Ἡ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη διαπιστευτήριο τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ, μία πρόσθετη εὐκαιρία γιά τούς Ἰουδαίους νά ἀναγνωρίσουν τήν θεϊκή του ἐξουσία. Ἐντούτοις, στά πρόσωπα τῶν ἐννέα λεπρῶν προβάλλει ἡ ἀχαριστία τοῦ εὐεργετημένου λαοῦ. Πράγματι, ὁ Ἰσραήλ ἀποδείχθηκε ἀνάξιος τῆς σωτηρίας πού τοῦ πρόσφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῶ ἕνας Σαμαρείτης κέρδισε τήν σωτηρία. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι μόνο ὁ Λουκᾶς, ὁ εὐαγγελιστής πού ἀπευθύνεται στούς ἐξ ἐθνῶν χριστιανούς διασώζει τό συγκεκριμένο περιστατικό, ἀκριβῶς διότι μαρτυρεῖ ὅτι ὁ ἰουδαϊκός λαός δέν εἶναι πλέον ὁ προνομιοῦχος κληρονόμος τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ· ὅτι ἡ σωτηρία προσφέρεται σέ ὅλους ἐκείνους πού πλησιάζουν τόν Ἰησοῦ μέ βαθειά καί γνήσια πίστη. Τό γεγονός, δηλαδή, τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν, ὅπως ἀκριβῶς περιγράφεται ἀπό τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ἀποτελεῖ ἕνα προανάκρουσμα τῆς πίστεως τῶν ἐθνικῶν καί τῆς ἐντάξεώς τους στήν Ἐκκλησία.
17,11. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς Ἰερουσαλήμ καὶ αὐτὸς διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας.
Γιά τρίτη φορά ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς σημειώνει ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς Ἰερουσαλήμ (πρβλ. 9,51· 13,22). Πρόκειται γιά τίς περιοδεῖες πού καλύπτουν τούς τελευταίους 6-8 μῆνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Kυρίου καί πού θά καταλήξουν στήν τελευταία ἐπίσκεψή του στήν Ἰερουσαλήμ, ὅπου θά συντελεσθεῖ ἡ σύλληψη καί τά σεπτά πάθη του. Κατά τήν περιοδεία αὐτή διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας· καθώς κατευθυνόταν ἀπό τήν βόρεια Παλαιστίνη πρός τήν Ἰουδαία, περνοῦσε ἀπό τά σύνορα μεταξύ Γαλιλαίας καί Σαμάρειας. Δέν εἶναι δυνατόν νά προσδιορισθεῖ ἀκριβῶς ἡ πορεία πού ἀκολουθεῖ ὁ Ἰησοῦς. Eἶναι ὅμως φανερό ὅτι δέν μπαίνει στήν Σαμάρεια ἀλλά καί δέν διασχίζει κατευθεῖαν τήν Περαία ἀπ’ ὅπου προτιμοῦσαν νά περνοῦν οἱ Γαλιλαῖοι καί οἱ Ἰουδαῖοι ἀποφεύγοντας τήν ἐπικοινωνία μέ τούς Σαμαρεῖτες. Ἀκολουθεῖ τήν γραμμή τῶν συνόρων ἀπό τήν Δύση πρός τήν Ἀνατολή, ὥστε νά μποροῦν νά τόν ἀκούσουν καί οἱ κάτοικοι τῆς Σαμαρείας, πού βρίσκεται στά δεξιά του καί οἱ Γαλιλαῖοι, τῶν ὁποίων ἡ περιοχή εἶναι στά ἀριστερά του. Kατευθύνεται πρός τόν Ἰορδάνη ἀπό ὅπου θά περάσει στήν Περαία.
17,12. Καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν.
Καθώς ὁ Ἰησοῦς ἔμπαινε σέ ἕνα χωριό τῆς παραμεθόριας περιοχῆς, εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην, εἶχε ἕνα θλιβερό συναπάντημα· ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες. Oἱ λεπροί ἔστησαν πόρρωθεν, στάθηκαν μακριά ἀπό τόν Kύριο καί τήν συνοδεία του, διότι σύμφωνα μέ τόν μωσαϊκό νόμο θεωροῦνταν ἀκάθαρτοι καί ἀπαγορευόταν νά πλησιάζουν τούς ὑγιεῖς ἀνθρώπους.
