Τετάρτη, 10 Ιούλιος 2024 03:00

Κυρ. Ζ΄ Ματθαίου Ρω 15,1-7

Μάθημα γιά τήν κοινωνική ἰσορροπία

 «Ὀφείλομεν δὲ ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. 2 ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν· 3 καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ. 4 ὅσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν. 5 ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν ᾿Ιησοῦν, 6 ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 7 διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ». (Ρω 15,1-7)

Τό πρόβλημα

dromos Στό ἐπιτακτικό ἐρώτημα τῆς ἐποχῆς μας, πῶς θά ἐπιτύχουμε μιά ἁρμονική καί εὐτυχισμένη κοινωνία, στήν ἄμεση ἀνάγκη τόσων σημερινῶν ἀνθρώπων νά σπάσουν τά τείχη τῆς μοναξιᾶς τους καί νά νιώσουν ζεστή τήν παρουσία τοῦ ἄλλου δίπλα τους, ἀλλά καί στόν βαθύ πόθο τῶν δυνατῶν ψυχῶν νά ἀξιοποιήσουν οὐσιαστικά τό δυναμικό τους, δίνουν ἀπάντηση, λύση καί πρότυπο τά θεόπνευστα λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀπό τήν πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή, κεφ. 15, στίχ. 1-7. Στό προηγούμενο κεφάλαιο ὁ ἀπόστολος ἀσχολήθηκε μέ ἕνα ὀξύτατο γιά τήν ἐποχή του πρόβλημα, μέ τή διάκριση τροφῶν (σέ καθαρές καί ἀκάθαρτες) καί ἡμερῶν (σέ ἅγιες καί μή) ἐκ μέρους τῶν ἀσθενικῶν στήν πίστη μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, καί μέ τήν τακτική πού ὄφειλαν νά ἀκολουθήσουν οἱ πνευματικοί ἀδελφοί ἀπέναντί τους. Λύνοντας αὐτό τό εἰδικό πρόβλημα ὁ Παῦλος μέ τή μέθοδο τῆς ἀγάπης, βγάζει μιά ἐξίσωση, ἕναν τύπο, θά λέγαμε, πάνω στόν ὁποῖο λύνεται κάθε πρόβλημα ἀνθρωπίνων σχέσεων. Βέβαια τό θέμα εἶναι γνήσια πνευματικό καί γι’ αὐτό θεολογικό, ἀλλά μπορεῖ νά ἐφαρμοσθεῖ σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς, κοινωνικούς, οἰκονομικούς ἤ πολιτικούς.

