Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Τόλμησε τό ἀδύνατο

mitralexis c- Παιδιά, θέλω νά φανταστεῖτε κάτι γιά λίγο, εἶπα μπαίνοντας στήν τάξη, χωρίς νά πῶ οὔτε μιά «Καλημέρα». Λοι­πόν, μπαίνω στό θέμα: Εἶσαι εἴκοσι τεσ­σάρων χρονῶν καί πετᾶς μόνος σου μέσα στά σύννεφα σέ καιρό πολέμου. Ὁ οὐ­ρανός γύρω σου εἶναι γεμάτος καπνό καί φωνές ἀκούγονται διαρκῶς στόν ἀ­σύρματο. Τά πυρομαχικά σου τελειώ­νουν, κι ὅμως μπροστά σου πετάει ἕνα ἐχθρικό ἀεροπλάνο. Τί κάνεις ἐκεί­νη τή στιγμή; 
Ἀνασηκώνονται μέ ἐνδιαφέρον μερι­κοί ἀπό τά πίσω θρανία. 
- Θά προσπαθοῦσα νά φύγω ὅσο πιό γρήγορα γίνεται, λέει ὁ Μᾶρκος.
- Ἤ ἴσως νά ἔπεφτα μαζί μέ τό ἀε­ρο­πλάνο μου, ψιθυρίζει ἡ Εὐτυχία. 
Χαμογέλασα. 
Κι ὅμως, ἕνας ἕλληνας πιλότος δέν ἔκανε τίποτα ἀπ’ αὐτά. Ἔκανε κάτι πού κανείς δέν θά τό φανταζόταν. Θέλετε νά μάθετε γι᾽ αὐτόν; 
- Πεῖτε μας, κυρία! ἀκούγεται ἀπό τά πίσω θρανία. 
- Λεγόταν Μαρῖνος Μητραλέξης. Καί τέτοια μέρα, στίς 2 Νοεμβρίου τοῦ 1940, μόλις 24 ἐτῶν, ἔγραψε μία ἀπό τίς πιό συγκλονιστικές σελίδες τῆς ἑλ­ληνικῆς ἱ­στορίας. Ἕξι ἑλληνικά κατα­διωκτικά PZL τῆς 22ης Μοίρας Διώξεως ἀπογει­ώνονται γιά νά ἀναχαιτίσουν εἴκο­σι ἑπτά ἰταλικά βομβαρδιστικά, πού κα­τευθύ­νονταν ἀπό τή Βέροια πρός τή Θεσσαλο­νίκη, μέ τή συνοδεία πολλῶν καταδιωκτι­κῶν. Ὁ οὐρανός πάνω ἀπό τόν Λαγκαδᾶ γίνεται μιά ἀπέραντη φω­τιά. Οἱ Ἰταλοί βομβαρδίζουν ἀνελέητα, ἀλλά οἱ ἕλλη­νες πιλότοι δέν ὑποχω­ροῦν. Μέσα σ’ αὐτό τό χάος, ὁ Μη­τρα­λέξης κα­ταρρίπτει ἕνα ἰταλικό βομβαρ­διστικό καί στρέφει τά πυρά του σέ ἕνα δεύτερο. Ξαφνικά, συνειδητοποιεῖ πώς τά πυρομα­χικά του ἔχουν τελειώσει. Καί τότε, παιδιά, κάνει τό ἀδιανόητο! Πλη­σιάζει τό ἐχθρικό ἀε­ρο­πλάνο, τό ἐμ­βολίζει μέ τόν ἕλικά του καί ἀρχίζει νά κα­ταστρέφει τό πηδάλιο τῆς οὐρᾶς του. Τό ἰταλικό βομβαρδιστικό ἀρχίζει νά στρο­βιλίζεται ἀνεξέλεγκτα, ὥσπου συ­ντρί­βε­ται στό ἔδαφος. 
Ἡ τάξη μένει μέ τό στόμα ἀνοιχτό. 
- Μά, κυρία... μετά; Δέν ἔπεσε κι ἐ­κεῖνος; 
- Ὁ Μητραλέξης δέν πέφτει, κάνει ἀναγκαστική προσγείωση σέ ἕνα χωρά­φι, κοντά στό σημεῖο ὅπου εἶχε πέσει καί τό ἐχθρικό ἀεροπλάνο. Βλέπει τότε ὅτι τέσσερις ἀπό τούς πέντε Ἰταλούς ἔχουν σω­θεῖ μέ τά ἀλεξίπτωτά τους. Τούς πλη­­σιά­ζει, τούς χαιρετᾶ στρατιωτικά καί, κρα­τώντας τό περίστροφό του, τούς συλ­λαμβάνει! Στή συνέχεια, τούς ὁδηγεῖ  αἰ­χ­­μαλώτους στή Στρατιωτική Διοίκηση Θεσ­­σαλονίκης. 
Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας, ἐνῶ ὅλοι τόν θεωροῦν νεκρό, ὁ Μητραλέξης ἐπιστρέφει στή Μοίρα του χαμογελα­στός, μέ τό ἀεροπλάνο του σχεδόν δια­λυμένο. 
