Μία ἀπό τίς δύσκολες παραβατικές συμπεριφορές τῶν παιδιῶν εἶναι ἡ κλοπή. Ἕνα φαινόμενο συχνό στήν παιδική ἡλικία πού ἀναστατώνει τούς γονεῖς καί γίνεται πιό σοβαρό ὅταν τά παιδιά εἰσέρχονται στήν ἐφηβεία. Ἄν, λοιπόν, ἕνα παιδί ἤ ἕνας ἔφηβος κλέβει, οἱ γονεῖς του εἶναι πολύ φυσικό νά ἀνησυχοῦν καί νά διερωτῶνται τί ὁδήγησε τό παιδί τους στήν κλοπή. Φοβοῦνται μήπως μέ τήν παραβατική αὐτή συμπεριφορά ἐξελιχθεῖ σέ ἕναν «ἀνήλικο ἐγκληματία».
Εἶναι βέβαια φυσιολογικό γιά ἕνα πολύ μικρό παιδί νά πάρει κάτι, π.χ ἕνα παιχνιδάκι πού τό σχῆμα ἤ τό χρῶμα του τοῦ ἔχει διεγείρει τή φαντασία, τό ἐνδιαφέρον ἤ τήν περιέργεια. Αὐτό δέν θά πρέπει νά θεωρηθεῖ ὡς κλοπή. Συνήθως στήν ἡλικία τῶν τριῶν ἕως πέντε ἐτῶν, τά παιδιά καταλαβαίνουν ὅτι εἶναι λάθος νά παίρνουν κάτι πού ἀνήκει σέ ἄλλο πρόσωπο.
Οἱ γονεῖς ὀφείλουν νά διδάσκουν στά παιδιά τους μέ τρόπο ἐνεργητικό τόν σεβασμό ἀπέναντι στούς συνανθρώπους καί στά πράγματά τους, τά ὁποῖα δέν μᾶς ἀνήκουν. Παρότι τά μεγαλύτερα παιδιά καί οἱ ἔφηβοι γνωρίζουν πολύ καλά ὅτι ἡ κλοπή εἶναι συμπεριφορά μή ἀποδεκτή, ἐντούτοις κλέβουν γιά διάφορους λόγους:
Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά ἐξετάσουν κατά πόσο τό παιδί τους ἔκλεψε ἀπό μία ἐσωτερική ψυχική ἀνάγκη, ὥστε νά δείξουν περισσότερη προσοχή, ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον οἱ ἴδιοι ἀπέναντί του. Σέ αὐτή τήν περίπτωση τό παιδί μπορεῖ νά ἐκφράσει τόν θυμό του. Θά προσπαθήσει νά «πάρει ἐκδίκηση» ἀπό τούς γονεῖς του. Τό κλεμμένο ἀντικείμενο μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό ὑποκατάστατο γιά τήν ἀγάπη καί τή στοργή πού ζητάει ἀπό τούς γονεῖς του καί ἡ ὁποία τοῦ λείπει. Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά ἔχουν εὐαίσθητες κεραῖες καί νά ἀνταποκριθοῦν θετικά, ἀναγνωρίζοντας τήν ἀξία τοῦ παιδιοῦ τους καί τή θέση του ὡς σπουδαίου μέλους τῆς οἰκογένειάς τους.
Ἄν οἱ γονεῖς λάβουν τά κατάλληλα μέτρα, στίς περισσότερες περιπτώσεις ἡ κλοπή σταματάει καθώς τό παιδί μεγαλώνει. Πῶς θά διαχειριστοῦν οἱ γονεῖς τό θέμα, ὅταν ἀντιληφθοῦν ὅτι τό παιδί τους ἔχει κλέψει;
Ἀναλόγως τῆς ἡλικίας καθιστοῦν σαφές στό παιδί τους ὅτι ἡ συμπεριφορά του εἶναι ἐντελῶς ἀπαράδεκτη γιά τήν οἰκογενειακή παράδοση, τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Κάνουν ἀναφορά στόν νόμο τοῦ Θεοῦ «οὐ κλέψεις» (Ἔξ 20,14) καί κυρίως στήν πηγή τοῦ κακοῦ «οὐκ ἐπιθυμήσεις ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστί» (Ἔξ 20,17). Δέν θά ἐπιθυμήσεις ὅ,τι ἀνήκει στόν συνάνθρωπό σου. Σχολιάζοντας τή θεϊκή ἐντολή ἐπισημαίνουν τή ρίζα τοῦ κακοῦ, τήν ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιά κατοχή ὑλικῶν ἀγαθῶν καί τήν ἐξάρτησή μας ἀπό αὐτά.
Ὅταν τό παιδί ἔχει πληρώσει ἤ ἔχει ἐπιστρέψει τό κλεμμένο ἀντικείμενο, τό θέμα ἔχει λήξει πλέον καί οἱ γονεῖς δέν πρέπει νά ἐπανέλθουν. Τοῦ δίνουν ἔτσι τή δυνατότητα νά κάνει μία νέα ἀρχή στή ζωή του, ἀφοῦ ἔχει ἤδη ἐναποθέσει καί τό ψυχικό βάρος σέ διακριτικό πνευματικό.
Ἄν ὅμως ἡ κλοπή εἶναι ἐπίμονη καί συνοδεύεται καί ἀπό ἄλλες προβληματικές ἤ παραβατικές συμπεριφορές, μπορεῖ νά ἀποτελεῖ μία ἔνδειξη γιά πιό σοβαρό πρόβλημα στή συναισθηματική ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ ἤ γιά δυσλειτουργία καί προβλήματα στήν οἰκογένεια. Τά παιδιά πού κλέβουν ἐπανειλημμένα μπορεῖ νά ἔχουν δυσκολία νά ἐμπιστευτοῦν τούς ἄλλους καί νά δημιουργήσουν στενές σχέσεις μαζί τους. Ἀντί νά αἰσθάνονται τά ἴδια ἔνοχα γιά τήν πράξη τους, κατηγοροῦν τούς ἄλλους γιά τή συμπεριφορά τους μέ τό σαθρό ἐπιχείρημα: «Ἀπό τή στιγμή πού ἀρνοῦνται νά μοῦ δώσουν ὅ,τι μοῦ χρειάζεται, θά τό πάρω»! Ἐάν, παρ᾽ ὅλες τίς προσπάθειες πού καταβάλλουν οἱ γονεῖς, ἡ κατάσταση δέν διορθώνεται ἀλλά μᾶλλον χειροτερεύει, οἱ γονεῖς θά πρέπει νά ζητήσουν τή βοήθεια τοῦ εἰδικοῦ παιδοψυχιάτρου.
Ἀθανάσιος Γκάτζιος