17,13. καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἡ τοπική ἀπόσταση δέν ἐμπόδισε τούς λεπρούς νά βρεθοῦν κοντά στόν Ἰησοῦ μέ τήν ἱκεσία τους· «τῷ μὲν τόπῳ πόρρω ἵσταντο, τῇ δὲ ἱκεσίᾳ ἐγγὺς ἐγένοντο», σχολιάζει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Μόλις τόν εἶδαν ἀπό μακριά ἦραν φωνήν, ἔβγαλαν φωνή δυνατή. Φώναξαν καί οἱ δέκα μαζί μέ ὅλη τους τήν δύναμη, ἐπεδή τούς χώριζε κάποια ἀπόσταση καί ἐπιπλέον ἡ φωνή τους ἦταν ἀλλοιωμένη καί βραχνή ἐξαιτίας τῆς ἀρρώστιας. Ἐξάλλου, καί ὁ μεγάλος πόνος τούς ἐξωθοῦσε νά κραυγάσουν. Δέν ἦταν μόνο καταδικασμένοι σέ μία σκληρή καί ἀπεχθῆ ἀσθένεια· ἡ ἐγκατάλειψη καί ἡ ἀποκοπή ἀπό τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μεγάλωνε τήν θλίψη τους, τήν ἔκανε ἀβάσταχτη.
Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο οἱ δέκα λεπροί ἀπευθύνονται στόν Kύριο δηλώνει τόν ἐξαιρετικό σεβασμό τους πρός Αὐτόν. Στό γνωστό ὄνομά του Ἰησοῦς προσθέτουν τήν προσφώνηση ἐπιστάτα, δηλαδή Κύριε, διδάσκαλε (πρβλ. 5,5). Δείχνουν ἔτσι ὅτι τοῦ ἀναγνωρίζουν κάποια ὑπερφυσική δύναμη καί ἐξουσία. Παρ’ ὅτι ζοῦσαν στήν ἐρημιά οἱ λεπροί φαίνεται ὅτι εἶχαν ἀκούσει γιά τά θαυμαστά σημεῖα τοῦ Ἰησοῦ, μεταξύ τῶν ὁποίων καί θεραπεῖες λεπρῶν. Γι’ αὐτό τόν ἱκετεύουν νά τούς σπλαγχνισθεῖ· ἐλέησον ἡμᾶς. Kαί βέβαια, τό ἔλεος πού ἐκλιπαροῦν εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ἀσθένειάς τους. Ἐμπιστεύονται τόν ἑαυτό τους στήν εὐσπλαγχνία του μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά τούς χαρίσει τήν ὑγεία. Eἶναι δέ ἀξιοσημείωτο ὅτι δέν παρακαλοῦν ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του ἀλλά ὅλοι γιά ὅλους. Aὐτό καθιστᾶ πολύ πιό δυνατή τήν ἱκεσία τους.
17,14. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν.
Ὁ φιλάνθρωπος Ἰησοῦς ἀκούγοντας τήν θερμή ἱκεσία τῶν λεπρῶν, στράφηκε πρός τό μέρος τους. Ἰδὼν, μόλις εἶδε τό οἰκτρό κατάντημά τους, τά παραμορφωμένα πρόσωπα, τά καταφαγωμένα ἀπό τήν λέπρα σώματα, τούς συμπόνεσε καί τούς ἀπηύθυνε τόν λόγο, εἶπεν αὐτοῖς. Δέν τούς λέγει κάποιο λόγο θεραπείας ἤ ἔστω παρηγοριᾶς, ὅπως θά περιμέναμε. Τούς στέλνει στούς ἱερεῖς μέ τήν ἐντολή· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Αὐτοί θά τούς ἔδιναν τό πι-στοποιητικό ὑγείας καί τήν ἄδεια νά ἐπιστρέψουν στίς οἰκογένειές τους. Ὅταν ὁ Κύριος θεράπευσε τόν ἕνα λεπρό (βλ. Λκ 5,14· Μθ 8,4) τοῦ εἶπε «δεῖξον σεαυτὸν τῷ ἱερεῖ», ἐδῶ χρησιμοποιεῖ πληθυντικό, διότι ἀνάμεσα στούς δέκα λεπρούς ὑπῆρχε ὁ Σαμαρείτης, ἴσως καί ἄλλοι ὁμοεθνεῖς του. Aὐτοί θά πήγαιναν στούς δικούς τους ἱερεῖς, στόν ναό τους στό ὄρος Γαριζίν, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι θά ἔπαιρναν τήν πιστοποίηση τῆς ὑγείας τους ἀπό τόν ἁρμόδιο ἱερέα καί κατόπιν θά πήγαιναν νά προσφέρουν τήν ὁρισμένη θυσία στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος.