- Καλά, κυρία! λέει ὁ Ἀνδρέας ἐντυ­πωσιασμένος. Ὅταν οἱ Ἰάπωνες ἀνακά­λυπταν χρόνια μετά τούς καμικάζι πιλό­τους, ὁ Μητραλέξης... εἶχε φύγει! 
- Πράγματι. Ἡ εἴδηση κάνει τόν γύρο τοῦ κόσμου. Οἱ ἐφημερίδες, ἑλληνικές καί ξένες, μιλοῦν γιά τόν νεαρό Ἕλληνα πού «τόλμησε τό ἀδύνατο». Τό ἠθικό τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἀνεβαίνει στά ὕψη. Οἱ Ἄγγλοι γράφουν γιά «νέες ἑλληνικές ἐ­ποποιίες». Ἡ πράξη του γίνεται σύμβο­λο θάρρους καί ἀγάπης γιά τήν πατρίδα. 
- Αὐτός, κυρία, εἶναι ἥρωας! λέει ὁ Ἀνδρέας μέ φλόγα στά μάτια. Τόν τίμη­σαν; 
- Εἶναι ὁ μοναδικός ἕλληνας πιλό­τος πού τιμήθηκε ἐν ζωῇ μέ τό Χρυσό Ἀριστεῖο Ἀνδρείας, τήν ἀνώτατη διά­κρι­ση πού ἀπονέμεται σέ καιρό πολέμου. Συ­νέχισε νά πετᾶ καί στή Μέση Ἀνατολή σέ ποικίλες ἀποστολές. 
- Καί... πῶς πέθανε; ρωτᾶ ἡ Εὐτυχία διστακτικά. 
- Συχνά ἔλεγε στή μητέρα του ὅτι ἤ­θελε νά πεθάνει μέσα στό ἀεροπλάνο του... Καί πράγματι, παιδιά, αὐτό συνέ­βη. Ἦταν πιά παντρεμένος, πατέρας δύο μικρῶν παιδιῶν. Στίς 19 Σεπτεμ­βρί­ου 1948, τό ἀεροσκάφος του παρουσία­σε μηχανική βλάβη κοντά στήν Τῆνο καί κα­τέπεσε στά γαλανά νερά τοῦ Αἰγαίου. Μαζί του χάθηκαν καί δύο ἀξιωματικοί. Με­τά τόν θάνατό του τιμήθηκε μέ τόν βαθμό τοῦ ἀντισμηνάρχου. 
- Κυρία, εἶναι σάν νά γεννήθηκε γιά νά πετάει, ψιθυρίζει ὁ Νῖκος. 
- Ναί, Νῖκο. Μερικοί ἄνθρωποι εἶναι φτιαγμένοι γιά νά ἀγγίζουν τά σύννεφα. Ἐλᾶτε νά τό δοῦμε, λέω καί τούς δείχνω ἕνα βίντεο: μιά τρισδιάστατη ἀναπαράστα­ση τοῦ κατορθώματος τοῦ Μητρα­λέ­ξη, φτιαγμένη μέ σύγχρονη τεχνολο­γία.
Ἡ τάξη μέ­νει σιωπηλή. Μόνον οἱ φλό­γες τῶν κινη­τήρων καί ὁ ἦχος τοῦ ἀνέ­μου ἀ­κούγονται...
Ὅταν τελειώνει, ὁ Νῖκος μέ ρωτᾶ: 
- Μά πῶς τό τόλμησε μόνος του; Δέν φοβήθηκε;
- Ὁ Μητραλέξης δέν κινήθηκε ἀπό ὀργή ἤ ἐπίδειξη. Τό ἔκανε μέ ἀληθινό θάρρος, μέ ψυχή. Ἡ ἐποποιία τοῦ ’40 δέν εἶναι μιά σειρά ἀπό μάχες, εἶναι ἱ­στορίες ἀνθρώπων πού ξεπέρασαν τά ὅρια τοῦ δυνατοῦ.
- Δηλαδή, κυρία, ἔκανε κάτι πού κα­νείς δέν εἶχε ξανακάνει;
- Ἀκριβῶς. Ἔγραψε ἱστορία! Καί νά θυμᾶστε, παιδιά, ὅτι ἡ ἱστορία δέν γρά­φεται μόνον ἀπό βασιλιάδες καί στρα­τη­γούς. Τή γράφουν ἁπλοί ἄνθρωποι πού πιστεύουν καί τολμοῦν.
Τό κουδούνι χτυπᾶ. Κανείς δέν ση­κώνεται...
- Κυρία, λέει ὁ Μᾶρκος χαμηλό­φω­να, ἐσεῖς πιστεύετε πώς ὑπάρχουν σή­μερα τέτοιοι ἄνθρωποι;
- Ναί, πιστεύω πώς ὑπάρχουν, Μᾶρ­κο. Καί... γιατί ὄχι; Μπορεῖ νά κάθονται τώρα μπροστά μου... Καί θέλω νά τούς εὐχηθῶ... νά τολμοῦν πάντοτε!
Τούς κοιτάζω ἕναν-ἕναν. Ἴσως, σκέ­φτομαι, νά μήν πετάξουν ποτέ μέσα σέ σύννεφα πολέμου, ἀλλά κάθε μέρα, στή δική τους ζωή, θά χρειαστεῖ πολλές φορές νά τολμήσουν τό ἀδύνατο!

Μ.Ε.Χ.

"Ἀπολύτρωσις",

Τεῡχος Νοεμβρίου, 2025