Χωρίς κανένα ἴχνος σεβασμοῦ τῆς ἱστορίας, οἱ «Τσ(ι)άμηδες» ἐπιχειροῦν μιά πρωτοφανῆ διαστροφή καί παραχάραξη τῆς ἀλήθειας. Σέ ἔντυπά τους, ὁμιλίες στελεχῶν, σέ ἐκθέσεις τους χαρακτηρίζουν αὐθαίρετα καί ἀνιστόρητα ὡς ὁμοεθνεῖς τους ἥρωες τοῦ Σουλίου, ὅπως τόν Κίτσο Τζαβέλλα, τόν Μᾶρκο Μπότσαρη, καί τούς κατατάσσουν στίς «σπουδαῖες μορφές προγόνων τους». Οἰκειοποιοῦνται ἀκόμη καί τή μητέρα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, τήν Ὀλυμπιάδα, καθώς καί τόν βασιλιά τῆς Ἠπείρου Πύρρο, πού ἀνῆκε στήν καθαρά ἑλληνική φυλή τῶν Μολοσσῶν.
Ἐπίσης, τά σχολικά βιβλία τῆς Ἀλβανίας γράφουν ὅτι οἱ Ἕλληνες διέπραξαν γενοκτονία, σκοτώνοντας τούς ἀλβανούς Τσάμηδες τῆς Τσαμουριᾶς. Ἐπιπλέον, ἔχουν ἀφιερώσει μνημειακό συγκρότημα στήν ἀποκαλούμενη «γενοκτονία τῶν Τσάμηδων ἀπό τούς Ἕλληνες τό 1944» κι ἐκεῖ πραγματοποιοῦνται σχετικές ἐκδηλώσεις. Αὐτά καί πολλά ἀκόμη μηχανεύονται, μόνο καί μόνο γιά νά ὑλοποιήσουν τό ὅραμά τους, τή «Μεγάλη Ἀλβανία», καί νά ἱκανοποιήσουν τόν ἀλυτρωτισμό τους.
Πῶς ὅμως ἔχει τό θέμα τῶν Τσάμηδων;
«Τσ(ι)αμουριά» εἶναι τό ἀνεπίσημο ὄνομα εὐρύτερης περιοχῆς τοῦ γεωγραφικοῦ διαμερίσματος τῆς Ἠπείρου. Ὅσον ἀφορᾶ στό ὄνομα, ὑπάρχουν πολλές ἐκδοχές μέ πιθανότερη τήν ἑξῆς: Ἡ ὀνομασία προέρχεται ἀπό παραφθορά τῆς λέξης «Θύαμις», πού ἦταν τό ἀρχαῖο ὄνομα τοῦ ποταμοῦ Καλαμᾶ, ὁ ὁποῖος διασχίζει τή γεωγραφική περιοχή. Ἔτσι, ἡ λέξη «Θυαμουρία» κατέληξε νά προφέρεται στήν ἑλληνική «Τσαμουριά».
Οἱ Θυάμηδες, δηλαδή οἱ Τσάμηδες, κατά τόν 13ο αἰώνα ἦταν βυζαντινοί μεγαλογαιοκτήμονες. Στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα, μετά τήν ἐπανάσταση τοῦ Διονυσίου ἐπισκόπου Τρίκκης, ἐξισλαμίστηκαν καί ὡς ἐξισλαμισθέντες ἔγιναν φανατικότεροι τῶν Τούρκων. Οἱ προσπάθειες γιά προσηλυτισμό ἐντάθηκαν τήν περίοδο 1740-80, ὅταν πολλοί ἀπό τούς Ἕλληνες ἐξισλαμίσθηκαν γιά νά σώσουν τίς περιουσίες τους. Τότε ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου Γένους, ἐθνοϊερομάρτυρας Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἐπισκέφθηκε τήν περιοχή, γιά νά ἐνισχυθοῦν οἱ χριστιανοί καί νά ἀποφευχθεῖ ὁ πλήρης ἐξισλαμισμός.