Ἡ προτροπή τοῦ Ἰησοῦ θέτει σέ δοκιμασία τήν πίστη τῶν λεπρῶν. Δίχως νά ἀσχοληθεῖ καθόλου μέ τήν τραγική κατάστασή τους, δίνει ἐντολή νά παρουσιασθοῦν στούς ἱερεῖς. Kαί ἐκεῖνοι, ἐνῶ εἶναι ἀκόμη λεπροί, δέν ἀμφισβητοῦν τόν λόγο τοῦ Ἰησοῦ. Πιστεύουν στήν δύναμή του, ὑπακοῦν μέ ἐμπιστοσύνη στήν παραγγελία του καί σπεύδουν «ἀδιστάκτως» νά τήν ἐκπληρώσουν. Γι’ αὐτό, καθώς προχωροῦν θεραπεύονται· καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Δέν προσδιορίζεται πόσο εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ, ὅταν πραγματοποιήθηκε ἡ θεραπεία τους. Ὁπωσδήποτε ὅμως δέν θά ἦταν πολύ μακρινή ἡ ἀπόσταση, ὥστε νά μποροῦν νά ἐπι-στρέψουν καί νά τόν βροῦν στήν κώμη ἔξω ἀπό τήν ὁποία τούς εἶχε θεραπεύσει.
17,15-16. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης.
Ἕνας ἀπό τούς δέκα λεπρούς, εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, μόλις εἶδε ὅτι θεραπεύθηκε, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, δέν πῆγε στόν ἱερέα, ἀλλά γύρισε πίσω νά βρεῖ τόν εὐεργέτη του Ἰησοῦ. Οἱ δέκα λεπροί εἶχαν ὑψώσει ὅλοι μαζί τήν φωνή τους κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς ἀνάγκης· ἕνας μόνον ἐπέστρεψε τώρα μετὰ φωνῆς μεγάλης ὑψώνοντας καί πάλι τήν φωνή του δοξάζων τὸν Θεὸν μέ εὐγνωμοσύνη. Οἱ ἄλλοι θά ἔτρεξαν νά πανηγυρίσουν τό γεγονός μέ τούς δικούς τους. Ἄν μάλιστα ἦταν ὅλοι Ἰουδαῖοι, θά χάρηκαν καί θά ἔνιωσαν κάποια ἀνακούφιση πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τήν μιαρή γι’ αὐτούς παρουσία τοῦ Σαμαρείτη. Θά πίστευαν ὅτι καί ἐκεῖνος προφανῶς κατευθύνεται πρός τήν οἰκογένειά του. Ὁ Σαμαρείτης ὅμως ἔκανε κάτι ἐντελῶς διαφορετικό. Ἀναζήτησε τόν Ἰησοῦ, ἀποδεικνύοντας ὅτι παρά τήν σκληρή δοκιμασία ἡ ψυχή του διατηροῦσε τήν εὐγένεια, πού ἔλειπε ἀπό τούς Ἰουδαίους.