Τό χρέος τῶν δυνατῶν

 Δυνατούς ἀποκαλεῖ ὁ ἀπόστολος ἐκείνους πού ἔχουν εὔρωστο ἐσωτερικό κόσμο, ὑγεία καί δύναμη πνευματική, καί εἶναι προκομμένοι στήν πίστη καί στήν ἀρετή, ὥστε νά διακρίνουν καί νά ἀσκοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτούς ἀπευθύνεται καί σ’ αὐτούς φορτώνει τήν εὐθύνη καί τό βάρος μιᾶς μεγάλης ἀποστολῆς, τῆς ἀγωγῆς καί σωτηρίας τῶν ἀδυνάτων. Ἔχουμε χρέος, λέει, νά βαστάζουμε «τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων», τίς ἀδυναμίες τῶν ἀρχαρίων καί ἀνωρίμων ἀδελφῶν, νά συμπληρώσουμε τίς ἐλλείψεις, νά διορθώσουμε τά λάθη τους, ἀφοῦ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσε τή δύναμη καί τήν προκοπή νά κάνουμε τό ἔργο τῆς χάριτος, πού «τά ἀσθενῆ θεραπεύει καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῖ». Ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος γράφει στήν πρός Γαλάτας, «Ἀδελφοί, ἐάν καί προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοί καταρτίζετε τόν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν μή καί σύ πειρασθῇς» (Γα 6,1). Ποιός ξέρει δέ, ἄν καί ἐμεῖς σέ κάτι δέν φανοῦμε ἀδύνατοι ἤ ἄν μιά κακιά ὥρα δέν πέσουμε καί θά ἔχουμε ἀνάγκη κάποιος νά μᾶς σηκώσει; Γι’ αὐτό λέει· «Ἀλλήλων τά βάρη βαστάζετε».
 Καί εἶναι πράγματι φορτίο, ὀχληρό πολλές φορές, τά ἐλαττώματα, οἱ εὐθιξίες καί οἱ εὐαισθησίες τῶν ἀνθρώπων πού συναναστρεφόμαστε καί συγκρουόμαστε μαζί τους. Καί εἶναι χρέος, καί ὄχι χάρισμα, ὀφειλή, καί ὄχι δῶρο, ἐκ μέρους τῶν δυνατῶν νά ἀνέχονται, νά ὑπομένουν, νά συγχωροῦν. Ὅπως μέσα σέ μιά οἰκογένεια ἡ μητέρα συγκαταβαίνει στίς ἀδυναμίες τῶν παιδιῶν της καί μασᾶ τήν τροφή στό στόμα της, γιά νά τήν δώσει στό παιδί, ὅπως οἱ γέροι καί μεγάλοι δουλεύουν καί τρῶνε τά ἀνήμπορα μικρά καί οἱ ἄρρωστοι γέροντες, κι αὐτό συνιστᾶ τήν οἰκογενειακή ἑνότητα, ἔτσι μᾶς θέλει σέ ὅλα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Στή δουλειά μας, στίς ἐπαφές μας, στήν κοινωνία καί πρό πάντων μέσα στήν Ἐκκλησία, τήν πνευματική μας οἰκογένεια, οἱ δυνατοί θά δείξουν τή δύναμή τους, ὅταν τήν χρησιμοποιοῦν γιά τούς ἀδυνάτους. Οἱ δυνατοί στόν πλοῦτο θά ἀγκαλιάσουν καί θά μοιραστοῦν τά πλούτη τους μέ τούς φτωχούς, κι ἔτσι δέν θά ὑπάρχουν πλούσιοι καί φτωχοί, διότι οἱ πλούσιοι θά εἶναι ἁπλοί διαχειριστές τοῦ πλούτου τους. Οἱ δυνατοί στή γνώση θά καταδεχτοῦν καί θά βοηθήσουν τούς λιγώτερο ἱκανούς. Οἱ δυνατοί στήν ἀρετή θά σκύψουν καί θά στηρίξουν τούς ἀκατάρτιστους καί ἀτελεῖς.

Ἡ ἐφαρμογή

 Πῶς ὅμως θά γίνει αὐτό; Δύο πράγματα ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος. Πρῶτον, νά μήν εἴμαστε αὐτάρεσκοι. Ἡ φιλαυτία, ὁ φιλοτομαρισμός καί ἡ ἰδιοτέλεια εἶναι ἡ ρίζα κάθε δυσαρμονίας ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, εἶναι αὐτή πού σκληραίνει τίς καρδιές μας καί μᾶς κάνει νά ἐπιζητοῦμε μόνο ὅσα εἶναι ἀρεστά σέ μᾶς, νά ἐπαναπαυόμαστε στίς ἀπολαύσεις μας καί νά ἀδιαφοροῦμε γιά τούς ἄλλους. Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς θέλει νά ξεχνοῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά ξεχύνουμε τή χάρη πού μᾶς ἐμπιστεύεται στούς ἄλλους γύρω μας. Ἡ διάσπαση τοῦ ἀτόμου πόση ἐνέργεια ἀπελευθέρωσε! Καί ἡ διάσπαση τοῦ ἀτομισμοῦ τί ἔργο μπορεῖ νά κάνει! Θά δυναμώσει τούς ἀδυνάτους καί ὄχι μόνο θά ἀσφαλίσει τή δύναμη τῶν δυνατῶν, ἀλλά καί θά τήν ἀξιοποιήσει, θά τήν αὐξήσει.