Οἱ Τσάμηδες ἄρχισαν νά μιλοῦν κυρίως τήν Ἀλβανική μετά τήν κυριαρχία τῶν ἀλβανῶν μπέηδων, ίδίως ἐπί Ἀλῆ πασᾶ. Παρά τήν ἀλβανοφωνία τους εἶχαν συνείδηση τουρκική καί ὄχι ἀλβανική. Μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἠπείρου ἡ περιοχή περιῆλθε στήν Ἑλλάδα. Στούς Τσάμηδες ἀναγνωρίσθηκαν δικαιώματα ἕλληνα πολίτη. Ὅταν ὅμως τό ἑλληνικό κράτος ἀπαλλοτρίωσε τά τσιφλίκια τῶν ἰσχυρῶν Τσάμηδων καί τά διένειμε στούς ἀκτήμονες, δυσαρεστήθηκαν ἔντονα. Ἀπό τή δυσαρέσκεια ἐπωφελήθηκαν οἱ Ἰταλοί, οἱ ὁποῖοι μέ ἐπιδέξια προπαγάνδα κατόρθωσαν νά «πείσουν» τούς Τσάμηδες ὅτι δέν εἶναι Τοῦρκοι, ὅπως πίστευαν, ἀλλά Ἀλβανοί! Ἡ «ἀλβανοποίηση», δηλαδή, τῶν Τσάμηδων συντελεῖται μέσα σέ 10 περίπου χρόνια (1913-1925).
Στίς 24 Ἰουλίου 1923 ὑπογράφηκε στή Λωζάνη συνθήκη πού προέβλεπε ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν μεταξύ τῆς Ἑλλάδας καί τοῦ νέου τουρκικοῦ κράτους μέ βάση τό θρήσκευμα. Ὡστόσο, οἱ μουσουλμάνοι Τσάμηδες ἐξαιρέθηκαν ἀπό τήν ἀνταλλαγή. Σ’ αὐτό συνέβαλε ἡ πίεση τῆς Ἰταλίας πρός τή δικτατορική κυβέρνηση Θεοδώρου Παγκάλου, ὁ ὁποῖος ἔτρεφε θαυμασμό γιά τή μουσολινική Ἰταλία καί γι’ αὐτό διέπραξε τό τεράστιο πολιτικό λάθος νά τούς ἐξαιρέσει ἀπό τήν ἀνταλλαγή.
Ἡ Ἰταλία ἀσκοῦσε πίεση, διότι ἤθελε νά χρησιμοποιήσει τούς Τσάμηδες ὡς λόγχη κατά τῆς Ἑλλάδας, ὅπως καί τό πέτυχε. Μέ τήν ἔναρξη τοῦ ἑλληνοϊταλικοῦ πολέμου σχημάτισαν στρατιωτικά σώματα, ἀκολούθησαν τούς Ἰταλούς καί στή συνέχεια τούς Γερμανούς κατακτητές. Συνεργαζόμενοι καί μαχόμενοι στό πλευρό τους, σχεδίαζαν τόν πλήρη ἀφελληνισμό τῆς περιοχῆς τῆς Θεσπρωτίας. Ἀργότερα ὀργάνωσαν ἰδιαίτερη μορφή πολιτικῆς ἐξουσίας, τήν KSILIA.