Δέν ἦταν, ὡστόσο, μόνον ἡ εὐγένεια καί ἡ εὐγνωμοσύνη, βασικά στοιχεῖα τῆς ἀνθρωπιᾶς, πού ὁδήγησαν τόν πρώην λεπρό στά πόδια τοῦ εὐεργέτη του. Μέσα του ὡρίμασε καί ἡ πίστη, πού εἶχε γεννηθεῖ μαζί μέ τήν προσδοκία τῆς θεραπείας καί ηὔξανε συνεχῶς, ὥστε νά ἐπιζητεῖ τήν ἐπικοινωνία μέ Ἐκεῖνον πού καταλάβαινε ὅτι δέν ἦταν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος· ἦταν ὁ μέγας Ἀρχιερέας. Ἡ δική του παρουσία ἔδινε κῦρος στούς ἱερεῖς τοῦ νόμου. Δέν χρειαζόταν, λοιπόν, νά προσέλθει στούς ἱερεῖς ὁ θεραπευμένος λεπρός, ἦρθε στόν ἴδιο τόν Ἀρχιερέα! Κυριευμένος ἀπό δέος, μόλις συνάντησε τόν Ἰησοῦ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ, ἔπεσε στά γόνατα καί ἀκούμπησε τό πρόσωπό του μπροστά στά πόδια του ἐκ-φράζοντας τόν βαθύτατο σεβασμό του. Ἡ προσκύνηση, ὅπως καί ἡ δόξα, ἁρμόζει μόνο στόν Θεό (πρβλ. Ἀπ 19,10). Ὁ εὐγνώμων λεπρός δόξαζε τόν Θεό πού δέν ἔβλεπε, καί εὐχαριστοῦσε τόν ἄνθρωπο Ἰησοῦ πού ἔβλεπε. Aὐθόρμητα ὅμως, χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνεται, προσκύνησε τόν Θεάνθρωπο, τόν κρυπτόμενο Θεό καί φαινόμενο ἄνθρωπο. Παρ’ ὅλο πού δέν εἶχε ἀκόμη σαφῆ πίστη στήν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ, διαισθανόταν ὅτι στό πρόσωπό του συναντοῦσε τόν ἴδιο τόν Θεό.
Στήν συνοριακή περιοχή Γαλιλαίας καί Σαμάρειας φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε καταυλισμός στόν ὁποῖο ζοῦσαν ἀπομονωμένοι Γαλιλαῖοι καί Σαμαρεῖτες προσβεβλημένοι ἀπό τήν φοβερή ἀσθένεια τῆς λέπρας. Παρά τήν ἀμοιβαία ἐχθρότητα πού ὑπῆρχε ἀνάμεσά τους (πρβλ. Ἰω 4,9), ὁ πόνος τούς εἶχε ἑνώσει στόν ἴδιο τόπο. Mέ ἔμφαση ὁ εὐαγγελιστής σημειώνει ὅτι ὁ εὐγνώμων λεπρός ἦταν Σαμαρείτης· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. Ἡ πληροφορία, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ πατέρες, σημειώνεται «ἵνα μηδεὶς ἐθνικὸς ἀπογινώσκῃ καὶ ἵνα μηδεὶς ἐκ προγόνων ἁγίων ὢν καυχῷτο».
17,17-18. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος;
Eἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι δέν ἀναφέρεται τό πρόσωπο στό ὁποῖο ἀπευθύνεται ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς. Προφανῶς ὁ λόγος τόν ὁποῖο εἶπεν δέν εἶναι ἀπάντηση στόν εὐγνώμονα Σαμαρείτη, ἀλλά ἕνα σχόλιο σέ ὅλο τό περιστατικό καί τήν συμπεριφορά τῶν θεραπευθέντων. Tά τρία ἀλλεπάλληλα ἐρωτήματα πού διατυπώνει στιγματίζουν τήν ἀχαριστία τῶν ἐννέα ἰουδαίων λεπρῶν·
α) Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Ἀναμφίβολα τό ἐρώτημα, ὅπως καί τά δύο ἑπόμενα, εἶναι ρητορικό· δέν δηλώνει ἄγνοια τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκφράζει τήν ἔντονη ἀποδοκιμασία του, διότι δέν αἰσθάνθηκαν ὅλοι οἱ θεραπευμένοι τήν ἀνάγκη νά ἐπιστρέψουν καί νά εὐχαριστήσουν γιά τήν θεραπεία τους. Διέθεταν πίστη καί οἱ δέκα λεπροί, ἀλλά μόνον ἕνας ἀπό αὐτούς ἐκδήλωσε εὐγνωμοσύνη. Τῶν ἄλλων λεπρῶν ἡ πίστη ἦταν νεκρή, χωρίς ἔργα (βλ. Ἰα 2,17).
β) Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Τό δεύτερο ἐρώτημα ἀντηχεῖ ὅπως ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ στόν παράδεισο, ὅταν ἀναζητοῦσε τόν Ἀδάμ μετά τήν πτώση του· «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» (Γέ 3,9). Ἐκφράζει ὅλη τήν θλίψη τοῦ πανάγαθου Κυρίου γιά τήν ἀγνωμοσύνη τοῦ πλάσματος πού τόσο εὐεργέτησε, γιά τήν ἑκούσια ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν προσφορά τῆς θεϊκῆς ἀγάπης. Αὐτή ἡ ἀχαριστία, τήν ὁποία ἐκ τῶν προτέρων γνώριζε ὁ Ἰησοῦς, δέν τόν ἐμπόδισε, ὡστόσο, νά χαρίσει τήν θεραπεία καί στούς ἐννέα ἀχάριστους.