Δύο ὅροι

 Ἐδῶ ὑπάρχει μιά παγίδα. Πόσες φορές δέν εἴδαμε, πράγματι, νά ἐκμεταλλεύονται τήν καλωσύνη, τή γενναιοδωρία καί τόν ἀλτρουϊσμό τῶν ἄλλων γιά σκοπούς ἀδίκους καί βρωμερούς! Γι’ αὐτό ὁ Παῦλος μᾶς προφυλάσσει μέ μιά δεύτερη παρατήρηση· ὁ καθένας μας νά γίνεται ἀρεστός στόν διπλανό του «εἰς τό ἀγαθόν πρός οἰκοδομήν», λέει. Βάζει δύο ὅρους, πού ἀπό τή μιά ἀποκλείουν τήν ἰδιοτέλεια καί τήν ἀνθρωπαρέσκεια ἀπό τά κίνητρά μας καί ἀπό τήν ἄλλη ἀπαγορεύουν νά ἱκανοποιοῦμε τά πάθη καί τά καπρίτσια τῶν συνανθρώπων μας. Ἐπειδή ὁ ἄλλος εἶναι ἀδύνατος, δέν σημαίνει ὅτι θά ὑπηρετήσουμε τίς κακές του ἐπιθυμίες οὔτε ὅτι θά τόν βοηθήσουμε στίς πονηρές του πράξεις. Ἡ προσφορά μας τότε εἶναι ἀληθινή καί εὐλογημένη, ὅταν δέν προσβάλλει τό ἀγαθό καί δέν γίνεται γιά τήν πνευματική του καταστροφή, ἀλλά γιά τό καλό του καί γιά τή σωτηρία του. Τό πρῶτο μᾶς τό προστάζει ἡ ἀνθρωπιά, τό δεύτερο ἡ πίστη. Τό πρῶτο εἶναι γιά καλούς ἀνθρώπους καί γιά καλή κοινωνία, τό δεύτερο γιά πιστούς καί γιά τήν Ἐκκλησία. Ἐφόσον διετήρησες μέσα σου ἀλώβητη τήν ἀνθρώπινη ὑπόστασή σου, θα κατανοεῖς καί θά συμπονεῖς τήν ἀδυναμία τοῦ πλησίον σου. Και ἐφόσον στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔγινες καί ἐσύ πέτρα τῆς οἰκοδομῆς του, θά φροντίζεις πῶς νά συναρμολογηθεῖς καλύτερα μέ τούς ἄλλους μέσα στήν Ἐκκλησία, πρόθυμα θά θυσιάζεις τό θέλημά σου, πλούσια θά δίνεις τή συμπαράστασή σου, εἰλικρινά θά ἀγαπᾶς. Κριτήριο ἕνα ἡ συνείδησή σου, κριτήριο ἄλλο ὁ φωτισμός τοῦ ἁγίου Πνεύματος σύμφωνα μέ τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.

Παράδειγμα ὁ Χριστός

 Πρότυπο γιά ὅλα αὐτά, ἀλλά καί πρόσωπο πού μᾶς ἐμπνέει εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ μορφή του, ἡ ζωή του καί τό παράδειγμά του λύνει κάθε ἀπορία, ἀποστομώνει κάθε ἀντίρρηση. «Καί γάρ ὁ Χριστός οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλά καθώς γέγραπται, οἱ ὀνειδισμοί τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ’ ἐμέ». Μποροῦσε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς νά ζοῦσε, πράγματι, τήν πιό ξένοιαστη ζωή. Μποροῦσε, ἄν ἤθελε, νά μήν ταλαιπωρηθεῖ, νά μή χλευασθεῖ, νά μήν πάθει, ὡς τέλειος καί ἀναμάρτητος ἄνθρωπος πού ἦταν. Δέν θέλησε ὅμως, ἀλλά παρέβλεψε τό συμφέρον του, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, καί κοίταξε τό δικό μας.
 Ὅταν βλέπεις μπροστά σου τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ νά κενώνει τόν ἑαυτό του γιά χάρη καί τοῦ πιό ἄθλιου ἀνθρώπου, νά ἀντιμετωπίζει μέ πραότητα καί ἀγάπη καί τόν πιό μεγάλο ἐχθρό του, νά δέχεται ἀδιαμαρτύρητα βρισιές κι ἐξευτελισμούς καί τήν πιό φοβερή ντροπή, πού ἦταν συγχρόνως καί ὁ πιό τρομερός πόνος, τόν σταυρό, πές μου, ποιά δικαιολογία ἔχεις νά μήν ὑπομένεις πολύ μικρότερα κακά ἀπό τούς ἀδελφούς σου;
 Κριτήριο γιά τίς σχέσεις μας ἀνώτερο καί ἀπό τό ἀγαθό, ἀνώτερο καί ἀπό τήν οἰκοδομή εἶναι τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ. Στή σκάλα τῶν ἐντολῶν, πού ὑψώνει τό εὐαγγέλιο γιά τήν κοινωνική ἠθική, τό πρῶτο σκαλοπάτι εἶναι ὁ λεγόμενος χρυσός κανόνας. «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λκ 6,31). Καί εἶναι αὐτό, τό πρῶτο καί χαμηλότερο σκαλοπάτι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τό τελευταῖο καί ψηλότερο σκαλοπάτι τῆς ἠθικῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τό ὕψιστο ὅμως σκαλοπάτι τῆς ἠθικῆς τοῦ εὐαγγελίου εἶναι· «Καθώς ἐκεῖνος περιεπάτησεν, καί ἡμεῖς οὕτω περιπατεῖν» (Α’ Ἰω 2,6). Τό πρῶτο εἶναι μία ἐντολή, τό ἄλλο εἶναι κάτι τό παράδοξο, ὄχι ἁπλῶς μιά σπουδαία ἐντολή, ἀλλά ἕνα πρόσωπο, τό ἴδιο τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Διδάσκαλος ἡ ἁγία Γραφή

