Πόσο ὄμορφη ἡ εἰκόνα τοῦ ἐλαφιοῦ πού ψάχνει στήν πηγή νά πιεῖ καθάριο νερό!
Ἔτσι καί ἡ ψυχή μου λαχταρᾶ νά ξεδιψάσει μέ τό «ὕδωρ τὸ ζῶν», πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ... Νιώθω σάν μικρό κατηχητόπουλο κάθε Σάββατο στόν κύκλο μελέτης ἁγίας Γραφῆς. Τά λόγια τῆς Γραφῆς πού μελετοῦμε εἶναι ἡ ὄαση στή χαώδη πόλη πού ζῶ. Εἶναι ἡ γλυκιά δροσοσταλιά ἀπ᾽ τήν πηγή τοῦ παραδείσου μέσα στήν ψυχή μου! Εἶναι ἡ χαρά στή συντροφιά τῶν ἀδελφῶν! Εἶναι τό στήριγμα στόν ἀγώνα μου τόν καθημερινό! Πόσο μέ δυναμώνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί μέ τόν δικό του φωτισμό μέ βοηθάει νά ἀντιμετωπίζω περιστατικά στόν ἐργασιακό μου χῶρο!...
Στό νοσοκομεῖο πού ἐργάζομαι, ἦρθε ὁ Ἄγγελος, ἕνα παιδί 17 χρονῶν, πού διαγνώστηκε μέ γλοιοβλάστωμα. Μετά ἀπό μικρό χρονικό διάστημα παρέλυσε ἀπό τόν αὐχένα καί κάτω. Ἕνα παιδί, γεμάτο ζωή καί ὄνειρα, καθηλώθηκε στό κρεβάτι ἑνός νοσοκομείου. Οἱ ὧρες, οἱ μέρες τῆς νοσηλείας του κυλοῦσαν ἀργά. Περίμενε ὅμως καρτερικά τή φροντίδα μας, νά τοῦ ἀλλάξουμε θέση, νά τοῦ δώσουμε νά πιεῖ νερό, νά τόν ταΐσουμε, νά κουβεντιάσουμε μαζί του...
Μιά μέρα, ἐνῶ τόν φρόντιζα, μέ ρώτησε:
- Ποιό εἶναι τό βιβλίο στό ράφι ἀπέναντί μου;
- Ἡ Καινή Διαθήκη, τοῦ ἀπάντησα. Ὁ πατήρ Νεκτάριος, ὁ ἱερέας τοῦ ἱδρυματικοῦ ναοῦ μας, ἔχει φροντίσει νά ὑπάρχει σέ κάθε θάλαμο ἕνα ραφάκι μέ τήν Καινή Διαθήκη.
Πῆρα στά χέρια μου τήν Καινή Διαθήκη καί τόν ρώτησα ἄν θέλει νά μοῦ πεῖ ἕναν τυχαῖο ἀριθμό καί στή συνέχεια ἄν θέλει νά τοῦ διαβάσω τό κεφάλαιο πού ἀντιστοιχοῦσε στή σελίδα. Διάβασα ἀπό τό Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο 19,13-15 τήν περικοπή ὅπου ὁ Ἰησοῦς εὐλογεῖ τά παιδιά. Διάβασα ἁπλά, χωρίς σχόλιο... Τά δάκρυά του κυλοῦσαν καί μέ ρώτησε:
- Μέ ἀγαπάει καί ἐμένα ὁ Χριστός;
- Ναί, Ἄγγελε, σέ ἀγαπάει πολύ!
Δέν μποροῦσε νά κρατήσει τήν Καινή Διαθήκη μέ τά χέρια του οὔτε νά τήν ξεφυλλίσει... Ἔτσι κάθε μέρα διαβάζαμε μαζί τό γράμμα πού μᾶς ἔστελνε ὁ Κύριος. Λαχταροῦσε νά διαλέξει ἀριθμό. Ὁ καθένας μας ἔπαιρνε τό δικό του μήνυμα, ἀλλά οἱ καρδιές μας ἀναγάλλιαζαν τό ἴδιο. Ἡ μητέρα του, ἡ κυρία Μυρσίνη, ἄκουγε κι αὐτή καί αἰσθανόμουν ὅτι ἔβρισκε παραμυθία. Τά μάτια τοῦ Ἄγγελου ἔλαμπαν. Πάντα ἔκανε εὔστοχες παρατηρήσεις καί σχόλια σέ κάθε χωρίο πού διαβάζαμε καί πλέον συμπερασματικά μοῦ ἔλεγε:
- Μέ ἀγαπάει κι ἐμένα ὁ Θεός καί εἶναι κοντά μου!
Πόσο μέ προβλημάτισε, πόσο μέ δίδαξε ἡ ἀγάπη του γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ! Πόσο μικρή ἔνιωθα, πού, πνιγμένη στό ἄγχος τῆς καθημερινότητας καί στίς βιοτικές μέριμνες, δέν εἶχα τόν ἴδιο πόθο, τήν ἴδια λαχτάρα γιά τή μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς...
Ὁ Ἄγγελος ζήτησε καί γνώρισε τόν πατέρα Νεκτάριο. Εἶχε μιά ἀνείπωτη γαλήνη! Στήν ἐρώτησή μου «Πῶς εἶσαι παιδί μου;», ἀπαντοῦσε: «Δόξα στόν Θεό, εἶμαι καλά καί σήμερα!».
Ὅταν ὁ Ἄγγελος ἔφυγε γιά νά βρεθεῖ στήν ἀγκαλιά τοῦ Κυρίου, πού εὐλόγησε τά παιδιά, ἔβαλα στόχο νά προσπαθήσω νά τοῦ μοιάσω. Νά διαθέτω περισσότερο καί οὐσιαστικότερο χρόνο στόν Κύριο. Νά μελετῶ ἁπλά καί μέ ζῆλο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀνοίγει ἡ καρδιά μελετώντας, φωτίζεται καί ἀρχίζει νά ὀρθοποδεῖ στόν δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Εὐχαριστῶ τόν Θεό, γιατί ἔχει στείλει στή ζωή μου ἀνθρώπους δικούς του, πού μέ συνέδεσαν μέ τόν λόγο του, τόν μεγάλο αὐτό θησαυρό!
Εὐγνώμονα,
Στ. Π.
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος Μαϊου, 2025