γ) Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Εἶναι ἰδιαίτερα βαρυσήμαντο τό γεγονός ὅτι εὐγνώμων φάνηκε κάποιος πολύ καταφρονεμένος ἀπό τούς Ἰουδαίους, ἕνας ἀλλογενής Σαμαρείτης. Οἱ Σαμαρεῖτες θεωροῦνταν ἀπό τούς Ἰουδαίους ἀλλοεθνεῖς καί ὄχι γνήσιοι ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, διότι στό βόρειο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ εἶχαν σημειωθεῖ πολλές ἑκούσιες καί ἀναγκαστικές μεταναστεύσεις, ἐποικισμοί καί ποικίλες ἐπιμειξίες, μετά ἀπό τίς διαδοχικές εἰσβολές Ἀσσυρίων, Χαλδαίων, Περσῶν, Ἑλλήνων καί Ρωμαίων. Αὐτή ἡ καταφρόνια πρός τό γένος τοῦ θεραπευμένου Σαμαρείτη ἔκανε τήν εὐγνωμοσύνη του ἀκόμη μεγαλύτερη στό πρόσωπο τοῦ ἰουδαίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ χάρισε τήν ὑγεία ἀδιαφορώντας γιά τήν προαιώνια ἔχθρα πού χώριζε τούς Ἰουδαίους ἀπό τούς Σαμαρεῖτες.
Ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στούς ἐννέα ἀγνώμονες λεπρούς καί τόν ἕνα εὐγνώμονα ἐξαίρει περισσότερο τήν εὐγνωμοσύνη τοῦ Σαμαρείτη καί καθιστᾶ βαρύτερη τήν ἀχαριστία τῶν ἄλλων. Θλιβερή ἡ διαπίστωση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου· «Ἰουδαῖοι ὄντες, εἰς ἀχάριστον λήθην ἐμπεσόντες, οὐχ ὑπέστρεψαν δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ· ὅθεν σκληροκάρδιον καὶ ἀμνήμονα παντελῶς δεικνύει τὸν Ἰσραήλ».
17,19. Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Στόν εὐγνώμονα Σαμαρείτη ὁ Κύριος χάρισε κάτι ἀνώτερο ἀπό τήν ὑγεία τοῦ σώματος· τήν σωτηρία, πού εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς. Οἱ ἐννέα λεπροί ἔδειξαν πίστη στήν δύναμή του καί ἔλαβαν τήν ἱκανοποίηση τοῦ αἰτήματός τους. Ἡ σχέση τους ὅμως μέ τόν Ἰησοῦ περιορίστηκε σ’ αὐτή τήν «ἰδιοτελῆ δοσοληψία». Δέν θέλησαν νά προχωρήσουν σέ στενώτερη ἐπαφή καί ἐπικοινωνία μαζί του. Ἀνάλογα μέ τήν πίστη τους καί τήν διάθεση τῆς ψυχῆς τους ἔλαβαν καί αὐτοί τήν ἀμοιβή τους. Ὁ Σαμαρείτης ἐπιδίωξε μία ἀμεσώτερη σχέση μέ τόν Ἰησοῦ. Μία τέτοια κίνηση δηλώνει πίστη ἄλλης ποιότητος. Αὐτήν ἐξαίρει ὁ Κύριος διαβεβαιώνοντας τόν Σαμαρείτη ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Παράλληλα ἡ διαβεβαίωσή του αὐτή εἶναι καί γιά τούς μαθητές μία ἐπιπλέον ἐπιβεβαίωση τῶν θαυμαστῶν ἀποτελεσμάτων πού μπορεῖ νά ἐπιφέρει ἡ δυνατή πίστη, γιά τήν ὁποία τούς εἶχε μιλήσει προηγουμένως (στ. 6). Aὐτή ἡ σωτήρια πίστη ἀμείβεται μέ τόν καθαρισμό τῆς λέπρας ὄχι μόνο τοῦ σώματος ἀλλά καί τῆς ψυχῆς. Ἐλευθερώνει ἀπό τήν ἁμαρτία, πού κρατᾶ τόν ἄνθρωπο ἀποκομμένο ἀπό τήν κοινωνία του μέ τόν Θεό.