 Ἐν τούτοις, ἄν τό παράδειγμα εἶναι ὁ Χριστός, διδάσκαλός μας εἶναι ἡ ἁγία Γραφή. Τά ὅσα γράφτηκαν προφητικά, λέει ὁ ἀπόστολος, γράφτηκαν γιά τή διδασκαλία μας. Ἀποτελεῖ δηλαδή ἡ ἁγία Γραφή ἕνα γράμμα, πού στέλνει ὁ Θεός προσωπικά στόν καθένα μας, γιά νά μᾶς διδάσκει. Αὐτή ζωντανεύει μπροστά μας τό ἔργο καί τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, τόν ἀγώνα καί τήν ἁγιότητα τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ καί μᾶς χαρίζει τήν ὑπομονή καί τήν παράκληση, τή δύναμη δηλαδή νά ὑπομένουμε ἀγόγγυστα τίς ἀδυναμίες τῶν ἄλλων καί τήν καλλιέργεια νά τίς ἀντέχουμε πρόθυμα καί εὐχάριστα. Μᾶς νευρώνει καί μᾶς στηρίζει, μᾶς δυναμώνει καί μᾶς καλλιεργεῖ, οὕτως ὥστε νά ζοῦμε τήν ἐλπίδα, πού εἶναι ἡ πρώτη δόση τῆς αἰώνιας ζωῆς σ’ αὐτόν τόν κόσμο, εἶναι ἡ βεβαιότητα τῆς λυτρώσεώς μας ἐν Χριστῷ. Ἕως ὅτου φθάσουμε στήν τελική κληρονομιά καί δόξα τῆς ἐλπίδος, χρειαζόμαστε ὑπομονή, καί ἡ Γραφή μᾶς τήν διδάσκει. Πολλές φορές ὅμως ἡ ὑπομονή μας σαλεύεται ἀπό θλίψεις καί πειρασμούς ἰσχυρούς, ὁπότε χρειαζόμαστε παράκληση, στηριγμό καί καλλιέργεια, καί ἡ Γραφή μᾶς τά χαρίζει. Ἔτσι, μελετώντας τό γράμμα τοῦ Θεοῦ στερεώνεται καί αὐξάνει ἡ ἐλπίδα μας. Διότι, καθώς παρατηρεῖ καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, αὐτά τά δυό, τό ἕνα κατασκευάζει τό ἄλλο· ἡ ὑπομονή τήν ἐλπίδα καί ἡ ἐλπίδα τήν ὑπομονή, καί τά δύο δέ γεννιοῦνται ἀπό τήν ἁγία Γραφή.