Κατά τήν περίοδο τῆς Κατοχῆς στή Θεσπρωτία διέπραξαν πολλά καί ἀποτρόπαια ἐγκλήματα, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἐκτέλεση τῶν 49 ἐπιφανέστερων κατοίκων τῆς Παραμυθιᾶς στίς 29 Σεπτεμβρίου 1943 ὡς ἀντίποινα τῶν 5 Γερμανῶν, πού σκοτώθηκαν στή Σκάλα τῆς Παραμυθιᾶς. Ἐπίσημα, τό Εἰδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Ἰωαννίνων τεκμηρίωσε 632 δολοφονίες Ἑλλήνων, 428 ἀπαγωγές κι ἐξαφανίσεις προσώπων, 209 βιασμούς γυναικῶν, 2.332 πυρπολήσεις κατοικιῶν, 53 λεηλασίες χωριῶν καί ἑκατοντάδες κλοπές κοπαδιῶν ζώων. Ἐκδόθηκαν περίπου 1.700 ἀποφάσεις καί 1.930 Τσάμηδες καταδικάστηκαν ὡς ἐγκληματίες πολέμου καί συνεργάτες κατακτητῶν. Καί καμία ἀπόφαση δέν ἐκτελέστηκε. Μήπως, τελικά, παραγράφονται τά ἐγκλήματα πολέμου;
Μετά τό τέλος τοῦ πολέμου ἐγκατέλειψαν τήν Ἑλλάδα καί πέρασαν στήν Ἀλβανία. Σύμφωνα μέ τήν ἀπογραφή τοῦ 1951, στήν Ἑλλάδα παρέμειναν μόνο 487 ἀλβανόφωνοι μουσουλμάνοι. Περνώντας στήν ἀλβανική ἐπικράτεια, στρατοπέδευσαν ἔξω ἀπό τό χωριό Τζάρα, ὅπου σύντομα ἀρκετοί ἔχασαν τή ζωή τους ἀπό λοιμώδεις ἀσθένειες. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική ἱστορία, τήν ὁποία μετέτρεψαν σέ «γενοκτονία ἀπό τούς Ἕλληνες».
Σέ ὁλόκληρη τήν Εὐρώπη, μετά τόν πόλεμο, σέ κατεχόμενες χῶρες οἱ πληθυσμιακές ὁμάδες πού συνεργάστηκαν μέ τίς δυνάμεις Κατοχῆς καταδικάστηκαν ἀπό εἰδικά δικαστήρια καί οἱ περιουσίες τους δημεύτηκαν. Στήν Τσεχοσλοβακία οἱ Σουδῆτες, συνεργάτες τῶν Γερμανῶν, στό Βέλγιο οἱ Φλαμανδοί ναζιστές, στήν Οὐκρανία οἱ ὁμάδες τοῦ Στεπάν Μπαντέρα καί ἄλλοι. Ὅ,τι καί ἄν ἰσχυρίζονται οἱ Τσάμηδες, θά παραμένουν ὡς καταδικασθέντες δωσίλογοι κατά τήν Κατοχή. Αὐτή τήν ἀλήθεια δέν μπορεῖ καμία προπαγάνδα νά τήν ἀλλοιώσει, γιατί κραυγάζουν ἀπό τούς τάφους τά κόκκαλα τῶν ἀδικοχαμένων θυμάτων τους στή Θεσπρωτία.
Ἀναντίρρητα, ἡ Ἀλβανία χρησιμοποιεῖ τό καλούμενο «Τσάμικο ζήτημα» ὡς ἐργαλεῖο γιά τήν ὑλοποίηση τῶν στόχων της καί ὡς αἰχμή τῆς ἐπιθετικῆς πολιτικῆς της. Στό πλαίσιο αὐτό ἐπιχειρεῖ νά ἁρπάξει ἐ- δάφη ἀπό τίς γειτονικές της χῶρες καί -ἐξυπακούεται- κι ἀπό τήν πατρίδα μας. Στά σχέδιά της ἔχει τή συμπαράσταση τῆς Τουρκίας καί ἄλλων μουσουλμανικῶν χωρῶν, καθώς καί ἰσλαμικῶν ὀργανώσεων. Καί βέβαια, ὅταν κάποιος διεκδικεῖ, δέν εἶναι ἀπίθανο κάποια στιγμή νά ἀποσπάσει κάτι.
Μήπως, τελικά, εἶχε δίκαιο ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὅταν ἔλεγε: «Ἐσεῖς οἱ στρατιωτικοί, τήν Ἀλβανία νά προσέχετε! Ἀπό ἐκεῖ θά ἔρθει ἡ ἀπειλή»;
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος Νοεμβρίου, 2025