Στήν Α´ πρός Κορινθίους ᾿Επιστολή ὁ ἀπ. Παῦλος λέει ὅτι θεμέλιον τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός· «θεμέλιον γάρ ἄλλον οὐδείς δύναται θεῖναι παρά τόν κείμενον, ὅς ἐστιν ᾿Ιησοῦς Χριστός» (3,11) καί ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος εἶναι ὁ σοφός ἀρχιτέκτονας, πού κτίζει ἐπάνω στό θεμέλιο-Χριστό (3,10). Τό ἕνα χωρίο δέν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τό ἄλλο. ῾Η λέξη «θεμέλιο» στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ταυτόσημη μέ τόν «ἀκρογωνιαῖο» λίθο πού χρησιμοποιεῖ ἐδῶ ὁ ἀπόστολος.

᾿Ασφαλῶς θεμέλιο τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός. Πάνω σ᾿ αὐτόν συναρμολογεῖται καί ὑψώνεται ἡ οἰκοδομή. Οἱ πρῶτοι λίθοι πού ἐποικοδομήθηκαν πάνω στόν Χριστό εἶναι οἱ ἀπόστολοι. Γι᾿ αὐτό ὀνομάζονται κι αὐτοί θεμέλιο τῆς ᾿Εκκλησίας. Εἶναι δέ οἱ λίθοι αὐτοί «λίθοι ζῶντες» (πρβλ. Α´ Πέ 2,5), πού σημαίνει ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι οἰκοδομικό ὑλικό ἀλλά καί οἰκοδόμοι συγχρόνως. ῞Ενα ἁπλό παράδειγμα θά μᾶς βοηθήσει νά καταλάβουμε τό χαρακτηρισμό αὐτό· Πολλές φορές στίς γυμναστικές ἐπιδείξεις οἱ μαθητές παρατάσσονται μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά σχηματίζουν μία πυραμίδα, πού ἀποτελεῖται ἀπό ζωντανούς ἀνθρώπους. ῎Ετσι οἱ πιστοί κατάλληλα συναρμολογημένοι καί τοποθετημένοι ὁ ἕνας δίπλα ἤ ἐπάνω στόν ἄλλο ἀποτελοῦν τήν πνευματική οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας. Γι᾿ αὐτό ὁ ἀπ. Παῦλος μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως καί λίθος καί ἀρχιτέκτων στήν οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας.

῎Οντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· ᾿Ακρογωνιαῖος λίθος λέγεται τό ἀγκωνάρι, ὁ λίθος πού μπαίνει θεμέλιο στή γωνία τῆς οἰκοδομῆς καί ἔτσι στηρίζει ἀλλά καί ἑνώνει δύο τοίχους. Συχνά ἡ ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖ αὐτό τό χαρακτηρισμό γιά τόν Χριστό (βλ. ᾿Ησ 28,16· πρβλ. Ψα 117,22· Μθ 21,42· Πρξ 4,11). Δείχνει ἔτσι ὅτι ὁ Χριστός συγκρατεῖ καί ἑνώνει τά δύο διαφορετικά σύνολα, τούς ἰουδαίους καί τά ἔθνη, πού ἀπαρτίζουν μαζί τήν ᾿Εκκλησία.

῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος λέει· «Αὐτός πού τά πάντα συνέχει εἶναι ὁ Χριστός. Διότι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος καί τούς τοίχους συγκρατεῖ καί τά θεμέλια... Καί ὅ,τι κι ἄν ἀναφέρεις ἀπ᾿ τήν οἰκοδομή, ὀροφή, τοίχους ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο, ὅλα ὁ Χριστός τά συγκρατεῖ».
 

2,21. ἐν ᾧ πᾶσα οἰκοδομή συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναόν ἅγιον ἐν Κυρίῳ.

᾿Εν ᾧ, πάνω στό θεμέλιο-Χριστό, πᾶσα οἰκοδομή, ὁ κάθε πιστός καί ἡ κάθε τοπική ἐκκλησία, καθώς συναρμολογεῖται αὐξάνει ἀπαρτίζοντας τή μία καθολική ᾿Εκκλησία. Θεμελιωμένη πάνω στόν Χριστό ἡ ᾿Εκκλησία αὔξει, θά αὐξάνει ποσοτικά, καί συναρμολογουμένη, μέ τήν ἁρμονία τῶν μελῶν της θά προκόβει ποιοτικά, ὥστε νά καταστεῖ ναός ἅγιος ἐν Κυρίῳ.

Πολύ σοφά ὁ ἀπόστολος, καθώς μιλᾶ γιά τήν αὔξηση τῆς οἰκοδομῆς, κάνει λόγο καί γιά τήν ἁρμονία της. Αὐτό ἀπαιτεῖ τό γεγονός ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία εἶναι ζωντανός οἶκος, ἀποτελεῖται ἀπό «λίθους ζῶντας». ῾Η ᾿Εκκλησία πρέπει νά αὐξάνει καί νά δοξάζεται. Τά μέλη της νά ἔχουν ἀδιάκοπη κοινωνία μέ τόν Κύριο καί εἰλικρινῆ ἀγάπη μεταξύ τους (πρβλ. Κλ 2,7). ᾿Αλλά ποτέ δέν ἐπιτρέπεται ἡ ποσοτική αὔξηση νά εἶναι εἰς βάρος τῆς ἑνότητος καί τῆς καθαρότητος τῆς ᾿Εκκλησίας.
 

2,22. ἐν ᾧ καί ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.

᾿Εν ᾧ, σ᾿ αὐτόν τό ναό τόν ἅγιο, στήν ᾿Εκκλησία, εἶστε κι ἐσεῖς οἰκοδομικό ὑλικό. ᾿Ενῶ προηγουμένως εἶπε ὁ ἀπόστολος ὅτι ὁ Θεός παίρνει τούς ἀνθρώπους στόν οἶκο του καί τούς κάνει οἰκείους (στ. 19), ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι, οἱ πιστοί, ἀποτελοῦν τό κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ, τόν οἶκο στόν ὁποῖο γίνεται ἔνοικος καί κατοικεῖ ὁ Θεός. ῎Ετσι ὁ Θεός, πού κατοικεῖ στούς οὐρανούς, στό Σινά, στό ναό τοῦ Σολομῶντος, κατοικεῖ καί στήν καρδιά τοῦ κάθε πιστοῦ ἐν Πνεύματι, διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Κι αὐτό εἶναι μία ὕψιστη τιμή, τήν ὁποία χαρίζει ὁ Κύριος στά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας του. Εἶναι ὅμως συγχρόνως καί μία βαρειά εὐθύνη γιά τόν κάθε πιστό.

Στεργίου Σάκκου, Ἀποστολικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)