Προσευχή

 Ἀλλά δέν ἀρκεῖ ἡ μελέτη τῆς Γραφῆς γιά νά σταθοῦμε ὄρθιοι καί νά τηρήσουμε ἁρμονικές τίς σχέσεις μεταξύ μας. Χρειάζεται καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ὁ Παῦλος ἐπικαλεῖται στή συνέχεια τόν «Θεό τῆς ὑπομονῆς καί τῆς παρακλήσεως» καί μᾶς μαθαίνει νά λύνουμε τό κάθε μας πρόβλημα μέ τήν προσευχή. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ Θεός ὀνομάζεται ὅπως καί ἡ ἁγία Γραφή, Θεός τῆς ὑπομονῆς, τῆς παρακλήσεως καί παρακάτω (στίχ. 13) τῆς ἐλπίδος. Σημαίνει αὐτό ὅτι ἡ Γραφή κατέχει τή θέση τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας, εἶναι ἡ ζωντανή καί χειροπιαστή παρουσία τοῦ Κυρίου ἀνάμεσά μας.
 Καί ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῆς προσευχῆς τοῦ Παύλου; «Ὁ Θεός τῆς ὑπομονῆς καί τῆς παρακλήσεως νά δώσει ὁμοφροσύνη μεταξύ μας κατά Χριστόν Ἰησοῦν». Ἡ ἑνότητα εἶναι τό μεγάλο αἴτημα τοῦ ἀποστόλου, ὅπως καί τοῦ ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ στήν ἀρχιερατική του προσευχή, ἡ ἑνότητα πού πηγάζει ἀπό τό ἴδιο φρόνημα, τήν κοινή πίστη. Κι ὅταν οἱ καρδιές συναντῶνται σύμφωνες στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τότε τά χείλη δοξολογοῦν ὁμόφωνα τόν Θεό στήν κοινή λατρεία. Οἱ διαφορές δέν καταργοῦνται, οἱ διακρίσεις δέν καταλύονται, ἀλλά ὁ Θεός δοξάζεται μ’ ἕνα στόμα καί μιά καρδιά, καί ἡ δοξολογία του δέν εἶναι μιά μονότονη μελωδία, ἀλλά μιά πολυφωνική ἁρμονία, πού ἐνορχηστρώνει τό αὐτό Πνεῦμα μέσα στίς καρδιές ὅλων.


Τό πείραμα ἡ Ἐκκλησία

 Ὕστερα ἀπό τόσους αἰῶνες ἀνθρωπίνων προσπαθειῶν γιά τήν ἐναρμόνιση τῶν κοινωνικῶν σχέσεων, ὕστερα ἀπό τόσα συστήματα καί φιλοσοφίες, ἡ διδαχή αὐτή τοῦ Παύλου παραμένει πάντοτε ἡ μοναδική καί ἡ καλύτερη λύση, πού προτάθηκε ποτέ. Καί τό πιό σημαντικό εἶναι ὅτι δέν ἀποτελεῖ μιά θεωρία μόνο, ἀλλά μιά ζωντανή πραγματικότητα μέ τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μέσα στήν ἱστορία, πού εἶναι τό ἐφαρμοσμένο καί ἐπιτυχημένο πείραμα τοῦ εὐαγγελίου. Ὄχι βέβαια οἱ ψεύτικες ἐκκλησίες, οὔτε οἱ ψεύτικοι χριστιανοί, πού ἀναφέρουν ὡς ἐπιχείρημα οἱ ἄπιστοι γιά νά μιλήσουν γιά ἀποτυχία, διότι αὐτά βαρύνουν τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἀλλά ἡ ζωντανή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πού μένει στούς αἰῶνες μικρή μά ἀκμαία, ἀποδεικνύει ὅτι τό πείραμα πέτυχε. Σέ κάθε ἐποχή -καί στή δική μας- ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει αὐτό τό θαῦμα τῆς τέλειας κοινωνίας, νά γίνει πολίτης της καί νά λυτρωθεῖ ἀπό τό φαρμάκι πού τόν κερνᾶ ὁ κόσμος. Δέν μένει παρά νά ὑπακούσουμε στό τελικό παράγγελμα τοῦ ἀποστόλου· «Ἀγκαλιάστε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, ὅπως καί ὁ Χριστός ἀγκάλιασε ἐσᾶς», καί θά δοξάσουμε τόν Θεό.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 97-100